Μετά τις εξελίξεις με τις συλλήψεις, τις αποφυλακίσεις μερικών και τις προφυλακίσεις άλλων στελεχών της Χρυσής Αυγής, αντί να συγκροτήσουμε άμεσα τη συμμαχία όλων των δυνάμεων του συνταγματικού τόξου κατά του φασισμού, κάποιοι επικαλούνται νέα διμέτωπα (σύγκρουση με το Μνημόνιο και τη ΧΑ) και κάποιοι άλλοι επαναφέρουν δριμύτεροι την απλουστευτικά επικίνδυνη θεωρία της ταύτισης των δυο άκρων.
Έτσι ο κ. Τσίπρας εξισώνει το Μνημόνιο με τη ΧΑ δείχνοντας ότι καθόλου δεν έχει αντιληφθεί τι σημαίνει φασισμός, ενώ ο κ. Πρωθυπουργός σε ομιλία του στην Αμερική φέρεται να δηλώνει ότι «πρέπει να αντιμετωπίσουμε και το άλλο άκρο που μιλάει για έξοδο από την Ευρωπαϊκή Ένωση και το ΝΑΤΟ», εξισώνοντας και αυτός κάποιες πολιτικές απόψεις (κατ’ εμέ επιζήμιες για τη χώρα, αλλά παρ’ όλα αυτά πολιτικές απόψεις) με τον φασισμό.
Από πλευράς κατανόησης του φαινομένου, των αιτιών και των συνεπειών της ανόδου του νεοελληνικού ναζισμού το πολιτικό μας σύστημα καθόλου δεν βρίσκεται σε καλό δρόμο. Το ίδιο όμως θα έλεγα ισχύει και για το δημόσιο λόγο, όπως αυτός αναπτύσσεται σε μερικά ΜΜΕ. Μάλλον πιο σωστό θα ήταν να γράψω για μια «δημοσιογραφία», η οποία υπεραπλουστεύει σύνθετα φαινόμενα αλιεύοντας τις απόψεις της απ’ όσες ανοησίες γράφονται στις σελίδες κοινωνικής δικτύωσης.
Έτσι με έκπληξη διαβάζω κείμενα στα οποία εξισώνονται με τον φασισμό εξτρεμιστικές και καταδικαστέες πρακτικές, όπως είναι τα αστειάκια και τα ειρωνικά σχόλια για την εμφάνιση της κόρης του Μιχαλολιάκου, τα αποκρουστικά και απεχθή συνθήματα του τύπου «Κυριάκο Μητσοτάκη κάνε ένα καλό, άνοιξε το παράθυρο και πέσε στον γκρεμό», τα γιαουρτώματα, τα λιντσαρίσματα, το να υποστηρίζεις την ανοησία ότι «τα μνημόνια είναι βία» (να δεις τα μη μνημόνια τι βία που θα ήσαν) κλπ. Εξισώνοντας όμως όλα αυτά τα αποκρουστικά και καταδικαστέα φαινόμενα με τον φασισμό απαλύνεις τις βαρύτατες κατηγορίες εναντίον του.
Όλη η συζήτηση για την εξομοίωση των άκρων είναι μια μεγάλη σύγχυση. Γιατί πρώτον συγχέει το θέμα της πραγματικής ύπαρξης των άκρων σε κάθε πολιτικό σύστημα με την ταύτισή τους. Τα άκρα υπάρχουν. Αν σε κάθε πολιτικό σύστημα δεν υπήρχαν άκρα «θα πέφταμε», που λέει και ο Ζουγανέλης. Όμως παρά την ύπαρξή τους αυτά δεν είναι ίδια.
Και δεύτερον ταυτίζει τον φασισμό με το αριστερό πολιτικό άκρο. Ο φασισμός όμως δεν είναι πολιτικό άκρο, ούτε καν δεξιό πολιτικό άκρο. Είναι κάτι πολύ χειρότερο. Είναι άκρο ρατσισμού, μυστικισμού, καταπιεσμένου ψυχισμού και ενστίκτων, παράλογου εθνικισμού. Είναι η εκδίκηση των «αρρωστημένων παθών» κατά της λογικής. Κάνουν λάθος εκείνες οι ερμηνείες που είτε στην κωμική τους διάσταση (μακρύ χέρι του καπιταλισμού) είτε στην πιο σοβαρή τους (αποτέλεσμα της αποτυχίας του καπιταλισμού) βλέπουν τον φασισμό ως πολιτική ιδεολογία και πρακτική και όχι ως αυτό που είναι- μείγμα φυλετικού μίσους, ανορθολογισμού και έφεσης προς το έγκλημα.
