Οι τελευταίοι μήνες είναι πλήρεις από ενέργειες του κ. Ερντογάν τόσο στο ευρύτερο διεθνές πεδίο, όσο και στις ελληνοτουρκικές σχέσεις. Στο διεθνές πεδίο πρέπει να επισημάνουμε την απροθυμία του επιβολής μέτρων κατά της Ρωσίας, που θα ευθυγράμμιζε την Τουρκία με ολόκληρο τον δυτικό κόσμο, ο οποίος έχει εναντιωθεί κατά της ανατολικής αυτής δύναμης, για την εισβολή της στην Ουκρανία. Επίσης την άρνηση της Αγκυρας να επιστρέψει ή τελοσπάντων να εξουδετερώσει τις επιπτώσεις από τους S-400, και, πολύ πρόσφατα, την απειλή βέτο για την ένταξη της Σουηδίας και της Φινλανδίας στο ΝΑΤΟ.
Πώς να δικαιολογήσουµε αυτές τις ενέργειες, που στέφονται ευθέως κατά της Δύσης, και κλείνουν το μάτι στη Ρωσία του κ. Πούτιν; Για τον κ. Ερντογάν, αυτές οι κινήσεις είναι απόδειξη μιας ανεξάρτητης εξωτερικής πολιτικής, που αψηφά τις δεσμεύσεις και τις υποχρεώσεις που συνεπάγεται η θεσμική ένταξη στο ΝΑΤΟ και η συμφωνία σύνδεσης με την Ευρωπαϊκή Ενωση, και που στρέφεται προς την ασιατική πλευρά, σε συνασπισμό με τη Ρωσία, το Ιράν και την Κίνα. Ετσι, η Τουρκία πατάει με το ένα πόδι στη Δύση, η οποία δεν δείχνει διατεθειμένη να την εκδιώξει από τους κόλπους της, παρά τις συνεχείς παρασπονδίες της, στη λογική ότι είναι ένας πολύτιμος στρατηγικός σύμμαχος, σε μια ευαίσθητη περιοχή, γεμάτη από απρόβλεπτους κινδύνους και σε μια ρευστή γεωπολιτική κατάσταση. Αυτή η εύλογη προσήλωση της Δύσης στην αξία της Τουρκίας επιτρέπει στην τελευταία να παίζει το παιχνίδι των εξισορροπήσεων, και να φτάνει στο σημείο να λειτουργεί ως διαμεσολαβητικός παράγοντας ανάμεσα σε Ρωσία και Ουκρανία, με τις ανοχές της Δύσης. Ως εκ τούτου, όσο η Τουρκία δεν απομακρύνεται από τους δυτικούς θεσμούς, οι τελευταίοι θα ανέχονται τις ιδιοτυπίες της, στο όνομα της στρατηγικής θέσης της και του χωρικού και πληθυσμιακού συντελεστή της.
Παρ’ όλα αυτά, η Τουρκία υποφέρει από κυρώσεις που έχουν επιβληθεί εις βάρος της, και που βραχυπρόθεσμα την έχουν βραχυκυκλώσει, με σοβαρές οικονομικές συνέπειες για τον πληθυσμό της χώρας. Παράλληλα, η σθεναρή αντίσταση των ΗΠΑ να της παραδώσουν τα F-35, και οι αντιρρήσεις του Κογκρέσου για την αναβάθμιση και αγορά νέων F-16 την έχουν φέρει σε εξαιρετικά δύσκολη θέση, που προσπαθεί να υπερκεράσει με το δέλεαρ της αποδοχής των δύο νέων υποψηφίων στη Συμμαχία, που το κρατάει ως έναν συμβιβασμό απέναντι στην αμερικανική εμμονή της άρνησης παράδοσης των μαχητικών αεροπλάνων.
Εν κατακλείδι θα λέγαμε ότι η Τουρκία κρατάει όμηρο τη Δύση, επικαλούμενη τη σοβαρή στρατηγική της θέση, και όσο η ίδια δεν επιθυμεί την οριστική της απομάκρυνση και τον απεγκλωβισμό της από τους δυτικούς θεσμούς, η Δύση δεν θα είναι η πρώτη να της δείξει την πόρτα εξόδου από αυτήν. Τώρα μάλιστα που υπάρχει και η ελπίδα καθεστωτικής αλλαγής, με τις εκλογές του 2023, και της απομάκρυνσης του κ. Ερντογάν από την εξουσία. Αν και η καθεστωτική αλλαγή, αν επισυμβεί, δεν είναι βέβαιο ότι θα επιφέρει ριζικές τροποποιήσεις στην εξωτερική πολιτική, εκτός από την περίπτωση νίκης του δημάρχου της Κωνσταντινούπολης, κ. Ιμάμογλου, ο οποίος φαίνεται να αποτελεί ιδανική εξαίρεση στο θλιβερό τοπίο των τουρκικών πολιτικών δυνάμεων. Αλλά και σε αυτήν την περίπτωση δεν πρέπει να αναμένουμε θεαματικές ανατροπές, με δεδομένο ότι είναι δυσχερής η ανατροπή μιας πολιτικής που φαίνεται να έχει τις ευλογίες του πληθυσμού και του βαθέος κράτους στην Τουρκία.
