Ο «διάλογος» της κεντροαριστεράς με την κοινωνία

Γιώργος Σιακαντάρης 10 Σεπ 2016

Οι εξελίξεις στο χώρο της Κεντροαριστεράς, μετά ουσιαστικά τη ρήξη Δημοκρατικής Συμπαράταξης και Ποταμιού και την –ελπίζω προσωρινή- διακοπή του διαλόγου τους, είναι απογοητευτικές. Η άτυπη συνεδρίαση των οργάνων των κομμάτων και των κινήσεων που συναπαρτίζουν τη Δημοκρατική Συμπαράταξη απέρριψε, κατά πλειοψηφία και όχι «ομόφωνα», την πρόταση του Πολιτικού Συμβουλίου του Ποταμιού για συνέχιση του διαλόγου, αντ’ αυτού πρότεινε τη συνέχιση του διαλόγου με την κοινωνία. Κάθε φορά που τα πράγματα δυσκολεύουν στην Κεντροαριστερά ξεκινά νέος διάλογος με την κοινωνία, «νέα πορεία προς τον λαό».
Μα αν κατάλαβα καλά ο διάλογος Δημοκρατικής Συμπαράταξης – Ποταμιού ξεκίνησε όταν και οι δυο σχηματισμοί διέκριναν- και σωστά το διέκριναν- ότι η κοινωνία δεν συνομιλεί μαζί τους. Αυτή αδιαφορεί, για να μη πω κάτι χειρότερο, για ότι λέει ο χώρος της Κεντροαριστεράς, όπως αυτός εκφράζεται σήμερα.
Εδώ μερικοί κάνουν σαν να ήταν η κοινωνία που τους παρακαλούσε να συνομιλήσουν μαζί της και αυτοί αρνούνταν (sic). Μα το πρόβλημα δεν είναι να ξεκινήσει η Δημοκρατική Συμπαράταξη ή το Ποτάμι διάλογο με την κοινωνία, αλλά να ξεκινήσει η κοινωνία διάλογο μαζί τους. Το πρόβλημα δεν είναι να “κατέβουν κάποιοι στη βάση”- κατά τη σταλινικότατη διατύπωση, που «έπεφτε», όταν είχαν ληφθεί αποφάσεις για εξόντωση πολλών από τη «βάση»- αλλά να πάει η «βάση», να πάνε οι πολίτες σ’ αυτούς. Εδώ φαίνεται σαν να ήθελε η κοινωνία να συνομιλήσει με τη Δημοκρατική Συμπαράταξη και το Ποτάμι και αυτοί να μη πήγαιναν σ’ αυτήν, ενώ τώρα αποφάσισαν να υποχωρήσουν στα «παρακάλια» της κοινωνίας και πηγαίνουν να συνομιλήσουν μαζί της. Το μήνυμα της κοινωνίας όμως είναι σαφές: «Έτσι όπως είστε τώρα, δεν θέλω να σας βλέπω ούτε ζωγραφιστούς».
Και τι πρέπει να γίνει τώρα για να θελήσει η κοινωνία να δει εμάς τους κεντροαριστερούς, τους σοσιαλδημοκράτες, τους προοδευτικούς του Κέντρου, τους αριστερούς της ανανέωσης, έστω και ζωγραφιστούς; Μα φυσικά να συνεχίσουμε τον διάλογο για την ενότητα του χώρου και όχι, προς θεού, για την ομοφωνία των απόψεων.
Όσοι με διαβάζουν, ξέρουν ότι η δική μου αφήγηση απέχει από αυτή κάποιων από το Ποτάμι, και από αλλού, που μιλούν για κεντρώο χώρο ως ταυτοτικό στοιχείο του νέου σχήματος ή κάποιων που στη θέση του σοσιαλδημοκρατικού κράτους κοινωνικών υπηρεσιών τοποθετούν το δίχτυ ασφαλείας (για να είμαι δίκαιος, σπεύδω να διευκρινίσω ότι ο νεοφιλελευθερισμός μίλησε πρώτος γι’ αυτό) ή επίσης κάποιων που στη θέση του προοδευτικού φόρου ζητούν το flat tax. Υπαρκτές και σοβαρές διαφωνίες, που όμως διατρέχουν τα σοσιαλδημοκρατικά κόμματα σ’ όλη την ιστορία τους. Και ναι διαφωνούν γι’ αυτά, σ’ αυτά τα κόμματα, είναι όμως όλοι μαζί, με σεβασμό στη διαφορετική άποψη και κυρίως στους φορείς και τις προσωπικότητες των διαφορετικών απόψεων. Και πρωτίστως όσοι διαλέγονται, εκκινούν από την αρχή ότι μπορεί οι ίδιοι να κάνουν λάθος και όχι οι άλλοι.
Οι διαφορές, όταν μιλάμε για την ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία είναι το μόνιμο πιάτο στο τραπέζι της κομματικής ζωής της. Αρκεί να υπάρχει πάντα σεβασμός στον χαρακτήρα του ενός ρεύματος προς το άλλο ή της μιας προσωπικότητας προς την άλλη. Το συμβολικό φορτίο όμως της σύγκλισης και της υπέρβασης ξεπερνά το βάρος των υπαρχουσών διαφορών.
