Την τελευταία περίοδο έχουν αναζωπυρωθεί και πάλι συζητήσεις, προτάσεις, κινήσεις και πρωτοβουλίες για την πολυκαιρισμένη και κακοφορμισμένη υπόθεση της ενοποίησης του “ενδιάμεσου χώρου”. Να είναι άραγε αυτή η εξέλιξη ένα αχνό φως στην άκρη του τούνελ;
Μάλλον είναι χρήσιμο να κρατάμε μικρό καλάθι. Άλλωστε, αν ο «χώρος» όδευε πλησίστιος στην ανασυγκρότησή του σε έναν ενιαίο και ΝΕΟ μεταρρυθμιστικό φορέα, θα είχε κινήσει γη και ουρανό -και πρώτα απ’ όλα τους πολίτες που βρίσκονται σ’ αυτόν- ώστε να διασωθούν πολύτιμα κληρονομικά του στοιχεία, όπως το ΒΗΜΑ, τα ΝΕΑ και άλλα μέσα του ΔΟΛ. Δεν το έκανε και, μακάρι να βγω ψεύτης, αλλά αυτό προοιωνίζεται πολλά και για το μέλλον του.
Βασικό πρόβλημα στη σχετική συζήτηση είναι πως παραμένει εμμονικά διαδικασιολογική: εκλογή αρχηγού πριν ή μετά το Συνέδριο, ποιος οργανώνει και ποιος συμμετέχει στο Συνέδριο, ομοσπονδία ή ενιαίο κόμμα, timing της διάλυσης κομμάτων και κινήσεων, καθώς και άλλα ζητήματα που χωρίς να είναι ασήμαντα –κάθε άλλο- βρίσκονται σε προηγούμενη… πίστα (που λέει και η νεολαία) και αποκρύπτουν άλλα εξόχως πιο σημαντικά. Για την ακρίβεια η επίλυση τέτοιου είδους θεμάτων ίσως να αρκούσε πριν από τις εκλογές του Σεπτεμβρίου του 2015 και μερικούς μήνες μετά αλλά σήμερα όχι μόνο δεν φτάνει αλλά, επιπλέον, η καθήλωση σ’ αυτά αποπροσανατολίζει.
Γιατί σήμερα η… πίστα είναι, πλέον, πολύ διαφορετική.
- Η εκλογή Τραμπ αλλάζει τις ΗΠΑ και τις «κοσμοϊσορροπίες. Μαζί έρχεται η απειλή του ομογάλακτου και επελαύνοντος εθνικολαϊκισμού στην Ευρώπη κι από κοντά η «ανάπηρη-αυταρχική δημοκρατία» Πούτιν και Ερντογάν. Μένουν ίδιες κι απαράλλαχτες οι διαχωριστικές γραμμές σ’ αυτόν τον καινούριο κόσμο; Μήπως όχι μόνο η διαχωριστική γραμμή Αριστερά-Δεξιά αλλά και η πρόοδος-συντήρηση περνούν σε δεύτερο πλάνο αφού στον ένα πόλο βρίσκεται πλέον η –ενός ή άλλου είδους- αντίδραση και στον άλλο αντιπαρατίθεται, κατά περίπτωση, η ορθολογική ή/και η προοδευτική μετριοπάθεια;
- Έχουμε, ταυτόχρονα, μια ευρωπαϊκή κινούμενη άμμο. Μετά την πολύχρονη κρίση και τις μονόφθαλμες πολιτικές ήρθε ο σεισμός του Brexit και τα επεισόδια αυτού του σήριαλ βρίσκονται ακόμα στην αρχή. Επιπλέον, το φάντασμα της Λεπέν πλανάται πάνω από την Ευρώπη ενώ τον επόμενο μήνα θα τεθεί επισήμως –στην επετειακή σύνοδο κορυφής- η προοπτική της Ευρώπης των πολλών ταχυτήτων. Είναι προφανές πως οι απαντήσεις εκ του αποθέματος δεν επαρκούν πια.
- Η κρίση της σοσιαλδημοκρατίας βαθαίνει και περνά σε νέο στάδιο. Έπειτα από μια φάση απώλειας παραδοσιακών της ερεισμάτων και ταυτοτικής «εκκρεμοδικίας» ταυτόχρονα με νέες –αν και αντιφατικές- αναζητήσεις οι «δύο ψυχές» που συνυπήρχαν στο πλαίσιό της (ο μεταρρυθμιστικός ρεαλισμός και η αναδίπλωση στη «σοσιαλιστική μήτρα») σε πολλές περιπτώσεις θέτουν –με τον έναν ή τον άλλο τρόπο- τέλος στη συγκατοίκησή τους. Συνέβη και θα βαθύνει στη Γαλλία, επαπειλείται στη Μ. Βρετανία, όπου η επικράτηση του «αριστερού» Κόρμπιν οδηγεί τους Εργατικούς στο περιθώριο ενώ είναι πολύ πιθανή σε Ισπανία και Ιταλία. Εν ολίγοις οι βεβαιότητες έχουν τελειώσει, τα ερωτήματα και οι αναζητήσεις πληθαίνουν.
