Στις 5 Απριλίου 2009 ο Μπαράκ Ομπάμα, λίγους μήνες μετά την εκλογή του στην προεδρία των ΗΠΑ το 2008, σε μια συμβολική αλλά ουσιαστική ομιλία στην Πράγα, δεσμεύθηκε για «συνεργασία και συντονισμό πέραν των συνόρων». Ηταν ένα καθαρό μήνυμα προς τους ευρωπαίους εταίρους ότι η περίοδος των μονομερών πολιτικών είχε τελειώσει. Προηγήθηκε η οκταετία Μπους, κατά την οποία δημιουργήθηκε ένα μεγάλο χάσμα μεταξύ των δύο άκρων του Ατλαντικού.
Η πρώτη τετραετία Ομπάμα, ειδικά σε ό,τι αφορά την εξωτερική πολιτική και τις ευρωατλαντικές σχέσεις, χαρακτηρίστηκε από πραγματισμό και διάθεση πολυμερούς συνεργασίας. Ο Ομπάμα κατάφερε, μέσα σε ένα σχετικά σύντομο χρονικό διάστημα, να γεφυρώσει το χάσμα της προηγούμενης περιόδου, δημιουργώντας έτσι τις προϋποθέσεις ενός ισχυρού ευρωατλαντικού μετώπου. Ξεπέρασε την αμερικανική καχυποψία έναντι των ευρωπαίων εταίρων που καλλιέργησε η νεοσυντηρητική διακυβέρνηση Μπους. Λειτούργησε με εξωστρέφεια και ανοικτό μυαλό και έδειξε να εμπιστεύεται την προοπτική της ενωμένης Ευρώπης.
Δεν είναι έκπληξη λοιπόν ότι η επανεκλογή Ομπάμα καθησύχασε τους Ευρωπαίους και δημιούργησε τις προσδοκίες ότι η πολιτική των συνεργασιών θα συνεχιστεί. Ειδικά σε αυτή τη συγκυρία, όπου οι προκλήσεις από τη συνεχιζόμενη παγκόσμια οικονομική κρίση και τις ανακατατάξεις σε διεθνές και περιφερειακό επίπεδο είναι μεγάλες. Παρά τις σημαντικές διαφορές που, μοιραία, υπάρχουν, τα συμφέροντα ΗΠΑ – Ευρώπης εξυπηρετούνται μέσα από τη συνέχεια της πολιτικής του διαλόγου και της στενής συνεργασίας που ακολουθήθηκε ως τώρα.
Είναι προφανές ωστόσο ότι η κυβέρνηση Ομπάμα είναι προβληματισμένη και ανήσυχη από την κατάσταση στην ΕΕ. Η Ουάσιγκτον είναι έντονα απογοητευμένη από τη δυστοκία των Ευρωπαίων, ειδικά από το Βερολίνο και τις Βρυξέλλες, να πάρουν τα ρηξικέλευθα μέτρα που χρειάζονται για να αντιμετωπιστεί η κρίση. Η καθυστέρηση και η αναποτελεσματικότητα των ευρωπαίων ηγετών χειροτερεύουν και περιπλέκουν τα πράγματα. Ο Ομπάμα θεωρεί σωστά ότι, εάν η κρίση αυτή συνεχιστεί και η ΕΕ αποτύχει να την αντιμετωπίσει ουσιαστικά, θα επηρεαστεί αρνητικά η σταδιακή ανάκαμψη της αμερικανικής οικονομίας και θα μειωθούν οι δυνατότητες της ευρωατλαντικής συμμαχίας να επηρεάζει τις παγκόσμιες και περιφερειακές εξελίξεις.
