Ο καθηγητής Ρ. Μάντελ, πρωτεργάτης του ευρώ, σε πρόσφατη ομιλία του στην Αθήνα είπε, αναφερόμενος στην πρόταση -ισχύει ακόμη- του ΣΥΡΙΖΑ περί καταγγελίας του Μνημονίου, πως αυτή είναι μια κάκιστη επιλογή. Η δήλωση αυτή, κατά τα ΝΕΑ, έγινε ενώπιον και προβεβλημένων στελεχών του οικονομικού επιτελείου του ΣΥΡΙΖΑ. Στο ίδιο ρεπορτάζ, πουθενά δεν αναφέρεται κάποια άμεση η έμμεση απαντητική αντίδραση τους.
Με αφορμή το παραπάνω περιστατικό, γενικεύω και φαντάζομαι την αμηχανία του ΣΥΡΙΖΑ στο νέο του ρόλο, ως Μείζονος Αντιπολίτευσης. Συνταγματικά, αυτά τα καθήκοντα είναι πολιτικώς διαδραστικά. Δεν αρκεί η στείρα άρνηση, αλλά απαιτείται και θεμελιωμένη απόφανση.
Έως ενός σημείου, η ραγδαία άνοδος από το 4% στο 27%, μέσα σε λίγο χρονικό διάστημα, δεν βοηθάει στην επαναπροσέγγιση -ακόμη κι αν το ήθελε- των θέσεών του. Η πολιτική βούλησή του γεννά αμφιβολίες. Η μουχλιασμένη αντίδρασή του στην επανέναρξη λειτουργίας της Χαλυβουργίας, σε κάνει να αναρωτιέσαι αν ζεις μαζί του στον ίδιο κόσμο.
Οι λεκτικές απειλές περί προκαταβολικών ενόχων, στα πλαίσια της ασκούμενης οικονομικής πολιτικής, είναι μαντίλι που κουνιέται διαρκώς, κυρίως προς τον Γ. Στουρνάρα, αλλά και προς άλλους. Θα μπορούσε -και μόνον από φιλομάθεια για την τέχνη της διπλωματίας- να ξεκινήσει τις επαφές με τις πολιτικές και κομματικές ηγεσίες της Ευρώπης, ασκώντας μιαν επαρκή εξωτερική και οικονομική διπλωματία. Δεν λέει κανείς να ξεχάσουν στην τύχη τους τον Τσάβες και τον Μελανσόν, αλλά όχι μόνο μαζί τους.
Πίστευα πως θα μπορούσε, σαν λαϊκό αριστερό κόμμα που λέει ότι είναι, να υπερθεματίσει επί της προτάσεως Ρεπούση για την κατάργηση του υποχρεωτικού σχολικού εκκλησιασμού.
Στις ιδιωτικοποιήσεις, κάτι νεότερο προσπαθεί να πει, αλλά και πάλι τούτο συνδέεται με κοινοπραξίες κρατικών ομίλων. Εντάξει, μεμονωμένα μπορεί να ειδωθεί κι έτσι, αλλά ως γενίκευση μάλλον προς διπλή κρατικοποίηση δείχνει και όχι ιδιωτικοποίηση.
Άλλη περίπτωση, τώρα. Θυμάμαι προεκλογικά τον Γ. Δραγασάκη να επιχειρηματολογεί υπέρ της κατάρτισης του ηλεκτρονικού περιουσιολογίου. Τις προάλλες, άκουσα από τον αρμόδιο υφυπ. Οικονομικών την εξαγγελία του, μαζί με κάποια πρώτα τεχνικά στοιχεία. Μήτε φωνή, μήτε ακρόαση από την Αξιωματική Αντιπολίτευση. Αλήθεια, νομίζω πως θα ήταν μια καλή ευκαιρία να συνδράμει με επιχειρήματα στις νύξεις του οικονομικού επιτελείου για μείωση της κρατικής εισφοράς στους μισθούς των ιερωμένων, ανοίγοντας έτσι λίγο το παράθυρο μιας κουβέντας για το σταδιακό διαχωρισμό Κράτους-Εκκλησίας.
Ο φυσικός χρόνος, είναι βέβαια ακόμη μικρός, αλλά ο αντίστοιχος πολιτικός πυκνώνει ραγδαία, δίνοντας αρκετές αφορμές για δράσεις. Όταν ο Α. Παπανδρέου εγκατέλειψε τον οργίλο λαϊκισμό του, μετά τις εκλογές του 1977, υιοθέτησε την άποψη Σημίτη, γνωστή ως Δομική Αντιπολίτευση. Σήμαινε κατάθεση νομοσχεδίων και όχι μόνο καταψήφιση και άρνηση εκ μέρους του. Και μετά, άρχισε η επέλαση προς το 1981. Ήταν δόκιμες συνταγές που είχαν δουλευτεί και από τους Ευρωκομμουνιστές της Ιταλίας, αλλά και από τους Γάλλους, Βρετανούς και Γερμανούς Σοσιαλιστές.
ΕΠΙΜΥΘΙΟΝ: Τελικά, στη ζωή αρκεί να θέλεις. Αλλιώς απολαμβάνεις από το όρος Αιγάλεω τις πραγματικές θαλασσομαχίες κι ας λέγεσαι ΣΥΡΙΖΑ, ενώ αυτοστροβιλίζεσαι στη δική σου Νέα Τάξη Πραγμάτων.
Υ.Γ. Και μέσα σ’ όλα, νάτος κι ο Πρόεδρος της ΓΣΕΕ με τους ασίκικους χαρακτηρισμούς για τον Τόμσεν και τους φίλους του. Εγώ που δεν είμαι τόσο επαναστάτης, θα το ’λεγα αλλιώς, χωρίς ν’ αλλάξω το νόημα. Αλήθεια, ας μας πει η ΓΣΕΕ για τη διαχρονική της μέριμνα προς τους μεροκαματιάρηδες χειρώνακτες από τη μια και τους εργαζόμενους στις ΔΕΚΟ από την άλλη. Συντεχνίες που διανέμουν εις εαυτές με πάροχο το
κράτος και ανισότητες που πληθαίνουν.
*Ο Νίκος Γκιώνης είναι Πολιτικός Μηχανικός.