Επειδή λοιπόν δεν θεωρώ ότι οι διαφορές στις δυο επιστολές είναι τεράστιες ( εκτός του σημείου που αφορά το διπλό εκλογικό σώμα, άλλο στην πρώτη ψηφοφορία για εκλογή ηγέτη της χώρας και άλλο στη δεύτερη, αν χρειαστεί), θέλω να πιστεύω ότι ο διάλογος θα συνεχιστεί. Όχι γιατί διαφορετικά ό χώρος θα συρρικνωθεί, όπως υποστηρίζουν ορισμένοι, αλλά γιατί θα γελοιοποιηθεί. Οι προσχηματικές διαφωνίες για την άρνηση της συνέχισης του διαλόγου μάς γελοιοποιούν και δεν μάς συρρικνώνουν απλά.
Όσον αφορά το μείζον ζήτημα των συμμαχιών, όποιος γνωρίζει λίγο από την ιστορία της σοσιαλδημοκρατίας, θα ξέρει ότι αυτό είναι το μείζον θέμα που την ταλαιπωρεί διαχρονικά. Αρχικά από το αν πρέπει οι σοσιαλδημοκράτες να συμμετέχουν γενικά σε «αστικές» κυβερνήσεις, αργότερα για το αν πρέπει να συμμετέχουν σε κυβερνήσεις με τη «Δεξιά Χριστιανοδημοκρατία» και αργότερα με τους Πράσινους ή τους ριζοσπάστες αριστερούς. Ποτέ όμως οι «κυβερνητικές συνεργασίες» δεν τίθεντο, από κανένα, ως προαπαιτούμενο της ενιαίας κομματικής και πολιτικής έκφρασης.
Και για να μη νομίζετε ότι υπεκφεύγω για το ζήτημα των κυβερνητικών συνεργασιών του χώρου καταθέτω εδώ την άποψή μου. Για μένα η πρόταση για a priori συνεργασία με τη ΝΔ, χωρίς καν να ξέρουμε το αποτέλεσμα των εκλογών, μπορεί να εκληφθεί μόνο ως καλαμπούρι. Αλλά και από την άλλη η συνεχής επίκληση, σήμερα, της ανάγκης για κυβέρνηση εθνικής ενότητας, κατατάσσει στα μάτια της κοινωνίας, που λέγαμε, – είτε το θέλουν είτε όχι – όσους την καταθέτουν, σ’ εκείνους που πετούν σωσίβιο στο ΣΥΡΙΖΑ. Και όλοι ξέρουμε, πόσο ενθουσιάζεται η κοινωνία σ’ ένα τέτοιο ενδεχόμενο.
Η κυβέρνηση εθνικής ενότητας ήταν απαραίτητη πέρσι το καλοκαίρι, όταν οι παλινωδίες του ΣΥΡΙΖΑ οδηγούσαν τη χώρα στην καταστροφή. Το ΠΑΣΟΚ και το Ποτάμι τότε έκαναν το χρέος τους να ψηφίσουν το τρίτο μνημόνιο, τώρα είναι καιρός οι κυβερνώντες να αποδείξουν, ότι μπορούν και αυτοί να κάνουν το χρέος τους κυβερνώντας μόνοι, αφού έχουν τη δεδηλωμένη.
Τα θέματα κυβερνητικών συνεργασιών όμως δεν μπορούν να τίθενται ως προϋπόθεση για τη συνέχιση του διαλόγου που θα καταλήξει σε προτάσεις για την υπέρβαση των υπαρχόντων σχημάτων. Διαφορετικά θα καταντήσουμε, όπως προανέφερα, όχι λίγοι (συρρίκνωση) αλλά γελοίοι (γελιοποίηση)
Υ.Γ. 1 Η λέξη ομοφωνία δεν μπορεί να υπάρχει στο λεξιλόγιο, όλων όσοι υποστηρίζουν την ανάγκη ενός πολυτασικού ενιαίου κόμματος.
Υ.Γ. 2 Μπορεί στα φθίνοντα κόμματα να κυριαρχούν οι «κότες» (μηχανισμοί), αλλά στις κοινωνίες που απειλούνται με κατάρρευση, κάποια στιγμή, όπως έλεγε και ο Μαρξ, κυριαρχούν «οι γαλλικοί πετεινοί» της χειραφέτησης.
Υ.Γ.3 Πρέπει άμεσα να επανέλθει στο τραπέζι η πρόταση απεμπλοκής της ΔΗΜΑΡ για σύγκλιση των ανώτερων οργάνων των συλλογικοτήτων που συμμετείχαν στην Επιτροπή Διαλόγου Δημοκρατικής Συμπαράταξης – Ποταμιού και όσων άλλων θα ήθελαν τώρα να συμμετάσχουν. Αν αποσύρουν/αποσύρουμε αυτή την πρόταση, όσοι την κατέθεσαν/καταθέσαμε, θα μοιάζουν/μοιάζουμε σαν εκείνον που πυροβολεί και μετά τρέχει να πιάσει τη σφαίρα, μπας και αυτή βρει τον στόχο.
Υ.Γ.4 Δημοσιογραφικές πληροφορίες που λένε ότι μετά τη ρήξη, στο Μαξίμου άνοιξαν σαμπάνιες, διαψεύδονται μέχρι νεωτέρας.
Υ.Γ.5 Αυτές οι γραμμές γράφηκαν υπό τη μουσική υπόκρουση του Riders on the Storm και όχι του The Εnd των Doors