Ούτε οι πλέον οξυδερκείς αναλυτές δεν μπορούν σήμερα να προβλέψουν αξιόπιστα το πολιτικό μέλλον της Ελλάδας. Το σκηνικό μοιάζει εξαιρετικά ρευστό και ακραία περίπλοκο. Ας προσπαθήσουμε όμως να βάλουμε κάτω τα δεδομένα. Η εκλογή Μητσοτάκη επιταχύνει τις ζυμώσεις στο κέντρο της πολιτικής σκηνής. Φαίνεται ότι ο νέος αρχηγός της αξιωματικής αντιπολίτευσης θα καταφέρει να ενσαρκώσει τη μεταρρυθμιστική και ευρωπαϊκή Κεντροδεξιά συσπειρώνοντας το μεγαλύτερο μέρος του 40% που ψήφισε ΝΑΙ στο δημοψήφισμα. Κατ’ αντιστοιχία τα κόμματα του κεντρώου φιλοευρωπαϊκού χώρου (ΔΣ, ΕΚ και ΠΟΤΑΜΙ) θα πιεστούν έντονα και, όπως δείχνουν τα πράγματα, δεν θα μπορέσουν να αντέξουν. Αν ο ΣΥΡΙΖΑ επιμείνει στην υλοποίηση του μνημονίου και περάσει την αξιολόγηση, λογικά θα βαδίσουμε προς έναν νέο διπολισμό, με άξονες τη ΝΔ και μία πρώην ριζοσπαστική και κινηματική Αριστερά, μετεξελιγμένη σε κάποιο ιδιάζον σοσιαλιστικό μόρφωμα. Αυτό είναι όμως το αισιόδοξο σενάριο. Πόσες άραγε πιθανότητες υλοποίησης διαθέτει;
Κομβικό σημείο των εξελίξεων φαίνεται να είναι η συμπεριφορά του ΣΥΡΙΖΑ. Δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι θα αντέξει στις πιέσεις που ασκεί ήδη η κοινωνία και εισπράττουν επώδυνα οι βουλευτές και τα στελέχη του. Η κραυγαλέα διάσταση υποσχέσεων και πεπραγμένων έχει φέρει την κυβέρνηση σε δύσκολη θέση, με την αξιοπιστία της να κλυδωνίζεται καθημερινά, αν δεν έχει ήδη πλήρως καταρρεύσει. Παρά ταύτα, μόνη διέξοδος που προσφέρεται και στην κυβέρνηση και στη χώρα είναι ο παραμερισμός των λαϊκών αντιδράσεων και η υλοποίηση των υποχρεώσεων που έχουν αναληφθεί έναντι των εταίρων και δανειστών μας. Και τότε όμως, η διαχειριστική ανεπάρκεια που τη διακρίνει δεν αποτελεί καλό οιωνό και εγγύηση για την εφαρμογή του προγράμματος. Από την άλλη μεριά, αν πέσει η κυβέρνηση, τα πράγματα δεν εμφανίζονται καλύτερα: ούτε η οικουμενική μοιάζει σήμερα εφικτή, ενώ νέες εκλογές θα γυρίσουν τη χώρα ακόμα πιο πίσω, και μια ενδεχόμενη μονοκομματική κυβέρνηση της ΝΔ δεν θα είναι, ίσως, σε θέση να πορευτεί αυτόνομα και αποτελεσματικά μέσα στο εξαιρετικά δυσμενές τοπίο που θα προκύψει.
Μια αχτίδα φωτός θα προέκυπτε αν τα κόμματα της ελάσσονος αντιπολίτευσης κατάφερναν να συνεννοηθούν και να αποτυπώσουν ένα πρόγραμμα κυβερνητικής συνεργασίας ανοιχτό προς όλες τις κατευθύνσεις. Τούτο θα είναι ακόμα πιο αναγκαίο στην περίπτωση κατάρρευσης της κυβέρνησης και διάλυσης του ΣΥΡΙΖΑ στα εξ ων συνετέθη, πράγμα που δεν πρέπει, ούτε αυτό, να αποκλειστεί. Σε κάθε περίπτωση, η χώρα βρίσκεται και πάλι σε κρίσιμο σταυροδρόμι. Η συγκυρία απαιτεί σύνεση και φρόνηση από όλους. Και από τους Ευρωπαίους εταίρους μας, οι οποίοι μοιάζουν να τα έχουν επίσης χαμένα, ενώ ολόκληρη η γηραιά ήπειρος δοκιμάζεται από τη χειρότερη μεταπολεμική κρίση της, με άξονες το Προσφυγικό και την τρομοκρατία. Ακόμα και στις πιο δύσκολες στιγμές, όταν η διέξοδος είναι τουλάχιστον ανιχνεύσιμη και η κοινωνία συνειδητά την επιδιώκει, μπορεί να υπάρξει ελπίδα. Δυστυχώς σήμερα, τίποτα δεν φαίνεται στον ορίζοντα και η κοινωνία βολοδέρνει ακυβέρνητη.