.
Ο τρόπος με τον οποίον πήρε φωτιά το προεκλογικό σκηνικό, μόλις έκλεισε η συμφωνία για το PSI, είναι ενδεικτικός της ανωριμότητας του κομματικού μας συστήματος. Άλλωστε, το πόσο οι πολιτικοί μας σχηματισμοί δεν έχουν αντιληφθεί οτι οι πρακτικές τους έχουν ξεπεραστεί από τις εξελίξεις, φαίνεται και από άλλες παραμέτρους, όπως η αδυναμία τους να ανανεώσουν τα ψηφοδέλτια τους ριζικά – και προς την κατεύθυνση της ποιότητας. Αλλά η ψυχολογία του καρτέλ πεθαίνει τελευταία…
.
Στο ΠΑΣΟΚ, τα ηγετικά στελέχη μοιάζουν να βαυκαλίζονται οτι τελικά οι εκλογικές επιδόσεις θα ανακάμψουν, κόντρα στις δημοσκοπήσεις – και μάλιστα πολύ, σε σχέση με το δημοσκοπικό 8%. Είναι πιθανό, αρκετοί από τους ψηφοφόρους που φλερτάρουν τιμωρητικά με την αριστερά, τελικά να μην απομακρυνθούν.
.
Γιατί όμως να επανέλθουν σε ένα κόμμα, που δεν έχει καν την εξυπνάδα να έχει δύο υποψηφίους για την αρχηγία του; Παραμένει μυστήριο αν ο Ευάγγελος Βενιζέλος φοβήθηκε την πιθανότητα μεγάλο μέρος του “εκλογικού σώματος”, να τον καταψήφιζε, ακολουθώντας μια πορεία “παπανδρεϊκού ρομαντισμού”, κόντρα στα στελέχη. Ή μήπως η τυπολατρεία του καταστατικού δεν μπορούσε να ξεπεραστεί, με την επίκληση μιας μεγαλόθυμης πολιτικής απόφασης ή έστω την – κατ’ εντολήν – υπογραφή κάποιων στελεχών, τουλάχιστον υπέρ Παπουτσή, ώστε να υπάρξει διπολική μάχη;
.
(Οι συγκρίσεις με την μοναχική κάθοδο Παπανδρέου το 2004 δεν ευσταθούν: Τότε επρόκειτο για μια νέα διαδικασία προσφυγής στη λαϊκή θέληση, την οποία οι πολίτες ενίσχυσαν ηχηρά, με παρουσία που άγγιζε το ένα εκατομμύριο. Και κυρίως, τότε, η “σταλινικού ποσοστού” δημοφιλία του ΓΑΠ δεν άφηνε περιθώρια σε κανέναν άλλο δελφίνο, ούτε καν να σκεφτεί να κατέβει, όπως και έγινε.)
.
Όπως και να έχει το πράγμα, ακόμα κι αν ελάχιστοι είχαν σε εκτίμηση τον πρώην υπουργό Προστασίας του Πολίτη, οι εντυπώσεις είναι αρνητικές για ένα “βαρέων βαρών” ηγετικό στέλεχος. Η αναμέτρηση θα έφερνε τουλάχιστον μερικές δεκάδες χιλιάδες παραπάνω ψηφοφόρων στις κάλπες – και θα μαζευόταν, με το δίευρο, και κανένας μισθός για τους απλήρωτους εργαζόμενους του καταχρεωμένου κόμματος. Τώρα, η αδιαφορία κινδυνεύει να είναι επιδεικτική, τραυματίζοντας έτσι εξ αρχής την ανάδειξη Βενιζέλου στην ηγεσία. Και όλα αυτά, θα έχουν ακόμα μεγαλύτερη αντανάκλαση στην εγκατάλειψη του ΠΑΣΟΚ, από πολλούς. Κάτι όχι εξ ορισμού κακό, αν υπήρχε μεταρρυθμιστική «αναπλήρωση» στον πολύτιμο χώρο της κεντροαριστεράς.
.
Η μάχη λοιπόν θα είναι λυσσαλέα, για ένα κομμάτι της κοινοβουλευτικής πίτας. Όχι μόνο στο χώρο της κεντροαριστεράς, αλλά σε όλο το πολιτικό φάσμα. Η πόλωση, ο λαϊκισμός και το “αντιμνημονιακό μένος” έχουν εντείνει την πιθανότητα να το καταφέρουν και σχηματισμοί, που μέχρι πρότινος δεν είχαν καμία τύχη. Ταυτοχρόνως, και η Νέα Δημοκρατία ωθείται σε όλο και πιο ακραία ατζέντα. Αν ο Αντώνης Σαμαράς είχε προφίλ και συνεργάτες που χαρακτηρίζοντας εθνικιστές και σκληροπυρηνικοί δεξιοί, τώρα με τον προσεταιρισμό “επιφανών” ακροδεξιών στελεχών, αποκτά τον χαρακτηρισμό και επισήμως.
.
Παρά το γεγονός όμως οτι απεμπολεί τον “μεσαίο χώρο”, ο Σαμαράς έχει σοβαρές πιθανότητες να πλησιάσει την αυτοδυναμία, λόγω των ιδιατεροτήτων του εκλογικού νόμου και του κατακερματισμένου πολιτικού σκηνικού. Αν στη Βουλή καταφέρουν να μπουν πολλοί από τους έξι μικρούς σχηματισμούς (Χρυσή Αυγή, Ανεξάρτητοι Καμμένου, Δημοκρατική Συμμαχία της Ντόρας Μπακογιάννη, κόμμα Κατσέλη-Καστανίδη, Οικολόγοι-Πράσινοι και ΑΝΤΑΡΣΥΑ), τότε οι πιθανότητες εξανεμίζονται.
.
Αν όμως πολλοί από αυτούς τους σχηματισμούς μείνουν στο “πάρα πέντε”, με ένα μέσο όρο επιδόσεων το 2,5% ή το 2,9% (μαζί με το διόλου ευκαταφρόνητο 5% ή και παραπάνω που μπορεί να πάρουν μαζί όλα τα υπόλοιπα κόμματα, όπως η Δράσή ή οι Κυνηγοί), τότε ο εκλογικός νόμος προσφέρει την εκπροσώπηση αυτών των “εκτός Βουλής ποσοστών”, στο πρώτο κόμμα. Αυτό μπορεί να μεταφραστεί και σε 20-30 βουλευτές. Προσθέστε το μπόνους των 50 βουλευτών που προβλέπει πλέον ο εκλογικός νόμος και υπολογίστε οτι το ποσοστό της Νέας Δημοκρατίας μπορεί να αντιστοιχεί από μόνο του, σε 80 βουλευτές – και έχετε την εικόνα.
.
Το ερώτημα είναι βέβαια αν η επιδίωξη για κυβέρνηση συνεργασίας θα υπάρχει ούτως ή άλλως – και με ποιόν επικεφαλής. Όλα αυτά θα εξαρτηθούν από τους συσχετισμούς και βεβαίως από τις οικονομικές επιδόσεις, την πίεση για νέα μέτρα και τους απρόβλεπτους παράγοντες στο διεθνές και εσωτερικό πολιτικό σκηνικό. Σε δύο μήνες. λογικά θα ξέρουμε…
.
.