Ο Τούρκος πρόεδρος δείχνει με τη συμπεριφορά του να μην αποκλείει το θερμό επεισόδιο, μπορεί μάλιστα και να το επιδιώκει.
Η προηγούμενη ανάλυση μας φέρνει στο θέμα των ελληνοτουρκικών. Δεν υπάρχει καμία αμφιβολία ότι η Τουρκία έχει ξεπεράσει, με τις πρόσφατες δραστηριότητες και τις δηλώσεις από τα πιο επίσημα χείλη, κάθε προηγούμενη ανάλογη συμπεριφορά. Και το λέω αυτό γιατί η παραβίαση των μαχητικών αεροπλάνων στον Εβρο αποτελεί μια ακραία παρανομία που ουδέποτε άλλοτε η Τουρκία είχε αποτολμήσει. Φυσικά δεν υποτιμούμε ανάλογες συμπεριφορές με τις υπερπτήσεις των αεροπλάνων της πάνω από ακριτικά νησιά, αλλά εδώ έχουμε απρόκλητη επέμβαση στον ηπειρωτικό χώρο, που δεν μπορεί να δικαιολογηθεί από το επιχείρημα της ταχύτητας των αεριωθουμένων (αν κι αυτό είναι έωλο, δεδομένης της συχνότητας του φαινομένου). Και μπορεί να θεωρηθεί η πράξη αυτή ως εισβολή σε εθνικό έδαφος που να δικαιολογεί την ενεργοποίηση των αμυντικών μέσων της ελληνικής πλευράς. Και το ότι η ελληνική πλευρά δεν το επεδίωξε καταδεικνύει την καλή διάθεση της κυβέρνησης, και την προσπάθειά της να μη δώσει την ευκαιρία στον αντίπαλο να χρησιμοποιήσει αυτό το γεγονός για τη γενίκευσή του σε θερμό επεισόδιο. Πάντως, στην κλίμακα της σοβαρότητας του στιγμιαίου αυτού επεισοδίου φαντάζει περισσότερο σοβαρό από τα θαλάσσια επεισόδια του καλοκαιριού του 2020, καθώς εκεί τουλάχιστον δεν υπήρχε αμφισβήτηση κυριαρχίας, αλλά κυριαρχικών δικαιωμάτων, κι αυτών σε μη οριοθετημένες περιοχές, στις οποίες η οριοθέτηση αποτελεί προϋπόθεση νόμιμης διεκδίκησης του τίτλου αποκλειστικού δικαιώματος χρήσης της περιοχής.
Η υπερπτήση πάνω από το μητροπολιτικό έδαφος δεν αποτελεί, βέβαια, τη μόνη παρανομία της Τουρκίας. Σε αυτήν θα πρέπει να προσθέσουμε τις υπερπτήσεις πάνω από τα ακριτικά νησιά μας, που έχουν πλέον γίνει ρουτίνα, καθώς και τη διαφαινόμενη επανενεργοποίηση της εργαλειοποίησης του μεταναστευτικού, με νέα κύματα μεταναστών που προσπαθούν να εισρεύσουν στη χώρα. Για να μην αναφερθούμε στις πρόσφατες δηλώσεις του Τούρκου προέδρου που ευθαρσώς απέκλεισε τον Ελληνα πρωθυπουργό από το να είναι στο μέλλον συνομιλητής του. Το γεγονός ότι δεν υπάρχει λόγος να σχολιάσουμε περαιτέρω τη δήλωση αυτή οφείλεται στη γνωστή ασυνέπεια του Τούρκου προέδρου, ο οποίος και στο παρελθόν είχε προβεί σε ανάλογες δηλώσεις, χωρίς όμως να κρατήσει τον λόγο του επί μακρόν.
Οι οιωνοί πάντως δεν είναι καλοί. Ο κ. Ερντογάν δείχνει με τη συμπεριφορά του να μην αποκλείει το θερμό επεισόδιο, μπορεί μάλιστα και να το επιδιώκει. Για τον λόγο αυτό είναι απόλυτα δικαιολογημένες οι προσπάθειες εκσυγχρονισμού των ενόπλων μας δυνάμεων με πολεμικά πλοία και μαχητικά τελευταίας τεχνολογίας, όπως και η ανάπτυξη σταθερών συμμαχιών με χώρες οι οποίες να μπορούν να εγγυηθούν την εδαφική ακεραιότητα της χώρας μας. Προς το παρόν, μόνον η συμφωνία με τη Γαλλία έχει ένα τέτοιο περιεχόμενο. Οι συμφωνίες με τις ΗΠΑ και άλλα κράτη δεν εγγυώνται κάτι τέτοιο, παρά μόνο εξασφαλίζουν μια αποτρεπτική προοπτική, ικανή να οδηγήσει την Τουρκία σε δεύτερες σκέψεις προτού αποφασίσει το μοιραίο διάβημα. Αλλά κυριότατα η μόνη εξασφάλιση είναι η ψυχραιμία την οποία η χώρα μας πρέπει να επιδεικνύει στους πολλαπλούς ερεθισμούς που προέρχονται από τη γείτονα χώρα, με την οποία η φύση μας καταδίκασε να ζούμε ο ένας δίπλα στον άλλον.