Κάθε χρόνο τέτοια εποχή έχουμε την «Εβδομάδα Ρακιντζή». Από τότε που ιδρύθηκε η θέση, τέτοια εποχή ο κ. Λέανδρος Ρακιντζής, Γενικός Γραμματέας Δημόσιας Διοίκησης, υποβάλλει την Ετήσια Εκθεση για τη Διαφθορά στη Δημόσια Διοίκηση. Με δεδομένη την έκταση της διαφθοράς στη χώρα μας, η Εκθεση Ρακιντζή είναι το χριστουγεννιάτικο δώρο του αρεοπαγίτη ε.τ. στους δημοσιογράφους και στα ΜΜΕ, γενικά με τις διάφορες ιστορίες διαφθοράς. Αδιαλείπτως, η διαφθορά των γιατρών κατέχει εξέχουσα θέση, με μόνιμη αναφορά στο γνωστό «φακελάκι».
Ο Ελληνας γιατρός έχει εξέχουσα θέση στις διεθνείς κατατάξεις, με πιο γνωστή την πρωτιά στον συνολικό αριθμό γιατρών. Στις 35 αναπτυγμένες χώρες του ΟΟΣΑ είμαστε πρώτοι με 69.000 γιατρούς ή 6,27 ανά 1.000 κατοίκους ή 150 κατοίκους σε κάθε γιατρό. Ταυτόχρονα, η Ελλάδα το 2013 ήταν στην 26η θέση από τις 35 σε κατά κεφαλήν δαπάνη υγείας, και στην 29η ως προς το ΑΕΠ/κεφαλή. Η δαπάνη υγείας, με εκτίμηση και της παραοικονομίας, είναι εναρμονισμένη με το εθνικό μας εισόδημα παρά τους διπλάσιους γιατρούς μας.
Μία άλλη, αλλά άγνωστη, στατιστική είναι η «εικαζόμενη» επίδραση του γιατρού στο κόστος της Υγείας. Αν διαιρέσουμε τη συνολική δαπάνη υγείας με τον αριθμό των εν ενεργεία γιατρών, δηλαδή το «Δολάριο της Υγείας» ανά γιατρό, έχουμε μία ένδειξη της επιρροής του γιατρού στη διαμόρφωση του συνολικού κόστους της Υγείας. Σε αυτήν τη στατιστική, η Ελλάδα με 371.000 δολάρια ανά γιατρό είναι στην τελευταία θέση στις χώρες του ΟΟΣΑ. Αυτό είναι ένδειξη ότι η πληθώρα γιατρών δεν οδηγεί στη διόγκωση του κόστους της Υγείας. Αντίθετα, για παράδειγμα στην Αμερική, έχουμε τους λιγότερους γιατρούς, αλλά και το μεγαλύτερο κόστος κατά κεφαλήν γιατρού, με 3.180.000 δολάρια.
Ο Ελληνας γιατρός την τελευταία 40ετία αναπτύχθηκε σε περιβάλλον κομματοκρατίας και ακραίου συνδικαλισμού. Ο ιατρικός συνδικαλισμός «πάλεψε» για δημόσιες θέσεις, αλλά αδιαφόρησε για τον έλεγχο της παραγωγής νέων γιατρών. Αντίθετα, οι μικροκομματικές πιέσεις για ίδρυση Ιατρικών Σχολών και ανεξέλεγκτη εισαγωγή φοιτητών συνετέλεσαν στην εξαθλίωση του ιατρικού επαγγέλματος, ιδιαίτερα με την Κρίση. Με την αναπόφευκτη συμπίεση των αμοιβών του Δημοσίου και τον ακραίο επαγγελματικό ανταγωνισμό στον ιδιωτικό, φαινόμενα εκμετάλλευσης εμφανίζονται νομοτελειακά, ανάλογα με τη συνείδηση του καθενός. Ταυτόχρονα, είναι δυσκολότερη η εισαγωγή μεθόδων ποιοτικού ελέγχου του παραγόμενου έργου, τόσο στα πανεπιστήμια όσο και στην «αγορά». Το μέλλον προδιαγράφεται σκοτεινό για τον Ελληνα γιατρό και, κατ’ επέκταση, για εμάς τους πολίτες.