Δυστυχώς, και παρά τις αρχικές μου προθέσεις, διαπίστωσα ότι δεν είναι δυνατόν να ανοίξει κανείς διάλογο με βάση το κείμενο του Δημήτρη Β. Τριανταφυλλίδη, “Η ιστορία του φασισμού στην Ουκρανία”. Για να υπάρξει διάλογος, πρέπει να υπάρχει ένα μίνιμουμ δια-υποκειμενικότητας: κάποια κοινά σημεία αναφοράς σε έναν, λίγο ή πολύ, κοινό κόσμο σημασιών και αξιών. Από τις πρώτες γραμμές, συγκρούεται κανείς με όλα αυτά που το κείμενο αυτό δεν λέγει, αλλά υπαινίσσεται ή, ακόμα χειρότερα, εκλαμβάνει σιωπηλά ως δεδομένα, για να μπορεί να πει αυτά που λέγει.
Και στο τέλος έρχεται το αποκορύφωμα (μέχρι τότε διατηρούσα την περιέργεια – μια και ήταν άρθρο δημοσιευμένο στην Μεταρρύθμιση και όχι στον Ριζοσπάστη – για το πού θα το πάει): Αμερικανικός δάκτυλος, λοιπόν! Οι αμερικανοί χρησιμοποίησαν επιτυχώς την άκρα δεξιά στον ανταγωνισμό τους ενάντια στην Ευρώπη και στη Ρωσία! Και η Ρωσία; Αμύνεται η κακομοίρα στον αμερικάνικο ιμπεριαλισμό;
Ας επαναλάβω αυτό που είπα σε συγγενικά μου πρόσωπα, με ιστορία στο χώρο του ΚΚΕ, όταν τα Χριστούγεννα έδωσαν την παραπάνω εξήγηση στα γεγονότα της Ουκρανίας: “Ώστε λοιπόν, όταν αγωνιζόσασταν στην δεκαετία του ?60 ενάντια στο αστυνομικό κράτος της δεξιάς, ήσασταν δάκτυλος της Σοβιετικής Ένωσης!”
Το όλο άρθρο είναι διαποτισμένο από την ρωσική προπαγάνδα, η οποία ξεκίνησε από τα μέσα του Δεκεμβρίου να αποδίδει τις εξελίξεις στην Ουκρανία (όχι στους ομοφυλόφιλους, αλλά) σε ναζιστικά στοιχεία, από τα οποία υποτίθεται ότι κινδυνεύει η ρώσικη μειονότητα, για να δικαιώσει έτσι στρατιωτικές επεμβάσεις – κατά το γνωστό και τετριμμένο πρότυπο που η Χίλαρι Κλίντον μας υπενθύμισε ότι χρησιμοποίησε και ο Χίτλερ για την επέμβαση στην ανατολική Ευρώπη και που εμείς το γνωρίζουμε και από την επέμβαση της Τουρκίας στην Κύπρο, το οποίο είναι αστείο ακόμη και να το συζητάμε.
Ποιες είναι οι πηγές όλων αυτών των πληροφοριών; Πώς μπορεί ένας δημοσιογράφος να εκλαμβάνει κάτι ως δεδομένο, χωρίς να αποκαλύπτει τις πηγές του; Και βέβαια δεν αναφέρομαι πρωταρχικά στην μακροσκελή και ανιαρή περιγραφή της εξέλιξης και των θέσεων του ναζιστικού (προπολεμικά) και εθνικιστικού (μεταγενέστερα) κινήματος της Ουκρανίας (αν και εδώ είναι αναγκαίες οι πηγές). Ανιαρή, διότι την ίδια περίπου περιγραφή θα μπορούσε να δώσει κανείς και για τις θέσεις και την εξέλιξη του ναζιστικού (προπολεμικά) και εθνικιστικού κινήματος (μεταγενέστερα) στη Σουηδία, στην Αγγλία, στη Γαλλία, στην Ελλάδα… κτλ. Όλος αυτός ο κόπος της λεπτομερούς περιγραφής, έχει νόημα μόνον όταν αποβλέπει στη συναισθηματική προετοιμασία του αναγνώστη για να αποδεχτεί αυτό που θα επακολουθήσει: την τελική δικαίωση μιας εξήγησης – και μιας επέμβασης.
