«Η ΔΗΜΑΡ ανοίγει παράθυρο συνεργασίας με τον ΣΥΡΙΖΑ», ειπώθηκε και γράφηκε τις τελευταίες ημέρες. Χωρίς διάθεση αντιπαράθεσης με όσους έχουν αυτή την άποψη, καλό είναι να την πουν δημόσια, προκειμένου να υπάρξει και η δημόσια συζήτηση αλλά και ο αντίλογος.
Ο γράφων υποστηρίζει ότι ο ΣΥΡΙΖΑ του Ιουνίου του 2010, την περίοδο δηλαδή που αποχώρησε η τότε ανανεωτική πτέρυγα από τον ΣΥΝ, ήταν (σχηματικά) πολύ καλύτερος από τον σημερινό.
Ο τότε ΣΥΡΙΖΑ ούτε που θα διανοούνταν να συζητήσει και να φλερτάρει με πρόσωπα σαν τον Πάνο Καμμένο και τη Ραχήλ Μακρή και κόμματα σαν τους Ανεξάρτητους Ελληνες (ΑΝΕΛ). Ούτε που θα το σκεφτόταν να πάρει όλα τα απομεινάρια του βαθέος ΠαΣοΚ, τα οποία οδήγησαν, μαζί με την καταστροφική πενταετία Καραμανλή, στη σημερινή κρίση. Ούτε που θα έβαζε με τον νου του να αγκαλιάσει όλη τη συνδικαλιστική νομενκλατούρα, την οποία και κατήγγελλε όλα τα προηγούμενα χρόνια.
Και φυσικά, ο τότε ΣΥΡΙΖΑ δεν είχε το σημερινό αλαζονικό ύφος το οποίο εκπέμπεται από πολλά κορυφαία στελέχη του. Πολύ περισσότερο, ο τότε ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να μιλούσε για τη διαπλοκή, αλλά ποτέ δεν θα έκανε τέτοιες απρέπειες σε σκιτσογράφους, σε αναλυτές και φυσικά σε εσωκομματικούς διαφωνούντες, όπως ο Πέτρος Τατσόπουλος. Προκύπτει εύλογα, κατά συνέπεια, ότι οι σειρήνες της εξουσίας αλλάζουν τα κόμματα. Αλλά, δυστυχώς, αλλάζουν και τους ανθρώπους.
Ανοίγω παρένθεση για να πω ότι συζητούσα τις προάλλες με ένα πρώην ηγετικό στέλεχος του ΣΥΝ, που σήμερα έχει αποσυρθεί από την ενεργό πολιτική. Μου έλεγε με θλίψη ότι ο ΣΥΡΙΖΑ κατ? ουσίαν πολεμά όλες τις επεξεργασίες που είχαν κάνει για τα μεγάλα ζητήματα η ΕΑΡ και ο ΣΥΝ των πρώτων χρόνων της ίδρυσής του. Πρόκειται για επιλογές οι οποίες μπορεί να μην είχαν μεγάλη απήχηση στην κοινωνία, όμως ήταν απολύτως τεκμηριωμένες, ρεαλιστικές και, φυσικά, είχαν πολιτικό κόστος. Οπως, παραδοσιακά, είχαν κόστος οι επιλογές του χώρου της σύγχρονης Αριστεράς, καθώς πήγαιναν κόντρα στο ρεύμα και στις κατεστημένες νοοτροπίες.
Από τη φορολογική πολιτική και τα ευρωπαϊκά ζητήματα, έως την αντίληψη για την Αυτοδιοίκηση, τη λειτουργία του δημόσιου τομέα και το πολιτικό σύστημα.
Με απλά λόγια, ο σημερινός ΣΥΡΙΖΑ έχει απολέσει όλα τα χαρακτηριστικά της ανανεωτικής Αριστεράς – και όπως εύστοχα έγραψε ο Ηλίας Κανέλλης («ΝΕΑ», 20/11/2013) «υποκατέστησε το ΠαΣοΚ στον ρόλο του λαϊκού πολυσυλλεκτικού κόμματος».
Επί της ουσίας ο ΣΥΡΙΖΑ έχει πλέον απομακρυνθεί από οτιδήποτε ρομαντικό και εναλλακτικό είχε ο χώρος της ανανεωτικής Αριστεράς. Τον πολιτικό πολιτισμό, την ανοχή στη διαφωνία, τον σεβασμό στον αντίπαλο, την ανεκτικότητα στην κριτική από τα ΜΜΕ.
Αντιθέτως, έχει υιοθετήσει όλες τις πρακτικές και τη ρητορική του παλαιού ΠαΣοΚ. Αλλα λέμε έξω και άλλα λέμε μέσα. Ακριτη αποδοχή όλων των αιτημάτων, όλων των κοινωνικών κατηγοριών και, πρωτίστως, των συντεχνιών. Χάιδεμα των αυτιών του «λαού». Υποσχέσεις σε όλες τις κατηγορίες των πολιτών. Υφάκι και στυλάκι «προ των πυλών της εξουσίας». Και, βεβαίως, κανένα μέτωπο με τον εθνικισμό, αφού όλο το λεγόμενο πατριωτικό ΠαΣοΚ έχει πιάσει στασίδι στην Κουμουνδούρου. Οι εμπνευστές αυτών των επιλογών εκτιμούν, προφανώς, ότι κοπιάροντας τον Ανδρέα Παπανδρέου και τις πρακτικές του θα ανέλθουν στην εξουσία. Μα, ακόμα δεν έχουν κατανοήσει τους λόγους και τα αίτια που η χώρα βρίσκεται στο χείλος του γκρεμού;
Εν κατακλείδι, όταν οι λόγοι που οδήγησαν στη διάσπαση του 2010 έχουν πολλαπλασιαστεί το 2013, είναι δυνατόν σήμερα να συζητά κανείς στα σοβαρά το ενδεχόμενο συνεργασίας με τον ΣΥΡΙΖΑ;