Ο αξιότιμος κος Τζον Όλιβερ

Νότης Μαυρουδής 05 Νοε 2018

Αν ψάξουμε να βρούμε ένα… ρηξικέλευθο τηλεοπτικό κείμενο, έναν παρουσιαστή « αντιστασιακό», «επαναστάτη», έναν ανατροπέα τής πλήξης κι έναν αγωνιστή, κυρίως εναντίον τής… Τραμπικής ρηχότητας (και όχι μόνο), αυτόν θα τον συναντήσουμε στο πρόσωπο του βρετανού μάγου τής αυτοσχεδιαστικής τηλεοπτικής σάτιρας, ευφυούς κριτικής και ευθύβολου σχολιασμού, τον Τζον Όλιβερ. Την περίοδο πριν, μετά τις αμερικανικές εκλογές, αλλά και σήμερα, ο κωμικός-κατά βάση- παρουσιαστής είναι καταπέλτης  για τον πρόεδρο Τραμπ, ο οποίος  βασιλεύει και εξουσιάζει το σημερινό Αμερικανικό σύστημα αξιών επηρεάζοντας όμως και τον υπόλοιπο Πλανήτη.
Ένα ξεκαρδιστικό τηλεοπτικό ημίωρο με απόλυτο σαρκασμό, χιούμορ, ζηλευτά κείμενα που μοιάζουν με επεξεργασμένη γλωσσική… δαντέλα, με απίστευτες ατάκες υψηλότατου IQ, γεμάτες έξυπνους υπαινιγμούς βασισμένους στη βαθύτατη κατανόηση και γνώση τής διεθνούς πολιτικής και κοινωνικής πραγματικότητας, μια πνευματική διαδικασία που θα ζήλευαν όλοι οι γραφιάδες τού κόσμου, απόγονοι του δικού μας Αριστοφάνη…. Οκτώ βραβεία emmy έχει αποσπάσει μέχρι σήμερα ο χαρισματικός κειμενογράφος και παρουσιαστής, τα οποία τον καθιστούν σημαίνον πρόσωπο στην παγκόσμια τηλεοπτική πιάτσα.
Όπως έγραφε στο Αθηνόραμα ο Γιάννης Καντέας-Παπαδόπουλος «είναι απλώς μια απόδειξη της σημασίας της εκπομπής σε έναν πλανήτη που φλερτάρει ολοένα και περισσότερο με την παράνοια».
Πιστέψτε με πως αυτό τον καιρό είναι ο… ήρωάς μου και κάθε Παρασκευή, στις 12 τα μεσάνυχτα είμαι μπροστά στο Cosmote-cinema για να απολαύσω αυτόν τον πανέξυπνο «σαλτιμπάγκο» που κάνει με τα κρεμμυδάκια όποιαν celebrity persona βάζει μπροστά του, στο «Last Week Tonight» παραγωγής HBO, και, ουσιαστικά, την ξεμπροστιάζει…

Δεν είναι τυχαίο πως μεγάλα ονόματα της συντηρητικής πολιτικής σκηνής έχουν ομονοήσει πως: «Ο Τζον Όλιβερ είναι ένας ανόητος κωμικός», «τρομερά βαρετός», «πιο δυσάρεστος και από διουρητικό»! Ναι σας λέω. Αυτά είπαν ο πρώην αντιπρόεδρος της FIFA Τζεφ Μπλάτερ, ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ και ο πρόεδρος του Εκουαδόρ Ραφαέλ­ Κορέα αντίστοιχα. Πώς είναι δυνατόν να μην υπάρχουν αντιδράσεις; Η περίπτωση τού πνευματώδους και ικανού τηλεπαρουσιαστή είναι από εκείνες που λέμε: «Μη σε πιάσει στο στόμα του…»
Ο Όλιβερ, του οποίου οι τηλεθεάσεις φτάνουν στα ύψη των μετρήσεων, είναι ο φόβος κι ο τρόμος των πολιτικών, διότι δεν είναι καθόλου επιδερμικός, αντιθέτως, ψάχνει το βάθος και, κυρίως, το παρασκήνιο.
Μερικές διαπιστώσεις μου:
– Είναι πληροφορημένος με κάθε λεπτομέρεια γύρω από το αντικείμενο της κριτικής του.
– Εμβαθύνει πολιτικά, κοινωνικά, οικονομικά, ιστορικά, διερευνώντας ενδελεχώς την κάθε περίπτωση που εξετάζει.
– Έχει λεκτική ετοιμότητα και παίρνει γρήγορες στροφές το μυαλό του, παρουσιάζοντας ένα θέμα – θέαμα σπαρταριστό και ταχύτατο με ερωτήσεις και σχόλια που προκαλούν τον γέλωτα και συγχρόνως το πνεύμα και την διάνοια του τηλεθεατή.
– Σκέφτεται με τη δεινότητα ενός κομίστα σκιτσογράφου και την ευφυΐα ενός δεινού ατακαδόρου.
– Έχει την άνεση να κινείται με ελευθερία γύρω από το αντικείμενό του, το οποίο σημαίνει πως δεν έχει καμία δέσμευση ή εξάρτηση από άλλου είδους υπόγειες εξουσίες, οι οποίες συνηθίζουν να φιμώνουν ή να περιορίζουν εντέχνως την λεγόμενη «ελεύθερη έκφραση μπροστά στο γυαλί»…
– Όπως είναι γνωστό, ο Τζον Όλιβερ, μεταξύ τηλεόρασης και διαδικτύου, έχει εκατομμύρια θαυμαστές· τεράστιες κοινωνικές μάζες ανθρώπων, οι οποίοι γνωρίζουν τα κοινωνικοπολιτικά προβλήματα και τον αποδέχονται επιλέγοντάς τον για την ψυχαγωγία τους.