Αλλά, από ποιες πηγές πήρε ο αρθρογράφος τις παρακάτω πληροφορίες; «Στο σημείο αυτό θα πρέπει να λάβουμε υπόψη μας δύο στοιχεία: α) οι ειδικές δυνάμεις του Υπουργείου Εσωτερικών “μεταναστεύουν” μαζικά στη Ρωσία, όπου γίνονται δεκτές, τους χορηγούνται ρωσικά διαβατήρια και εντάσσονται στις περιβόητες μονάδες ΟΜΟΗ και β) το αξιόμαχο των ουκρανικών ενόπλων δυνάμεων ελέγχεται, εφόσον σε πολλές μονάδες οπλίτες και αξιωματικοί δηλώνουν πως δεν θα πολεμήσουν εναντίον των Ρώσων. Συνεπώς, η μοναδική οργανωμένη στρατιωτική δύναμη αυτή τη στιγμή στη χώρα είναι ο “Δεξιός Τομέας”, με ό,τι κι αν σημαίνει αυτό για την εξουσία που διαθέτει η προσωρινή κυβέρνηση και το αν όντως αποτελεί συνομιλητή αξιόπιστο.»
Και οι Ουκρανοί στρατιώτες στην Κριμαία που δεν παραδίνονται, παρά τα τελεσίγραφα των Ρώσων, τι είναι, μέλη του «Δεξιού Τομέα»; Και η σουηδική προπαγάνδα που με έκανε να πιστεύω ότι ο ποινικά εγκληματίας πρώην πρόεδρος της Ουκρανίας έφυγε, όταν διαπίστωσε ότι ο στρατός και η αστυνομία δεν ήθελαν να κλιμακώσουν την βία! Ώστε λοιπόν οι ειδικές δυνάμεις του Υπουργείου Εσωτερικών της Ουκρανίας (αυτές που διάλυσε η νέα κυβέρνηση) ήταν Ρώσοι!
Και αν πράγματι η προσωρινή κυβέρνηση έχει τέτοια προβλήματα εξουσίας, με ποια έννοια δεν είναι «αξιόπιστος συνομιλητής»; Κι ας πούμε ότι δεν είναι. Άλλωστε, πολλοί Ουκρανοί, σαν κι εμάς τους Έλληνες σήμερα, βλέπουν την νέα ηγεσία ως συνυπεύθυνη για τις εξελίξεις τις τελευταίες δύο δεκαετίες και με αυτήν την έννοια δεν την εμπιστεύονται. Και λοιπόν, τι εννοεί ο αρθρογράφος; Αναξιόπιστη σε σχέση με τι; Να μην ανοίξει η Ευρώπη διάλογο μαζί της; Να μην την υποστηρίξει; Να μπει ο Πούτιν να βάλει τα πράγματα σε τάξη; Ή να επανέλθει ο αξιόπιστος πρώην πρόεδρος;
Οι υπαινιγμοί, με ταυτόχρονη παντελή έλλειψη κριτικού στοχασμού, κατά τα πρότυπα των προπαγανδιστικών φυλλαδίων, διαποτίζει όλο το άρθρο. Η αναφορά στο 9ο συνέδριο του Σοσιαλ-Εθνικιστικού Κόμματος Ουκρανίας, που διεξήχθη το 2004, καταλήγει στην εξής προτροπή: «Αξίζει να θυμίσουμε πως το 2004 είναι η χρονιά της «πορτοκαλί επανάστασης» στην Ουκρανία».
Γιατί αξίζει να το θυμηθούμε; Υπάρχει κάποια σχέση μεταξύ αυτών των δύο γεγονότων; Ο υπαινιγμός υπάρχει εκεί, για να προετοιμάσει την ψυχική διάθεση. Ωστόσο, η παρακάτω πληροφορία του άρθρου, αποκλείει λογικά κάθε σχέση: «Στις εκλογές της 26ης Μαρτίου 2006, το κόμμα «Ελευθερία» συγκέντρωσε 91.321 ψήφους, δηλαδή το ποσοστό 0,36% των εκλογέων, την 18η θέση ανάμεσα σε 45 κόμματα».