Την επόμενη μέρα των εκλογών ο αμερικανός πρόεδρος έχει να διαχειριστεί σημαντικές προκλήσεις στο εσωτερικό των ΗΠΑ. Πέραν της υπέρβασης της πόλωσης που χαρακτηρίζει το αμερικανικό πολιτικό σύστημα, πρέπει να αντιμετωπίσει άμεσα τον κίνδυνο του «δημοσιονομικού γκρεμού» (fiscal cliff). Δηλαδή, την πιθανότητα επιστροφής στην ύφεση ως αποτέλεσμα της αύξησης φόρων και περικοπών που φθάνουν τα 530 δισ. δολάρια. Η αμερικανική οικονομία παραμένει εύθραυστη και βρίσκεται σε ένα κρίσιμο σταυροδρόμι. Πιθανή κατάρρευση της ευρωζώνης θα ήταν καταστροφική και για τις ΗΠΑ και θα δημιουργούσε σοβαρά γεωπολιτικά προβλήματα. Ως εκ τούτου, αναμένεται ότι ο Ομπάμα θα θέσει ως πρώτο θέμα στην ευρωατλαντική ατζέντα τη σταθεροποίηση της ευρωπαϊκής οικονομίας.
Σε αντίθεση με τον μύθο που κυκλοφορεί, οι ΗΠΑ δεν θέλουν τη διάλυση της ενωμένης Ευρώπης. Θέλουν περισσότερη, όχι λιγότερη, Ευρώπη. Με άλλα λόγια, οι Αμερικανοί δεν αντιμετωπίζουν την ευρωπαϊκή κρίση ως μια ευκαιρία αποδυνάμωσης ή κατακερματισμού της ΕΕ. Αντιθέτως. Επιθυμούν οι Ευρωπαίοι να ξεπεράσουν τον κίνδυνο της αποσύνθεσης και να προχωρήσουν στην περαιτέρω ενοποίηση. Διότι μόνο έτσι η Ουάσιγκτον θα έχει έναν πραγματικά ισχυρό και φερέγγυο εταίρο με τον οποίο να μπορεί να συνεργαστεί.
Μέσα σε αυτό το πλαίσιο πρέπει να δούμε και τις ελληνοαμερικανικές σχέσεις σήμερα. Από την αρχή της κρίσης ο Μπαράκ Ομπάμα επέδειξε μια σταθερή και ισχυρή βούληση να βοηθηθεί η Ελλάδα για να ξεπεράσει τον κίνδυνο της χρεοκοπίας. Σε αντίθεση με κάποιους ευρωπαίους εταίρους, οι ΗΠΑ έδειξαν περισσότερη αποφασιστικότητα στην αντιμετώπιση του ελληνικού προβλήματος. Ο Ομπάμα ορθά αντιλήφθηκε ότι πιθανή κατάρρευση της Ελλάδας θα είχε αλυσιδωτές συνέπειες για τη σταθερότητα στην περιοχή της Νοτιοανατολικής Ευρώπης. Υπάρχει, επομένως, μια σύγκλιση συμφερόντων ΗΠΑ – Ελλάδας, την οποία η ελληνική κυβέρνηση οφείλει να αξιοποιήσει αποτελεσματικά, μακριά από αγκυλώσεις του παρελθόντος και έναν αντιαμερικανικό λαϊκισμό που ακόμα τέμνει οριζόντια τις πολιτικές δυνάμεις του τόπου.
Συμπερασματικά, η επανεκλογή Ομπάμα δεν προοιωνίζει δραματικές αλλαγές στην εξωτερική πολιτική των ΗΠΑ, ειδικά σε ό,τι αφορά το ευρωατλαντικό μέτωπο και την Ελλάδα. Οι ευρωπαίοι ηγέτες έχουν την κύρια ευθύνη αντιμετώπισης της κρίσης αξιοποιώντας την αμερικανική στήριξη.
Και κάτι ακόμα. Ο Μπαράκ Ομπάμα κέρδισε τις εκλογές κτίζοντας μια πολύχρωμη κοινωνική συμμαχία. Σε μια Ευρώπη στην οποία φαίνεται να επιστρέφουν ο εθνικισμός, ο ρατσισμός, η ξενοφοβία και η έλλειψη ανεκτικότητας, η εκλογή Ομπάμα στέλνει ένα ελπιδοφόρο μήνυμα. Μπορεί να κινητοποιήσει και πάλι τις δυνάμεις εκείνες που παραμένουν προσηλωμένες στον στόχο της ενοποίησης και της ομοσπονδιοποίησης της πολυπολιτισμικής Ευρώπης.
Ο κ. Φίλιππος Σαββίδης είναι πολιτικός επιστήμονας – διεθνολόγος.