Το παράδειγμα του Όλιβερ είναι ιδιαιτέρως χρήσιμο στη χώρα μας. Πέρα από την επαρχιώτικη τηλεοπτική μας ματιά, η οποία είναι, ούτως ή άλλως, βραχυκυκλωμένη από την εξάρτησή μας από την εξάρτηση των ΜΜΕ από πολιτικές εξουσίες και επιχειρηματικά συμφέροντα, το πρόγραμμα Last Week Tonight θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί ως παράδειγμα ενηλικίωσης, μπας και λειτουργήσει καταλυτικά στο τηλεοπτικό μας πεδίο…
Εάν ψάξουμε να βρούμε Έλληνες κωμικούς ή κονφερασιέ, η σκέψη θα πάει στον παλαιό Γιώργο Οικονομίδη ή στη δεκαετία του ‘80 στον Χάρη Κλιν, λίγο στον Τάκη Ζαχαράτο, τον, για όσο διάστημα παρέμεινε αλώβητος από την τηλεοπτική φθορά, Γιώργο Μαρίνο, τον Λάκη Λαζόπουλο ή έστω στον καμένο ποικιλοτρόπως Γιάννη Ζουγανέλη, αλλά και τον Μάρκο Σεφερλή. Οι κωμικοί τής μεταδικτατορικής Ελλάδας, βρήκαν έκφραση και στήριξαν την καριέρα τους στην θηλυπρεπή καρικατούρα τής ομοφυλοφιλίας, ή στις μιμήσεις διάσημων και κάποιοι στην καθαρά κοινωνική-πολιτική σάτιρα.
Η σοβαρή, εμβριθής και καυστική σάτιρα πάντα είναι απολαυστική για το κοινό. Οι καλές επιθεωρήσεις έφτιαξαν κλίμα μέσα στα θέατρα, στον κινηματογράφο και στις παραστάσεις, αλλά η εξέλιξη στο γυαλί, μπροστά σε εκατοντάδες χιλιάδες, ή σε εκατομμύρια κόσμο (όπως η περίπτωση του Όλιβερ), ενός και μόνο ανθρώπου, ο οποίος αναλαμβάνει να ψυχαγωγήσει τα πλήθη με καθαρά πολιτική, έξυπνη και σαρκαστική σκέψη, είναι πολύ σ ο β α ρ ή υπόθεση.
Μήπως από αυτή την παγκόσμια επιτυχία και το περιεχόμενό της, θα έπρεπε να παραδειγματίζεται η εγχώρια δημοσιογραφία και οι αναλυτές, ώστε  να οδηγήσουν τα πράγματα προς το μοντέλο «Όλιβερ»; Δεν είναι ουρανοκατέβατη αυτή η σκέψη· το ερώτημα το έχω δει και στο διαδίκτυο: «Θα είναι άραγε κωμικοί οι ειδησεογράφοι του μέλλοντος;» Διόλου κακή η σκέψη. Με αυτό τον τρόπο, το καθημερινό τηλεοπτικό πακέτο ειδήσεων για το οποίο όλο και περισσότερος κόσμος βαριέται να δει και να ακούσει, ίσως να διασώσει την ύπαρξή του. Μη διανοηθείτε να υποβαθμίσετε μια τέτοια εκδοχή. Η δουλειά τού κάθε Όλιβερ είναι δυσκολότατη, σκληρή και κοπιαστική, διότι πέρα από την έμφυτη ικανότητά του να είναι ετοιμόλογος, πρέπει να έχει αναλυτικό μυαλό και να μπορεί να διαμορφώνει κάθε δευτερόλεπτο ενδιαφέρουσες σκέψεις με βάθος.

Δεν είναι μόνο η τέχνη τού κωμικού· είναι πολύ παραπάνω από αυτό, αν σκεφτείς τη στιγμή κατά την οποία οι ταχύτατοι ρυθμοί, οι κινήσεις τού σώματος, τα απανωτά βιντεάκια που παίζουν, δεν αφήνουν χρονικό περιθώριο για εφησυχασμό…
Γιαυτό σας λέω. Ο Όλιβερ είναι ο ποιοτικότερος τηλεοπτικός κωμικός ο οποίος κρατάει τα σκήπτρα στον τομέα της τηλεοπτικής πολιτικής.
Αναζητείστε τον, δείτε τον, ακούστε τον, απολαύστε τον.
Είναι μεγάλη υπόθεση να ανακαλύπτουμε ανανεωτικά στοιχεία μήπως και αναβαθμιστεί η καθημερινή, συστημική και αιχμαλωτισμένη ελληνική τηλεόραση.