Πολλοί είναι εκείνοι ανά την Ευρώπη που ικανοποιήθηκαν σφόδρα από το «τσαλάκωμα» που υπέστη ο πρωθυπουργός της Βρετανίας Ντέιβιντ Κάμερον με αφορμή την υποψηφιότητα του Ζαν Κλοντ Γιουνκέρ για την προεδρία της Κομισιόν. Πρόκειται κυρίως για ανθρώπους που οραματίζονται την πολιτική ενοποίηση της Ευρωπαϊκής Ενωσης και γνωρίζουν ότι το Λονδίνο είναι διαχρονικά αντίθετο σε μία τέτοια εξέλιξη. Η αγγλική πολιτική τάξη και η αγγλική κοινωνία ήταν πάντα αμφίθυμες απέναντι στην Ευρωπαϊκή Ενωση και το ίδιο συμβαίνει και σήμερα.
Η ιστορία διδάσκει ότι η Αγγλία ανέκαθεν ήθελε να παίζει καθοριστικό ρόλο στα πράγματα της Ευρώπης διατηρώντας ταυτόχρονα το προνόμιο της δικής της εξωευρωπαϊκής πορείας. Είτε ως Βρετανική Αυτοκρατορία είτε στο πλαίσιο της Κοινοπολιτείας είτε σαν εταίρος του αγγλοσαξονικού άξονα με κέντρο την Ουάσινγκτον. Η θαλάσσια λωρίδα της Μάγχης που χωρίζει το νησί από την ηπειρωτική Ευρώπη ευνοούσε την ανάπτυξη ιδιαιτεροτήτων στη διαμόρφωση ανάλογης πολιτικής και κοινωνικής συμπεριφοράς. Γι’ αυτό ο στρατηγός Ντε Γκωλ απέρριπτε συνεχώς τις αιτήσεις βρετανικών κυβερνήσεων για ένταξη της χώρας τους στην τότε ΕΟΚ και όταν τελικά ο «γάμος» έγινε, η σχέση που ακολούθησε ήταν θυελλώδης.
Αυτή η θυελλώδης σχέση έφτασε πάλι στα όρια του «διαζυγίου», αν ληφθούν υπ’ όψιν όσα συμβαίνουν αυτόν τον καιρό στην εσωτερική πολιτική σκηνή της Αγγλίας, οι διαθέσεις της αγγλικής κοινής γνώμης, οι δεσμεύσεις, οι δηλώσεις, αλλά και η στάση του Ντέιβιντ Κάμερον στο θέμα Γιουνκέρ, μαζί με τις απειλές που εκτοξεύει. Είναι σαφές ότι η αντίθεση του Βρετανού πρωθυπουργού στον Ζαν Κλοντ Γιουνκέρ δεν οφείλεται απλώς σε προσωπική αντιπάθεια. Ο Γιουνκέρ είναι ευρωπαϊστής που επιθυμεί την πολιτική ολοκλήρωση της Ενωμένης Ευρώπης στην οποία η Βρετανία αντιτίθεται, η ανάθεση ερευνητικής εντολής σε αυτόν συμβαδίζει με την αναβάθμιση του Ευρωκοινοβουλίου στην οποία επίσης αντιτίθεται το Λονδίνο και ο Ντ. Κάμερον αισθάνεται έντονα στο εσωτερικό την καυτή ανάσα του Ν. Φαράτζ. Ετσι ουσιαστικά συντάχθηκε με τις απόψεις των ακροδεξιών εθνικιστών τύπου Λεπέν που δεν θέλουν να έχουν αυξημένες αρμοδιότητες οι Βρυξέλλες.
Οπως είναι γνωστό, οι θέσεις του Βρετανού πρωθυπουργού υποστηρίχθηκαν μόνον από τον ακροδεξιό πρωθυπουργό της Ουγγαρίας Β. Ουρμπάν στο σύνολο των 28 μελών της Ευρωπαϊκής Ενωσης, γεγονός ιδιαίτερα ενθαρρυντικό για τους λεγόμενους ευρωπαϊστές. Το παράδοξο όμως είναι ότι η Α. Μέρκελ έσπευσε αμέσως να δείξει συμβιβαστικές διαθέσεις, αλλά και αυτό εξηγείται. Η Γερμανία δεν θέλει την έξοδο της Βρετανίας από την Ευρωπαϊκή Ενωση γιατί αντικειμενικά θα αποτελεί πλήγμα στην ευρωπαϊκή συνοχή με απροσδιόριστες επιπτώσεις. Γνωρίζει επίσης ότι οι Άγγλοι διακρίνονται ως αποτελεσματικοί «ζημιάρηδες» όταν θέλουν, και σίγουρα θα θέλουν αν βρεθούν εκτός Ευρωπαϊκής Ενωσης, προκειμένου ο αγγλοσαξονικός άξονας να διατηρήσει την υπεροχή στον δυτικό κόσμο. Θυμάται, τέλος, ότι ακόμη και ο Χίτλερ προσπάθησε αρχικά να έλθει σε συμφωνία με τους Βρετανούς, γιατί δεν τους ήθελε απέναντι, και τι έπαθε όταν απέτυχε. Κάτι που οι αγγλοσάξονες δεν χάνουν ευκαιρία να θυμίζουν μέσω των μίντια που ελέγχουν διεθνώς… Αυτά όλα τα γνωρίζει και ο Ντ. Κάμερον. Γι’ αυτό ίσως επιμένει να βρυχάται ως βρετανικός λέων διακηρύσσοντας ότι έχασε μία μάχη, αλλά θα κερδίσει τον πόλεμο.