Ο απών πλέον Τζιμάκος…

Νότης Μαυρουδής 23 Ιαν 2018

Ο Τζίμης Πανούσης έφυγε και πήρε όλα τα μυστικά μαζί του.
Έτσι γίνεται με τους ιδιαίτερα ταλαντούχους που βλέπουν τη ζωή από ένα πρίσμα το οποίο δεν βλέπουν οι άλλοι…
Είναι «μοναδικοί» αυτοί; Ναι, θα έλεγα ευθαρσώς. Διότι ο κάθε δημιουργός προσπαθεί, ψάχνει, μοχθεί για να φτιάξει ένα δικό του, ξεχωριστό δημιούργημα. Μια ιδέα, μια σκέψη, κάτι που να διαθέτει μια πρωτοτυπία, μια διαφορετικότητα, κάτι ανατρεπτικό, που να ταράζει τα λεγόμενα «λιμνάζοντα ύδατα»…
Ο Τζίμης, ο Τζιμάκος, ήταν, πώς να το κάνουμε, ξ ε χ ω ρ ι σ τ ό ς με τα εκφραστικά μέσα που χρησιμοποιούσε, ακόμα και με τον σωματότυπο που διέθετε… Κοντός, στρογγυλούλης, συνεσταλμένο πρόσωπο κρυμμένο μέσα στο μακρύ μαλλί, στη γενειάδα σε στιλ ιερέως… Αν κάποιος, που δεν τον γνώριζε, τον έβλεπε στο δρόμο, δεν θα μπορούσε να διανοηθεί πως αυτό το… πλάσμα, θα έβγαζε από μέσα του τόσες σύνθετες σκέψεις, τέτοια και τόση ανατροπή, τόσο σαρκασμό, τόσο γέλιο, τόση… πλάκα!
Θέλω να… εξομολογηθώ πως δεν πάτησα το πόδι μου ποτέ σε κάποιο θέαμά του. Μου αρκούσαν τα βιντεάκια του στο internet και γέλαγα με την ψυχή μου. Γνωρίζω πως σε τέτοιες περιπτώσεις, εάν κάποιος θέλει να απολαύσει περισσότερο τον κωμικό, τον σατυρικό λόγο τού δημιουργού, καλό είναι να τον δει ζωντανά, πάνω στη σκηνή, σε διάλογο με το κοινό του, να παρατηρεί πολλές λεπτομέρειες και τη σχέση του με τον κόσμο του.
Την ίδια συμπεριφορά κρατάω και με το γήπεδο. Είμαι φίλαθλος του καναπέ… Δεν έχω πατήσει το πόδι μου σε γήπεδο και χάνω ένα μεγάλο ποσοστό τού θεάματος.

Η ονομαζόμενη «όρθια κωμωδία» (stand up comedy) ήταν το ατού τού Τζίμη Πανούση. Δεν μπορώ να γνωρίζω με ποιο τρόπο επεξεργαζόταν το πλαίσιο και τις λεπτομέρειες της κεντρικής ιδέας που είχε αποφασίσει να αναπτύξει επί σκηνής, πριν βγει στη σκηνή. Υποθέτω, πως άφηνε σχεδόν τα πάντα στο παιχνίδι τού αυτοσχεδιασμού και της στιγμιαίας έμπνευσης. Περίμενε τη στιγμή, τη λεπτομέρεια, το πέταγμα ενός… κουνουπιού, την… συμμετοχική αντίδραση του κοινού, οτιδήποτε προκαλεί έκκριση σκέψης για να φτιάξει, ο ευφάνταστος και ταλαντούχος δημιουργός, επί τόπου το σενάριό του… Όρθιος, μπροστά στο μικρόφωνο και στο κοινό, θα απλώσει τον λόγο του τον οποίο ασφαλώς και θα… κεντήσει με τα προσωπικά του χρώματα, πάνω και πέρα απ’ ό,τι έχει προετοιμάσει. Γι’ αυτό και σπανίζουν οι τόσο ταλαντούχοι κωμωδοί. Δεν θα ήταν δυνατό να υπάρχουν πολλοί  αριστοφανικοί αυτοσχεδιαστές…
Ήδη από τη δεκαετία τού ’60 ο Σαββόπουλος ανέπτυξε με τον καιρό τη δική του δυναμική, η οποία, χωρίς να είναι ακριβώς σατυρική ή κωμική, ήταν αρκούντως καυστική και δηκτική για όσα τον ενοχλούσαν στον πολιτικό και κοινωνικό περίγυρο, αυτή η δυναμική θεωρώ πως έγινε καλή βάση για να στηριχτεί ένα αντίστοιχο οικοδόμημα. Υποθέτω πως ο Πανούσης κάπου εκεί «πάτησε» και θέριεψε. Ενώ όμως για τον Σαββόπουλο, το τραγούδι υπήρξε το θεμέλιο και η πηγή του, ο Τζίμης βασίστηκε περισσότερο στα άλλα του χαρίσματα. Δεν φάνηκε να στηρίχτηκε σε παρόμοια μουσική βάση και μήτρα, παρ’ όλο που προηγήθηκαν οι «Μουσικές Ταξιαρχίες» του και άλλα σκόρπια τραγούδια, μικρότερου όμως βεληνεκούς, που όμως δεν ήταν αυτά που τον ανέδειξαν ως κάτι ξεχωριστό.
Παρ’ όλα αυτά, τον Πανούση, αν θα έπρεπε να τον κατατάξουμε σε μια κατηγορία, θα τον τοποθετήσουμε τόσο ως μέλος τής τραγουδιστικής οικογένειας, όσο και της θεατρικής και πολιτικής σάτιρας.

