Πολλές ελπίδες έχουν επενδυθεί τελευταία στην αναμενόμενη αρχές Σεπτεμβρίου σύνοδο των ηγετών των χωρών του ευρωπαϊκού Νότου, ιδίως ως προς τη διεκδίκηση ανατροπής της πολιτικής λιτότητας. Οι ελπίδες αυτές δεν είναι βάσιμες για πολλούς λόγους. Ας αναφέρουμε ορισμένους εξ αυτών.
• Δύο τουλάχιστον από τους συμμετέχοντες, που συμβαίνει να είναι και οι πλέον ισχυροί, Γαλλία και Ιταλία, δεν είναι χώρες του Νότου. Το Παρίσι και το Μιλάνο δεν ανήκουν στον ευρωπαϊκό Νότο.
• Δεν είναι, άλλωστε, τυχαίο ότι και οι δύο αυτές χώρες με τη Γερμανία συνεννοήθηκαν πρόσφατα για την επανεκκίνηση της ΕΕ. Oλοι αναγνωρίζουν ότι χωρίς τη συμφωνία της Γερμανίας, τίποτα δεν μπορεί να αλλάξει στην Ευρώπη.
• Ακόμα και αν ήταν δυνατό να συγκροτηθεί αρραγές μέτωπο των χωρών του Νότου, το μόνο που πιθανόν να πετύχαινε θα ήταν να οδηγήσει στη διάσπαση της ΕΕ με την ενδεχόμενη αποχώρηση και άλλων κρατών του Βορρά και του Κέντρου και τη σύμπηξη μιας στενότερης ένωσης μεταξύ τους. Τούτο διευκολύνεται και από τη δυνατότητα οικειοθελούς αποχώρησης που προβλέπουν, εσφαλμένα, οι Συνθήκες, όπως αποδείχτηκε με τη Μεγάλη Βρετανία. Αν επιτρέπεις, ως δημοκρατική ρήτρα, την αποχώρηση, σημαίνει ότι δεν πιστεύεις ακράδαντα στο ενοποιητικό εγχείρημα.
• Κυρίως όμως, εκείνο που συνιστά τη μεγαλύτερη δυσκολία είναι το περιεχόμενο που δίνεται στην αποδυνάμωση των πολιτικών λιτότητας. Αν τούτο σημαίνει, όπως φαίνεται, χαλάρωση της δημοσιονομικής πειθαρχίας, το αδιέξοδο είναι βέβαιο. Η Γερμανία αποκλείεται να δεχθεί οιαδήποτε οπισθοχώρηση στον τομέα αυτό, και δικαίως, αφού η χώρα αυτή θα κληθεί να αναλάβει το μεγαλύτερο βάρος των αναπότρεπτων αποτελεσμάτων που θα προκύψουν.
Αντίθετα, κυρίως οι χώρες του Νότου έχουν κάθε συμφέρον να αναδειχθούν σε σταθερότερους υποστηρικτές μιας απόλυτα εγγυημένης δημοσιονομικής πειθαρχίας, απαιτώντας παράλληλα την αλλαγή στην αρχιτεκτονική του ευρώ με αιχμή την έκδοση ευρωομόλογου και ίδια επιτόκια για όλους, την καταδίκη των υπερβολικών πλεονασμάτων και την ισόρροπη αξιοποίησή τους υπέρ των πλέον αδυνάτων, σύμφωνα με τις αντίστοιχες διατάξεις περί υπερβολικών ελλειμμάτων του Συμφώνου Σταθερότητας και Ανάπτυξης, καθώς και τη σταδιακή επέκταση της φορολογικής εναρμόνισης.
Oπως κινούνται σήμερα τα πράγματα, το ενιαίο νόμισμα, αντί να είναι παράγοντας μεγαλύτερης συνοχής μεταξύ των κρατών- μελών, σύμφωνα με τον αρχικό σχεδιασμό, γίνεται ολοένα και περισσότερο παράγοντας αποσύνθεσης της ΕΕ. Η Γερμανία και οι ισχυροί του Βορρά οφείλουν να το συνειδητοποιήσουν, ενώ η Ελλάδα και οι λιγότερο ισχυροί του Νότου οφείλουν να καταλάβουν ότι αναγκαίο προαπαιτούμενο για τις αναγκαίες αυτές αλλαγές είναι η αυστηρή τήρηση της δημοσιονομικής πειθαρχίας, πράγμα που θα αποδυναμώσει τις αντιστάσεις και θα απελευθερώσει τη δυναμική δομικών μεταρρυθμίσεων της κοινής οικονομικής πολιτικής. Αν αυτό γίνει κεντρική κατεύθυνση των χωρών του ευρωπαϊκού Νότου, μπορεί να είμαστε αισιόδοξοι ότι κάτι μπορεί να αλλάξει στην ΕΕ με στόχο την ενίσχυση της ενότητας και της συνοχής στο σύνολό της, μοναδική προοπτική για την επιβίωσή της στον σημερινό κόσμο. Αλλιώς, έρχονται τα χειρότερα.