Ένα αρκετά «ελληνικό» βράδυ μας στη Λάρνακα, 3 φίλοι, διαφορετικές ηλικίες, ζωές κι ενδιαφέροντα έτυχε να συζητάμε κοινωνικά θέματα. Οι γεύσεις, η ρακή και η λαϊκή μουσική, όπως ήταν φυσικό μας έφεραν πιο κοντά. Είναι εκείνες οι στιγμές, που η ζεστασιά της ντυμένης με πολλή «πατρίδα» παρέας λύνει τη γλώσσα και οδηγεί τη βραδιά σε μακρές συζητήσεις, με συμφωνίες και πολλές αντιπαραθέσεις.
Την ώρα που διαφωνούσα με τους ακροδεξιούς φίλους μου για αυτόν τον τρόπο αντίδρασής τους στα σοβαρά κοινωνικά προβλήματα, όπως η φτώχια, η ανεργία, η εγκληματικότητα και το μεταναστευτικό, ακούστηκε το γνωστό τραγούδι του Ξυλούρη, «Η Μπαλάντα του Kυρ-Μέντιου», το οποίο είναι ποίημα του Κώστα Βάρναλη. Τότε, εντελώς αυθόρμητα-μηχανικά αφήσαμε την κουβέντα ,πιάσαμε το τραγούδι και γίναμε ένα υπό τους ήχους του ύμνου των λαϊκών αγώνων.
Αυτό που πάλευα μία ώρα, το κατάφεραν οι στίχοι μέσα σε λίγα δευτερόλεπτα. Ακόμη μία φορά, η ποίηση μέσα απ’ τη στιγμή έδωσε την απάντησή της και μας είπε μια μεγάλη αλήθεια! Ότι η ανάδειξη κι αποδοχή ακραίων φασιστικών δυνάμεων από μεγάλο κομμάτι των νέων, σε συνδυασμό με την αδράνεια τους στην εποχή που η ενεργή τους παρουσία είναι επιβεβλημένη, είναι αποτελέσματα πολιτικής και κοινωνικής ανωριμότητας με παράλληλη αποξένωση από την ιστορία και τον πλούσιο πολιτισμό του τόπου μας.
Η αντίφαση με τον νέο που τραγουδάει για την ειρήνη και τους αγώνες του λαϊκού κινήματος αλλά παράλληλα είναι ακροδεξιός υποδηλώνει σοβαρό πρόβλημα πολιτικής ωριμότητας της νεολαίας. Πολλοί δυστυχώς δεν μπορούν να καταλάβουν την αιτία της κρίσης που ταλανίζει την κοινωνία μας και τον κόσμο, η οποία είναι ο ανεξέλεγκτος τρόπος που λειτούργησε το χρηματοπιστοτικό σύστημα σε συνθήκες παγκοσμιοποίησης και με τις «ευλογίες» νεοφιλελεύθερων κυβερνήσεων σε Ευρώπη κι Αμερική.
Ταυτόχρονα αδυνατούν να διακρίνουν τι προκαλεί το φαινόμενο της ραγδαίας μετανάστευσης προς την Ευρώπη, πληθυσμών από την Αφρική και τη Μέση Ανατολή, το οποίο δεν είναι άλλο από την ιμπεριαλιστική πολιτική του δυτικού κόσμου και κυρίως της Αμερικής, στο πλαίσιο του ανταγωνισμού στην οικονομία της ενέργειας. Πολιτική που μεταφράζεται στις περιοχές αυτές με πολέμους, στρατιωτικά καθεστώτα και συνεχείς αναταραχές που κάνουν αφόρητη τη ζωή των λαών.
Αντιθέτως, παρασυρμένοι από τις ακροδεξιές συνιστώσες κι από διαφόρου λογής διαμορφωτές κοινής γνώμης στρέφονται στον ακραίο εθνικισμό, την ξενοφοβία και την απόρριψη διεθνών σχέσεων βλέποντας οιωνούς και «φαντάσματα» που επιθυμούν το «κακό» της Ελλάδας.
Δείγμα έλλειψης πολιτικής κουλτούρας είναι και η τάση που επικρατεί για γενίκευση, περί ευθύνης του συνόλου του πολιτικού συστήματος και όσων πολιτεύτηκαν στη χώρα για την κατάσταση στην οποία βρισκόμαστε. Η τάση αυτή της «ισοπέδωσης» προχωράει σε τέτοιο βαθμό ώστε ν’ απαξιώνονται όλες οι δημοκρατικές διαδικασίες και ελευθερίες δράσης ως αιτίες της κρίσης ,της διαπλοκής και της διόγκωσης του χρέος. Αποτέλεσμα είναι, αρκετοί νέοι να στρέφονται στο φασισμό, ν’ αναπολούν ολοκληρωτικά καθεστώτα και να αρνούνται να βρουν την αλήθεια μέσα από τη συμμετοχή τους σε συλλογικές-δημοκρατικές διαδικασίες.