Επομένως, η «πορτοκαλί επανάσταση» πρέπει να έγινε από άλλες δυνάμεις! Ποιες; Και γιατί; Με ποιους σκοπούς; Και τι ρόλο έπαιξαν αυτές οι δυνάμεις στις τελευταίες εξελίξεις; Πώς ένα κόμμα με μηδαμινή απήχιση, κατάφερε σε 2 χρόνια να πάρει αυτήν την κεντρική θέση που του αποδίδεται στο άρθρο;
Η απάντηση στο τελευταίο ερώτημα είναι απλή, σχεδόν πεζή, καθώς η εξέλιξη των γεγονότων περιλαμβάνει όλα τα κλασσικά πρότυπα, τα οποία επαναλαμβάνονται από την Γαλλική Επανάσταση, μέχρι την «Αραβική Άνοιξη»: Όταν ένας λαός ξεσηκώνεται ενάντια σε αυταρχικά ή δεσποτικά καθεστώτα, κινούμενος από πολλαπλές, ανομοιογενείς και ασαφείς ιδέες και στόχους, χωρίς επαρκή οργάνωση της κοινωνίας των πολιτών (κάτι που τα αυταρχικά και δεσποτικά καθεστώτα καθιστούν αδύνατη), υπάρχει πάντα ο κίνδυνος της κυριαρχίας μικρών οργανωμένων ομάδων, θρησκευτικών ή πολιτικών, της άκρας δεξιάς ή της άκρας αριστεράς. Οι ομάδες αυτές, ή οδηγούν τον λαϊκό ξεσηκωμό σε αδιέξοδο, με συνέπεια την στερέωση του αυταρχικού καθεστώτος, ή συνδράμουν σε μια αλλαγή και σε μια νέα εξουσία, η οποία όμως οδηγείται κατά κανόνα πάλι σε αδιέξοδο, καθώς δεν μπορεί να περιορίσει την επιρροή αυτών των ομάδων χωρίς η ίδια να γίνει αυταρχική.
Η αλήθεια για τον ρόλο που έπαιξαν οι ακραίες εθνικιστικές ομάδες στην εξέλιξη των γεγονότων της Ουκρανίας, είναι ζήτημα ιστορικών μελετών του παρόντος – όχι ζήτημα της ρώσικης προπαγάνδας. Πιθανώς, ήταν από τις λίγες ομάδες που ήταν έτοιμες να αντιμετωπίσουν με βία τις βιαιότητες του αυταρχικού καθεστώτος – και με αυτόν τον τρόπο οδήγησαν την ηγεσία του στα όριά της: να διαπιστώσει δηλαδή ότι οι κρατικοί μηχανισμοί βίας που πίστευε ότι είχε στη διάθεσή της (βασικά, στρατό και αστυνομία – οι ειδικές δυνάμεις του Υπουργείου Εσωτερικών είναι μια ιδιαίτερη περίπτωση), δεν την ακολουθούν. Μάλιστα, διαπίστωσε ότι ούτε καν η Βουλή (που της παρείχε κάποια νομιμότητα) την ακολουθεί. Και τότε, προς έκπληξη όλων, έπεσε ξαφνικά, ως χάρτινος πύργος!
