Είναι μερικές μέρες που δεν μπορείς να γράψεις. Που ξεμένεις από ιδέες, από εκφράσεις, από λέξεις. Που το πληκτρολόγιο στέκεται ψυχρό μπροστά σου. Είναι μερκές μέρες που δεν θέλεις να υπάρχουν.
Θα περίμενε κανείς ότι ένας αγωνιστής που όρθωσε το ανάστημά του μπροστά στη φασιστική χούντα και περιφρόνησε τους βασανιστές του, θα είχε, όπως πολλοί άλλοι, τιμηθεί από τον λαό και την πολιτεία με δημόσια αξιώματα. Δεν το ζήτησε και δεν το επεδίωξε ποτέ.
Θα περίμενε κανείς ότι, όπως πολλοί άλλοι, θα βολευόταν με τους κανόνες της μεταπολιτευτικής δημοκρατίας, θα υπάκουε συγκαταβατικά στην πραγματικότητα της καθημερινότητας. Δεν συμβιβάστηκε ποτέ του, όσο ακριβά κι αν αυτό του στοίχισε στην προσωπική του ζωή.
Θα περίμενε κανείς να επαναπαυθεί, όπως πολλοί άλλοι, στις δάφνες του παρελθόντος, να σταματήσει να επαναστατεί, να ανησυχεί, να προβληματίζεται για το μέλλον της χώρας και της κοινωνίας μας.
Τίποτα πιο λαθεμένο. Ο Δημήτρης συνέχισε μέχρι την τελευταία του πνοή να γράφει, να προτείνει, να παρακινεί με τον ίδιο πάντα εφηβικό του ενθουσιασμό.
Αύριο, Τετάρτη, το βράδυ η επιτροπή διαλόγου του Ποταμιού, που τόσο πολύ τίμησε με την συνεπή παρουσία του, διοργανώνει εκδήλωση για τον χωρισμό κράτους-εκκλησίας.
Λίγες ώρες νωρίτερα, στις 3 το μεσημέρι στο Α’ νεκροταφείο, ο Δημήτρης θα σημάνει συμβολικά την έναρξη της εκδήλωσης με την πολιτική του κηδεία.
Τυχεροί όσοι γνωρίσαμε από κοντά τον Δημήτρη Κουμάνταρο. Μάθαμε τι σημαίνει να ζει κανείς παραμένοντας συνεπής στις αρχές και τις αξίες του.