Ο αποκεφαλισμός του Αμερικανού δημοσιογράφου Τζέιμς Φόλεϊ από τους τζιχαντιστές της ISIS και ο αποτροπιασμός που προκάλεσε, τουλάχιστον σε όσους δεν έχουν απολύτως εκβαρβαρισθεί, βάζει ένα δύσκολο ερώτημα ιδίως για όσους αυτοαποκαλούμεθα προοδευτικοί: ποιος θα τιμωρήσει τους δολοφόνους; Και όχι μόνο αυτούς. Ποιος θα προστατεύσει τους χριστιανούς του Ιράκ από γενοκτονία, ποιος θα σταματήσει τον Πούτιν από το να προσαρτήσει τη μισή Ουκρανία σήμερα, τις χώρες της Βαλτικής αύριο, ποιος θα σταματήσει τους τζιχαντιστές στην Τρίπολη, τις γενοκτονίες στην υποσαχάρια Αφρική ή -ανεβαίνει και εκεί η ένταση- τον επεκτατισμό της Κίνας σε βάρος των γειτόνων της;
Προφανώς οι γενικεύσεις είναι λανθασμένες και παραπλανητικές. Κάθε μία από τις κρίσεις αυτές έχει τα δικά της αίτια και η επίλυσή της προϋποθέτει σύνθετες και χρονοβόρες διαδικασίες. Οταν όμως δεν υπάρχει η διάθεση και όταν ο ένας εκ των πρωταγωνιστών πιστεύει ότι μπορεί να επιβάλλει λύσεις με τη δύναμη των όπλων, τότε κάποιος πρέπει να μπορεί να πει «στοπ». Διαφορετικά θα επιστρέψουμε στον μεσαίωνα. Υπήρχε βέβαια η αφελής ελπίδα ότι με την κατάρρευση του κομμουνισμού θα μπαίναμε σε μια περίοδο ευημερίας, δημοκρατίας και ειρήνης. Το αντίθετο συνέβη. Τα τελευταία χρόνια μάλιστα μοιάζει να αναδεικνύεται ένα νέο μοντέλο κοινωνικής οργάνωσης της αυταρχικής καπιταλιστικής ημιδημοκρατίας. Η Κίνα αποτελεί την πιο επιτυχημένη ίσως παραλλαγή αυτού του προτύπου. Στην ίδια λογική ωστόσο -αν και όχι πάντα με τον ίδιο ιδεολογικό μανδύα- μπορεί να θεωρηθούν η Ρωσία, η Τουρκία, η Αίγυπτος, η Βενεζουέλα και αρκετές ακόμα χώρες σε όλα τα μήκη και τα πλάτη του πλανήτη.
Το ιδιαίτερα ενδιαφέρον σε ό,τι αφορά τις διεθνείς σχέσεις είναι ότι τα κράτη αυτά αδιαφορούν πλήρως για κάθε έννοια σεβασμού των ανθρωπίνων δικαιωμάτων. Είναι έτοιμα να συνδιαλλαγούν με οποιοδήποτε καθεστώς και με μοναδικό κριτήριο το συμφέρον τους. Οσο για τα μέσα ενημέρωσης σπανίως αποτελούν πρόβλημα, καθώς έχουν καθαρθεί από ενοχλητικά στοιχεία. «Η Δύση είναι καλύτερη;», θα αναρωτηθεί κανείς. Πόσες και πόσες φορές δεν κινήθηκε υποκριτικά, πόσους δικτάτορες δεν στήριξε και πόσα από τα προβλήματα που μας απασχολούν σήμερα δεν έχουν τις ρίζες τους στην αποικιοκρατία ή στις κοντόφθαλμες πολιτικές των τελευταίων δεκαετιών; Πρόκειται για απολύτως σωστές και δικαιολογημένες ενστάσεις. Με όλα αυτά ωστόσο η μόνη δύναμη που είναι σε θέση σήμερα να αντιδράσει περιορίζοντας τις εστίες έντασης είναι οι ΗΠΑ. Μας αρέσει; Καθόλου. Την ίδια στιγμή όμως είναι φανερό ότι, χωρίς μια ισχυρή αποτρεπτική δύναμη, ο κίνδυνος ανεξέλεγκτων καταστάσεων και ευρύτερων αναφλέξεων είναι απόλυτα υπαρκτός. Κι όσο η Ευρώπη και το ΝΑΤΟ αρνούνται να ενηλικιωθούν πολιτικά, τόσο θα έχουμε ανάγκη τον Αμερικανό χωροφύλακα.