Από τη στιγμή που το φυλετικό μίσος και η φυσική εξόντωση του άλλου, επειδή είναι άλλος και όχι επειδή ζει ή σκέπτεται διαφορετικά, εξομοιώνεται με τις προαναφερθείσες πρακτικές του αριστερού εξτρεμισμού, από αυτή τη στιγμή ο φασισμός μετατρέπεται σε απλή κοινοτοπία, και αυτομάτως ανοίγει ο δρόμος για τη νομιμοποίηση του στα μυαλά και τις καρδιές πολλών ανθρώπων. Έτσι μετατρέπεται σε κάτι το κοινότοπο και συνηθισμένο η φασιστική συμπεριφορά. Μια συμπεριφορά που είναι όνειδος και στίγμα για τον ανθρωπισμό μας και όχι απλά μια μη δημοκρατική συμπεριφορά. Τελικά όταν εξομοιώνουμε το Άουσβιτς με τα γιαουρτώματα, κάτι τέτοιο είναι χαράς ευαγγέλιο για τους οπαδούς του Άουσβιτς.
Θεωρώ αυτονόητο ότι σε συνθήκες δημοκρατίας είναι καταδικαστέα κάθε μορφή βίας, είτε αυτή προέρχεται από το φυλετικό είτε από το ταξικό μίσος. Ταυτοχρόνως όμως γνωρίζω ότι το φυλετικό μίσος δεν έχει καμία νομιμοποιητική βάση, γιατί όλοι οι άνθρωποι ανεξαρτήτως φυλής, φύλου, έθνους, θρησκείας, σεξουαλικών προσανατολισμών κλπ είναι ίδιοι και ίσοι. Στην περίπτωση όμως της ταξικής διάρθρωσης των κοινωνιών οι ταξικές ανισότητες είναι υπαρκτές και αυτό αποτελεί ισχυρή βάση για τη διαμόρφωση του ταξικού μίσους στις καρδιές των ανθρώπων.
Φυσικά σε συνθήκες δημοκρατίας, επαναλαμβάνω, είναι εξίσου καταδικαστέα και τα δυο είδη μίσους. Σε καμιά περίπτωση όμως δεν είναι ίδιες περιπτώσεις. Η καταδίκη της βίας απ’ όπου και αν προέρχεται είναι το άλφα και το ωμέγα κάθε δημοκρατικής συμπεριφοράς. Οφείλουμε όμως να τη συμπληρώσουμε με τη φράση που θα λέει ότι «η βία είναι καταδικαστέα απ’ όπου και αν προέρχεται, όταν αυτή χρησιμοποιείται στο πλαίσιο των δημοκρατικών κοινωνιών και στρέφεται κατά της ίδιας της δημοκρατίας». Γιατί υπάρχει και η νόμιμη βία που χρησιμοποίει κάθε δημοκρατικό κράτος, αλλά και οι πολίτες του για να υπερασπιστούν τη δημοκρατία από όσους την απειλούν με βίαια μέσα. Η βία για τη σωτηρία της δημοκρατίας ή για την επάνοδό της είναι κάτι το ιστορικά αναγκαίο και πολιτικά νόμιμο. Το ίδιο πολιτικά νόμιμη είναι και η βία που στη μακρά ιστορία (Μπρωντέλ) χρησιμοποίησαν οι πολιτικά και κοινωνικά καταπιεσμένοι στις προδημοκρατικές κοινωνίες. Χωρίς αυτή τη βία δεν θα υπήρχε σήμερα νεωτερικότητα και καμία φιλελεύθερη, αστική, αντιπροσωπευτική δημοκρατία. Ακόμη θα ζούσαμε σε συνθήκες απολυταρχικού κράτους και προνεωτερικής κοινωνίας.
Φυσικά είναι εκτός τόπου και χρόνου η εύκολη ένσταση όσων υποστηρίζουν ότι σήμερα δεν έχουμε δημοκρατία, όποτε καλά κάνουν όσοι μεταχειρίζονται τις πρακτικές του αριστερού εξτρεμισμού. Δεν συμφωνώ. Αν οι πολίτες μπορούν μέσω των εκλογών να αλλάζουν την όποια κυβέρνηση, τότε έχουμε δημοκρατία. Είναι άλλης φύσης θέμα ότι η δημοκρατία δεν έχει μόνο την πολιτική της (εκλογές, πολυκομματισμός, πλουραλισμός ιδεών) διάσταση, αλλά και μια κοινωνική (κράτος παροχής υπηρεσιών στους πολίτες). Σ’ αυτή της τη δεύτερη διάσταση η δημοκρατία μας πάσχει σοβαρά, αλλά δεν παύει να είναι δημοκρατία.
Όσοι, παρ’ όλα αυτά, επιμένουν ότι δεν έχουμε δημοκρατία, τότε ας πάψουν να ζητούν κάθε λίγο και λιγάκι εκλογές. Γιατί στις χούντες δεν υπάρχουν εκλογές. Από την άλλη αυτοί που ταυτίζουν τον φασισμό με οτιδήποτε άλλο (δες λήμμα συριζαυγιτισμός), μάλλον δεν θεωρούν ότι η δημοκρατία είναι σύνθετο φαινόμενο. Αυτό βεβαίως το ξέρει πολύ καλά ο Φιλελευθερισμός, όχι όμως και κάποιοι εγχώριοι φιλελεύθεροι. Φιλελεύθερος όμως γίνεσαι και δεν γεννιέσαι.
Πάντως ο δεκάλογος του φασισμού είναι το εξής ένα: το μίσος για τον άλλο άνθρωπο.