Σχετικά με το ότι η άνοδος της ακροδεξιάς οφείλεται στο γεγονός ότι πολλοί νέοι δεν γνωρίζουν Ιστορία, πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα απ’ τη δικτατορία των συνταγματαρχών και την θετική εντύπωση που έχουν πολλοί για τα γεγονότα της επταετίας δεν υπάρχει. Δυστυχώς, αντιλήψεις τύπου «επί χούντας έγιναν πολλά έργα» και «δεν υπήρχε δημόσιο χρέος» έχουν υιοθετηθεί από αρκετούς. Η αποξένωση με την γνώση της ιστορίας σε αυτή την περίπτωση οδηγεί νέους ανθρώπους να υπερασπίζονται ως πατριωτικό ένα καθεστώς που καταδυνάστευσε τον ελληνικό λαό κι όχι μόνο δεν ήταν εθνικό αλλά η εγκαθίδρυσή του ήταν μία καθαρά ψυχροπολεμική πράξη διασφάλισης των συμφερόντων της Αμερικής στην ανατολική Μεσόγειο.
Άλλωστε, δεν πρέπει να μας διαφεύγει ότι ο πυρήνας της ακροδεξιάς στην Ελλάδα, συνδέεται στενά με αυτό που στις διάφορες φάσεις της σύγχρονης ιστορίας μας ήταν η εξουσία (βασιλόφρονες, νεολαία Μεταξά, ταγματασφαλίτες, θρησκευτικοί παρακρατικοί, δοσίλογοι κλπ) κι έκαναν τη «βρώμικη δουλειά» στην προσπάθεια του συστήματος να εξυπηρετήσει τα συμφέροντά του, στις πλάτες του λαού.
Ο λάθος τρόπος αντίδρασης των νέων στα κακώς κείμενα της εποχής, είτε ως αδράνεια είτε ως στροφή σε ακραίες επιλογές οφείλεται σε μεγάλο βαθμό και στην απομάκρυνσή τους από τον ελληνικό λαϊκό πολιτισμό. Η υιοθέτηση ενός τρόπου ζωής που συνδυάζει δυτικό πολιτισμό και μεσογειακή «υπερβολή» έχει οδηγήσει τη νεολαία σε «πολιτισμική αποχαύνωση». Η ενασχόληση με τις τέχνες, την ποίηση και τα γράμματα περιορίζεται αυστηρά στο πλαίσιο της εκπαίδευσης και ο ελεύθερος χρόνος καταναλώνεται σε πράγματα που σε πολλές περιπτώσεις δεν έχουν ουσία.
Στον καταλογισμό ευθυνών για το σοβαρό πρόβλημα της παθητικής στάσης της νεολαίας και της στροφής της σε ακραίες επιλογές, την πρώτη θέση, πάνω από όλους τους φορείς κοινωνικοποίησης καταλαμβάνει το εκπαιδευτικό σύστημα. Δυστυχώς, εδώ και χρόνια το σχολείο δεν επιτελεί έτσι όπως θα έπρεπε την βασική λειτουργία της κοινωνικοποίησης.
Βλέποντας νέους να αδιαφορούν για τα κοινά, να απαξιώνουν τη συμμετοχή σε συλλογικότητες κι ακόμη χειρότερα να ασπάζονται συντηρητικές απόψεις, να στρέφονται στο ρατσισμό, την ξενοφοβία και να παρασύρονται στη βία στα πλαίσια ενός όλο και διογκούμενου «έσω-ταξικού» μίσους, καταλαβαίνουμε ότι το δημόσιο σχολείο δεν έκανε σωστά τη δουλειά του.
Με τους στόχους λοιπόν της δημιουργίας νέων που να φέρονται δημοκρατικά, να συμμετέχουν, να σέβονται τη γνώμη του άλλου, ν’ αγαπούν την ειρήνη και να είναι ανεξάρτητες προσωπικότητες, ώριμες κοινωνικά να μην επιτυγχάνονται στον επιθυμητό βαθμό, συνειδητοποιούμε ότι η οργάνωση και η στελέχωση της εκπαίδευσης σε ένα άλλο πλαίσιο, πρέπει να απασχολήσουν σοβαρά τους διαμορφωτές της πολιτικής και κυρίως την κοινωνία.
Έτσι ίσως μειωθούν οι νέοι που δεν ξέρουν τι υποστηρίζουν, τι ψηφίζουν και τι τραγουδάνε…