- Στην ελληνική περίπτωση γίνεται όλο και περισσότερο κοινός τόπος πως η βλάβη από τη διακυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ τείνει να γίνει ανήκεστος. Στην οικονομική ερημοποίηση που παροξύνεται από το διαπραγματευτικό γαϊτανάκι, προστίθενται οι απόπειρες στραγγαλισμού θεσμών και δημιουργίας καθεστώτος ενώ, την ανοιχτή πληγή του προσφυγικού κινδυνεύει να μετατρέψει σε βόμβα μεγατόνων η διαχείρισή της και, κυρίως, η επικίνδυνη συγκυρία της Τουρκίας. Δοθείσης, λοιπόν, της εκτίμησης περί κινδύνου «ανηκέστου βλάβης» είναι εμφανές πως οι επόμενες εκλογές θα διεξαχθούν μέσα σε γενικευμένο κλίμα απαλλαγής από τον ΣΥΡΙΖΑ. Η απλή λογική λέει πως οι δυνάμεις του «ενδιάμεσου χώρου» πρέπει να γίνουν μέρος αυτού του «κλίματος», ιχνογραφώντας, βέβαια, τη δική τους εκδοχή για την επόμενη μέρα.
Αν υπάρχει κάτι που παραμένει ίδιο κι απαράλλαχτο ως ζητούμενο τόσο στην παλιά όσο και στη νέα πίστα είναι η ανάγκη για κριτική επανεκτίμηση της πορείας της χώρας και του «χώρου» στην περίοδο της μεταπολίτευσης, στη φάση της εισόδου στην κρίση και στην εποχή της διαχείρισης της κρίσης και των μνημονίων.
Ίσως και επειδή αυτή η επανεκτίμηση δεν έχει γίνει ή και αποφεύγεται, εμφανίζονται πάλι από δυνάμεις του χώρου ίδιες και απαράλλαχτες οι παθογένειες του παρελθόντος. Τα προβλήματα και τα ερωτήματα της νέας πίστας αντιμετωπίζονται με αναδίπλωση, με επιστροφή σε παλιά εργαλεία, με αμήχανες ή/και παρωχημένες προγραμματικές ιδέες, με επιμονή σε δευτερεύουσες, πλέον, διαχωριστικές γραμμές, με τη διατύπωση πολιτικής πρότασης «ίσων αποστάσεων», η οποία αφήνει αναπάντητο το διακύβευμα των επόμενων εκλογών και, τέλος, με υπερμεγέθη αλαζονεία όσον αφορά τις ενοποιητικές διαδικασίες του χώρου.
Ευτυχώς, βέβαια, την ίδια ώρα αναπτύσονται και άλλες πρωτοβουλίες, ιδέες και προτάσεις στον «χώρο» που δεν ακολουθούν τη λογική όσων προαναφέρθηκαν αλλά προσπαθούν να ανιχνεύσουν απαντήσεις στα προβλήματα και τα ερωτήματα της νέας «πίστας».
Ακριβώς γι αυτούς τους λόγους, λοιπόν, η εμμονή στα διαδικαστικά και οργανωτίστικα στην παρούσα φάση ούτε λύση μπορεί να δώσει ούτε να εμπνεύσει. Προέχει η αναζήτηση απαντήσεων στα ταυτοτικά, στρατηγικά, προγραμματικά και πολιτικά ζητήματα της περιόδου.
Από τις απαντήσεις που θα δοθούν θα εξαρτηθεί και το μέλλον του χώρου. Στην περίπτωση που αποσυρθούν ή αποφευχθούν όσα προαναφέρθηκαν και οι απαντήσεις είναι κοινές και παραπλήσιες τα διαδικαστικά θα έρθουν εύκολα, όπως και η ενοποίηση του «ενδιάμεσου χώρου». Αν οι απαντήσεις διαφέρουν και μάλιστα ριζικά, αναγκαστικά θα εκφρασθούν ξεχωριστά οι «δύο ψυχές» και η ενοποίηση θα παραμείνει ως στόχος για μια επόμενη φάση.
Σε κάθε περίπτωση εκείνο που επείγει είναι η συζήτηση να… αναποδογυρίσει, να μπει με τα πόδια κάτω και το κεφάλι πάνω και από την ατέρμονα διαδικασιολογία να περάσουμε στην ουσιαστική πολιτική συζήτηση.
Έτσι, άλλωστε, θα ιχνογραφηθεί και το νέο που είναι προϋπόθεση του ενιαίου.