Μεταξύ της αναγκαίας δημοσιονομικής σταθεροποίησης και της ανάπτυξης, το ΠΑΣΟΚ οφείλει να πείσει τους οπαδούς του για την αναγκαιότητα των προσαρμογών.
Από τις αρχές του 20ού αιώνα, τη διάσπαση της 3ης Διεθνούς και την προσχώρηση της σοσιαλδημοκρατικής της πτέρυγας στις αρχές της εναλλαγής των κομμάτων στην εξουσία και του υγιούς ανταγωνισμού στο πλαίσιο της ελεύθερης αγοράς, αυτό που κυρίως διαχώριζε την ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία από τους φιλελεύθερους κεντροδεξιούς σχηματισμούς ήταν η έμφαση στην κοινωνική δικαιοσύνη με αναλογικότερη κατανομή της καπιταλιστικής υπεραξίας σε ολόκληρο τον πληθυσμό.
Η πολιτική αυτή ήταν ευκολότερα διαχειρίσιμη σε περιόδους ανάπτυξης και δημοσιονομικών πλεονασμάτων και δυσκολότερα επιτεύξιμη σε συγκυρίες κρίσεων και μείωσης του προς διανομή κομματιού της πίτας. Σε μια τέτοια στιγμή ισχνών αγελάδων βρισκόμαστε σήμερα και άρα η σοσιαλδημοκρατία είναι φυσικό και αναμενόμενο να αντιμετωπίζει έντονη πολιτική δυσκολία. Τη δυσκολία αυτή επιτείνει το γεγονός ότι οι κοινές πολιτικές και ιδιαίτερα το κοινό νόμισμα της Ευρωζώνης έχουν δημιουργήσει τέτοιες αλληλεξαρτήσεις και ωσμώσεις στις οικονομικές πολιτικές των κρατών-μελών, που έχει καταστεί πλέον δύσκολο να ασκηθεί απολύτως αυτόνομη, εθνική δημοσιονομική πολιτική.
Φυσικά, όλες οι έλλογες πολιτικές δυνάμεις της Ευρώπης, συμπεριλαμβανομένης της απανταχού σοσιαλδημοκρατικής παράταξης, έχουν δεχθεί -και σωστά- ότι άλλος δρόμος δεν υπάρχει για τη γηραιά ήπειρο. Εντείνεται μάλλον δε η πεποίθηση ότι χρειάζεται περαιτέρω οικονομική και πολιτική ενοποίηση, προκειμένου να σταθούν όρθιοι οι ευρωπαϊκοί λαοί απέναντι στην εντεινόμενη παγκοσμιοποίηση και στην ανάδυση νέων οικονομικών υπερδυνάμεων.
Η εμβάθυνση αυτή θα απαιτούσε, μεταξύ άλλων, την από κοινού διαχείριση του χρέους των κρατών-μελών, με την ανάδειξη της ΕΚΤ ως ύστατου δανειστή και την έκδοση του πολυπόθητου ευρωομόλογου. Δεν είναι τυχαίο ότι Γάλλοι και Γερμανοί σοσιαλδημοκράτες εκφράζονται ήδη σαφώς και δικαίως υπέρ αυτής της προοπτικής. Νομίζω, όμως, ότι δικαίως επίσης οι φιλελεύθεροι ευρωπαϊκοί σχηματισμοί, με επικεφαλής τη γερμανική χριστιανοδημοκρατική παράταξη, επιμένουν στο αναγκαίο προηγούμενο της δημοσιονομικής πειθαρχίας. Θα ήταν πράγματι απίθανο, σε συνθήκες ατελούς οικονομικής ενοποίησης, να αναλάβουν ορισμένες χώρες το κύριο βάρος της διάσωσης άλλων χωρίς εχέγγυα χρηστής διαχείρισης των πόρων. Στον στόχο αυτό, άλλωστε, κατατείνουν οι πρόσφατες αποφάσεις και η επιτήρηση των δεσμεύσεων της Ελλάδας σχετικά με την υλοποίηση του προγράμματος δημοσιονομικής προσαρμογής και οικονομικής και διοικητικής μεταρρύθμισης. Η πορεία αυτή, βέβαια, πρέπει να συνδυαστεί με αναπτυξιακά μέτρα, τα οποία όμως θα είναι ευκολότερα εφικτά και περισσότερο αποτελεσματικά, αν έχει συντελεστεί προηγουμένως και επιτυχώς η δημοσιονομική σταθεροποίηση.
Στο μεσοδιάστημα αυτό μεταξύ δημοσιονομικής σταθεροποίησης και κοινής δημοσιονομικής πολιτικής, η οποία θα διευκολύνει και την ανάπτυξη, οι Ευρωπαίοι σοσιαλδημοκράτες, και ιδίως η Ελλάδα και το ΠΑΣΟΚ, που βρίσκονται στο μάτι του κυκλώνα, οφείλουν να πείσουν την κοινή γνώμη, και ιδίως τους οπαδούς τους, για την αναγκαιότητα των προσαρμογών που θα φέρουν το επιθυμητό αποτέλεσμα. Και επειδή οι προσαρμογές αυτές είναι εξαιρετικά επώδυνες, καλό θα ήταν να γίνουν με τη σύμπραξη ευρύτερων πολιτικών δυνάμεων που πιστεύουν στην Ευρώπη και στο ευρωπαϊκό μέλλον των λαών της. Στα καθ’ ημάς, η ΝΔ θα έπρεπε να αναλάβει φυσιολογικά τον κεντρικό ρόλο, ως αδελφό κόμμα της ευρωπαϊκής χριστιανοδημοκρατίας, η οποία ηγείται αυτής της προσπάθειας. Εξ ου και η ενόχληση των συναδέλφων του κ. Σαμαρά στο ευρωπαϊκό λαϊκό κόμμα για την αρχική αρνητική του στάση. Καλοδεχούμενη στο εθνικό και ευρωπαϊκό αυτό εγχείρημα θα ήταν και η έλλογη Αριστερά του κ. Κουβέλη, που δυστυχώς δεν φαίνεται, μέχρι στιγμής τουλάχιστον, να απογαλακτίζεται από την παραδοσιακή διαμαρτυρική της λογική.
Κοντολογίς, ο δρόμος είναι ανηφορικός και δύσκολος για όλους, σε σημείο που για να τον διανύσουν με επιτυχία θα πρέπει να υπερβούν όλοι τους εαυτούς τους. Οι μεγάλες αλλαγές, όμως, στην οικονομία και την κοινωνία απαιτούν και ηγεσίες ικανές να τις κατανοήσουν, να τις εξηγήσουν και να τις υλοποιήσουν. Μακάρι οι ηγεσίες μας να αρθούν στο ύψος των περιστάσεων. Αλλιώς, τις αναγκαίες προσαρμογές θα απαιτήσει ο ίδιος ο λαός, που θα αναδείξει νέες ηγεσίες ικανές να τον οδηγήσουν σε ασφαλές λιμάνι.
Ο Ξενοφών Γιαταγάνας είναι επιστημονικός διευθυντής του ΕΚΕΜΕ (Ελληνικό Κέντρο Ευρωπαϊκών Μελετών και Ερευνών)