Δεν ξέρω σε ποιο βαθμό οι εθνικιστικές ομάδες παίζουν σήμερα έναν σημαντικό ρόλο στην νέα κυβέρνηση της Ουκρανίας. Και δεν μπορεί να ξέρει κανείς – εκτός αν είναι θεός ή εκπρόσωπος της ρωσικής προπαγάνδας. Κατά τα παραπάνω κλασσικά πρότυπα, η νέα κυβέρνηση δεν μπορεί να τις αγνοήσει. Και κατά τα πρότυπα του πολιτικού ρεαλισμού, είναι προτιμότερο να τις έχεις μέσα και σχετικά ελεγχόμενες (καθώς οι ηγέτες τους επωμίζονται εν μέρει τις ευθύνες για τις παραπέρα εξελίξεις), παρά απέξω και εντελώς ανεξέλεγκτες. Άλλωστε, ο βαθμός επιρροής τους είναι ζήτημα του επερχόμενου πολιτικού ανταγωνισμού, ο οποίος, με έναν λαό που τώρα πλέον δεν φοβάται τον κίνδυνο κρατικής βίας, πρέπει να διεξαχθεί τουλάχιστον μέσα στα πλαίσια της τυπικής δημοκρατίας. Και υποχρέωση της Ευρώπης και των ΗΠΑ είναι να διευκολύνουν και να ενισχύσουν τα πλαίσια αυτά. Σε τελευταία ανάλυση, θα αποφασίσουν οι πολίτες της Ουκρανίας, ανάλογα με την πολιτική τους ωριμότητα. Ποιος άλλος άλλωστε έχει το δικαίωμα να αποφασίσει;
Από τις τελευταίες εξελίξεις όμως, μπορούμε να εξάγουμε το (πάντα επισφαλές) συμπέρασμα, ότι οι εθνικιστικές ομάδες είναι σχετικά ελεγχόμενες. Εκτός από ένα εθνικό κάλεσμα για άμυνα, που θα το έκανε οποιοσδήποτε λαός που θέλει να προσδιορίζει τον εαυτό του ως λαό, δεν είδαμε ακρότητες, παρά την ρώσικη στρατιωτική επέμβαση στην Κριμαία (την οποία, με τον γνωστό κυνισμό της, η ρωσική ηγεσία την αρνείται). Και δεν είδαμε πουθενά την ρώσικη μειονότητα να απειλείται, ή να αισθάνεται απειλημένη. Ίσως είναι μόνον ζήτημα τακτικής: και οι πιο ακραίοι εθνικιστές καταλαβαίνουν ότι αυτό ακριβώς περιμένει (και προκαλεί) η Ρωσία και ότι μια τέτοια εξέλιξη θα ήταν γι? αυτούς πολιτική (και βιολογική) αυτοκτονία. Αλλά έστω και έτσι, καθιερώνεται μια τροχιά που δεν είναι εύκολο να αλλάξει.
Σε καμιά περίπτωση όμως δεν μπορώ να δω με ποια έννοια οι ΗΠΑ, ή η Ευρώπη, θα προωθούσαν τα στρατηγικά τους συμφέροντα με την ενίσχυση των εθνικιστικών ομάδων στην Ουκρανία (το ότι υπάρχει κάποια σύγκρουση στρατηγικών συμφερόντων μεταξύ ΗΠΑ και Ευρώπης στον χώρο της Ευρασίας είναι μια αστεία υπόθεση). Ισχυρίζομαι ότι ισχύει ακριβώς το αντίθετο. Μετά την ψυχροπολεμική εποχή, οι ομάδες αυτές αποτελούν μια γάγγραινα για τις στρατηγικές επεμβάσεις της Δύσης, καθώς, τουλάχιστον στο επίπεδο της προπαγάνδας, και για να έχουν την υποστήριξη των λαών της Δύσης (ας μην ξεχνάμε ότι, πάρα ταύτα, μιλάμε για δημοκρατίες, έστω και αστικές – γι? αυτό άλλωστε μπορούμε και γράφουμε αυτά που γράφουμε), οι επεμβάσεις αυτές πρέπει να διεξάγονται στο όνομα της προώθησης της δημοκρατίας και της ελευθερίας. Αλλά και στο καθαρό επίπεδο των οικονομικών συμφερόντων, δεν κυριαρχεί η Δύση πλέον σήμερα, μέσω της επιβουλής αυταρχικών καθεστώτων και ακόμα λιγότερο μέσω της στρατιωτικής απειλής ή κατοχής. Τα οικονομικά της συμφέροντα προωθούνται πολύ πιο αποτελεσματικά μέσα από καθεστώτα που έχουν, έστω και τυπικά, μια δημοκρατική νομιμοποίηση.