Το χώμα που τον σκέπασε, στην ηλικία των 64 χρόνων, έκλεισε μέσα του  έναν οξυδερκή, ευρηματικό και χαρισματικό άνθρωπο, ο οποίος εμπνεότανε από όλο το φάσμα τής καθημερινότητας της ελληνικής κοινωνίας. Ένιωθε την κάθε λεπτομέρεια, χρησιμοποιούσε τους κώδικες συμπεριφοράς των κοινωνικών στρωμάτων, τον ήχο από τις… αναπνοές των πολιτικών προσώπων. Τους εξέθετε συχνά και ανελέητα, χωρίς να διστάσει να εκφραστεί ακόμα και με βωμολοχίες, πολλές φορές με σαφείς υπαινιγμούς, από τις αφίσες του μέχρι και επί σκηνής. Ήταν τολμηρός καλλιτεχνικά και δεν μάσαγε τα λόγια του, ούτε φοβόταν την… απειλή να τον σβήσει κάποιος φορέας από τα κατάστιχά του. Έχει περάσει στον κόσμο ως αγαπητή και συμπαθητική προσωπικότητα, παρ’ όλο που εκείνη η γνωστή δικαστική διένεξη με τον Γιώργο Νταλάρα ήταν-κατά τη γνώμη μου-υπερβολική και άστοχα επικοινωνιακή, δίχως περιεχόμενο…
Τώρα όμως, όλα αυτά ανήκουν στον κόσμο των ζωντανών. Θα περιφέρονται ενδεχομένως για λίγο, αλλά σίγουρα θα σκεπαστούν από τη σκόνη τού χρόνου. Ο Τζίμης Πανούσης έφυγε οριστικά, όπως φεύγουν όλοι όσοι ο χρόνος τούς… επέτρεψε να ζήσουν και να δημιουργήσουν. Στην κηδεία του, πολλοί ήταν εκείνοι που περίμεναν πως ο Τζίμης θα άνοιγε το καπάκι της κάσας και θα μας έκανε πλάκα…
Ναι, πήρε και τα «μυστικά του», αφού κανείς δεν μπορεί πια να τα αντιγράψει ή να ρυθμίσει την απαραίτητη οξύνοια, ώστε να επαναλάβει το απόλυτο σαρκαστικό μοντέλο που επικράτησε κατά τη διάρκεια της δημιουργικής δραστηριότητάς του.
Θα παραμείνει μοναδικός στο είδος του και θα τον αναπολούμε κάθε φορά που θα επιθυμούμε να γελοιοποιήσουμε τις μικρές ή τις μεγάλες εξουσίες. Τους διάφορους τύπους που ροκανίζουν την καθημερινότητα, μέσα από τα μεγάλα συμφέροντα και την ευρύτερη βλακεία μιας «άλλης» συνομοταξίας ανθρώπων από τον «υπερήφανο ελληνικό λαό», όπως συνήθιζε να σαρκάζει ο απών πλέον φίλος μας…