Αντίθετα, οι ιδέες της δημοκρατίας και της ελευθερίας δεν υπάρχουν ούτε καν στον προπαγανδιστικό ορίζοντα της Ρωσίας. Η κυριαρχία μέσω της επιβολής αυταρχικών καθεστώτων και, όταν θεωρείται αναγκαίο, μέσω της στρατιωτικής απειλής ή και κατοχής, είναι ουσιαστικά στοιχεία της στρατηγικής της. Ο μόνος περιορισμός είναι ότι αυτή η στρατηγική, για να δικαιώνει τον εαυτό της, πρέπει να επικαλείται έναν εχθρό – και πρέπει μονίμως να παράγει εχθρούς για να μπορεί να υπάρξει. Ο ναζισμός ή ο φασισμός, είναι ένας καλός εχθρός. Προσοχή! Όχι ο εθνικισμός, αλλά ο ναζισμός, διότι η ίδια η στρατηγική στηρίζεται (τώρα πλέον, μετά τον θάνατο του προλεταριακού διεθνισμού) στον ρωσικό εθνικισμό.
Γι? αυτό ακριβώς η Ρωσία, δεν μπορεί παρά να παίξει έναν αρνητικό ρόλο στο επίπεδο των διεθνών σχέσεων: δεν μπορεί να δει τον εαυτό της ως μέλος μιας διεθνούς κοινότητας, που μοιράζεται, έστω και τυπικά, ένα μίνιμουμ καθολικών αξιών: τα δικαιώματα του ανθρώπου, συνδεδεμένα με τις ιδέες του κράτους δικαίου, της ελευθερίας και της δημοκρατικής νομιμότητας. Η μόνη αξία που προβάλλει διεθνώς, είναι αυτή της εθνικής κυριαρχίας – και του αυταρχικού, ολιγαρχικού καπιταλισμού.
Αξίζει να προσθέσουμε κάποια σχόλια περί του αυταρχικού, ολιγαρχικού καπιταλισμού. Οι οικονομικές ολιγαρχίες της Ρωσίας (και της Ουκρανία, Λευκορωσία, κλπ.) δημιουργήθηκαν με τον ιδιωτικό σφετερισμό της πρώην κρατικής ιδιοκτησίας, κάτι που ήταν αδύνατο χωρίς την διαφθορά της πολιτικής και νομικής εξουσίας. Οποιαδήποτε εξέλιξη των χωρών αυτών προς μια στοιχειώδης μορφή κράτους δικαίου, απειλεί τις οικονομικές ολιγαρχίες, καθώς το κράτος αυτό θα πρέπει να αντιμετωπίσει την διαφθορά πάνω στην οποία στηρίζονται – επομένως και την διαφθορά της πολιτικής και νομικής εξουσίας. Οι επιβίωση λοιπόν και των τριών αυτών διεφθαρμένων εξουσιών εξαρτάτε από την δυνατότητά τους να συγκροτούν και να αναπαράγουν ένα αυταρχικό πολιτικό καθεστώς, μια οικονομική, πολιτική και νομική ολιγαρχία, και την δυνατότητά τους να δικαιώνουν το καθεστώς αυτό σε ένα κόσμο σημασιών που δεν μπορεί παρά να είναι ο εθνικισμός, η ισχύς του έθνους – και οι φαντασιακοί εχθροί του.
Στον αυταρχικό, ολιγαρχικό καπιταλισμό, αντιπαρατίθεται ο δυτικός φιλελεύθερος (κατακερματισμένος) καπιταλισμός, ο οποίος υποχρεούται να αναζητά την δικαίωσή του σε έναν κόσμο σημασιών που συγκροτείται γύρω από τις παραπάνω αναφερθείσες ιδέες του κράτους δικαίου, των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, της ελευθερίας και της δημοκρατικής νομιμότητας. Με την αποσάθρωση της κομμουνιστικής ιδέας, και αναμένοντας την ανάδυση άλλων ιδεών, ο παγκόσμιος πολιτισμός μπορεί προς το παρόν να επιλέξει μεταξύ διάφορων παραλλαγών αυτών των δύο καπιταλισμών.
Είναι θλιβερό το γεγονός ότι ο ρωσικός εθνικισμός, του ρωσικού ολιγαρχικού καπιταλισμού, συγκινεί σήμερα μια σημαντική μερίδα του ελληνικού λαού, από την άκρα δεξιά και την ορθόδοξη εκκλησία, μέχρι την κομμουνιστική αριστερά.