Ο αλυτρωτισμός του ελληνικού αστισμού

Νίκος Γκιώνης 15 Ιουλ 2016

Στην  χώρα  μας  αντίθετα  με τις παραδοσιακές  σύμμαχες  οντότητες  της  Δύσης, ο αστισμός δεν λειτούργησε  εξίσου  αποτελεσματικά. Η  ίδια η γέννησή του, προσέκρουε σε μια καθηλωτική  ακινησία του περίγυρου του, σαν σε μιαν αέναη στάση του χρόνου όπως λένε ο Σ. Ράμφος και  ο Π. Κονδύλης. Η διαχρονία ως  ιστορία  καθορίστηκε  από την Οθωμανική πολιτισμικότητα  και οι κοινωνικές αντιθέσεις εντάχθηκαν στο πλαίσιο του χριστιανού και του αλλόθρησκου, περισσότερο  απ’ ότι  η  εθνοτική δημιουργικότητα επιζητούσε την εθνική  ταυτότητα. Όταν ο φεουδαλισμός, η μοναρχία, η δεσποτεία ως μορφές ολιγαρχίας παραδίνονταν στο αστικό φιλελεύθερο  ιδεώδες, όταν ή τιμή  – αξία  απετιμάτο σε μονάδες εργασίας από τον Α. Σμιθ, όταν ο Μαρξ  όριζε επιπρόσθετα  την υπεραξία  ως κινητήριο δύναμη  το οθωμανικό  δοβλέτι, με παρασιτικούς, πελατειακούς τρόπους  συνυπήρχε με τις δοτές  αρχές των  υπόδουλων εθνών. Αυτή η στρεβλή μακρόχρονη  πολιτισμικότητα  έφτιαξε κακότροπα  τον ελληνικό αστισμό, περίπου σαν επιβεβλημένη  τεχνητή γονιμοποίηση και τον αποξένωσε από την φύσει  δημιουργικότητα του υπόλοιπου δυτικού. Περισσότερο από οτιδήποτε  ο φιλελεύθερος αστισμός  της Ελλάδας εξ ανάγκης καθοδηγήθηκε  από καθέδρας και πολύ λιγότερο από ευδιάκριτες ταξικές συγκρούσεις, παρότι φυσικά  κι  αυτές συνυπήρχαν. Ο  αστικός εκσυγχρονισμός  ως προοδευτική εξέλιξη, οφείλει τα περισσότερα στον Χ. Τρικούπη και στον Ελ. Βενιζέλο.

Ωστόσο οι προπολιτικού  χαρακτηριστικού διαμάχες σε επίπεδο πολιτικής δημοκρατίας, όπως πχ. με την δεσποτική βασιλεία, την θεσμική κοσμική εκκλησία  διαστρέβλωσαν την εμπορική και παραγωγική καινοτομία των πολιτών – λιγάκι ανορθόδοξα, συχνά –  που κοινωνικά εντάσσονταν στον μεσαίο χώρο ανάμεσα σε μιαν αναδυόμενη πλουτοκρατία και μια σκοτεινή φτώχεια, που εμπεριείχε και γκρίζους καθηλωτικούς  εθνοτισμούς.

Ο  μετεμφυλιακός αστισμός εμπεριείχε σε μεγάλο βαθμό, όλα τα  επιγονικά χαρακτηριστικά του πρωτύτερου παρότι επιχειρήθηκε με μεγάλη είναι αλήθεια καθυστέρηση η βίαιη  εκβιομηχάνηση  από τον Κ. Καραμανλή, με  την συνδρομή δαιμόνιων Ελλήνων όπως ο Πρόδρομος Μποδοσάκης. Εξάλλου, η αρχόμενη οικονομική ευμάρεια  των μικρο- μεσο αστικών στρωμάτων  στηρίχτηκε στην μαζικοποίηση του «κατοικείν», μέσω της οικοδομικής  δραστηριότητας .

Όμως, οι αλεπάλληλες πολιτικές – πολιτειακές κρίσεις δεν επέτρεψαν μια γραμμική ανάπτυξη του αστισμού συζευγμένου με την Πολιτεία και τον οικονομικό φιλελευθερισμό της πραγματικής  προόδου. Κατά  συνέπεια,  ο  αστισμός  ήταν περίπου απαρχής ευνουχισμένος και ενταγμένος σε  έναν απροσδόκητο φορμαλισμό, που περισσότερο θύμιζε την κομματική γραφειοκρατία των σοβιέτ αλλά εδώ με το χρώμα μιας εθνικοφροσύνης πολλών ταχυτήτων παρά αυτή καθεαυτή την προσμονή της προόδου.

Ο  αστισμός  αντί  να πορευθεί στις  ράγες μιας επιχειρηματικότητας εγκλωβίστηκε και ανέχθηκε – μπορεί και κατ ΄ ανάγκη –  τον διαρκώς διογκούμενο  πελατειακό  κρατισμό , παρασιτικού  τύπου . Το  συνήθως καινοτομικό και απελευθερωτικό πρόσημο , εδώ ταυτίστηκε  με μια στρεβλή και δυσανάλογη  πλουτοκρατία  κατά παρέκκλιση  και  παράκαμψη της  ενδιάμεσης  επιχειρηματικής  επιτήδευσης.

Δεν μπόρεσε να  σταθεί  αρωγός και αλληλέγγυος  των μεμονωμένων  μεταρρυθμιστικών  και  εκσυγχρονιστικών  προσπαθειών εθνικού χαρακτήρα ανασυγκρότησης. Ως  εκ  τούτου υπήρξε ευεπίφορος  και  ανεκτικός σε  περιοδικά  ποπουλιστικά  σημαινόμενα, που  λίγο – λίγο τον αντικαθιστούσαν ή και ανιστόρητα τον υποκαθιστούσαν.

Τις  ώρες των μεγάλων κρίσεων, των τωρινών υπήρξε περισσότερο ανήμπορος από αυτούς των άλλων χωρών, επιτρέποντας στον λαϊκισμό να  μπει περίπου ανενόχλητος στο σπίτι. Υπό αυτή την οπτική ο υπαρκτός – πλην  εξαρχής –  στρεβλός ελληνικός αστισμός επιδιώκει να καταστεί απελεύθερος  δουλειών, να  γεμίσει όσα περισσότερα από τα κενά του μπορεί και να συμμετάσχει από κοινού με τους δυτικούς αντίστοιχους στην πολιτική μετεξέλιξη της ΕΕ . Γι’ αυτό στην επικεφαλίδα τον χαρακτήρισα αλύτρωτο. Το καινούργιο αξιακό πλαίσιο και η επιβαλλόμενη, αν και καθυστερημένη, εθνική ανασυγκρότηση χρειάζεται ως εμπροσθοφυλακή ένα νέο αστισμό, εκ των πραγμάτων στηριγμένο στον εξισωτισμό των ευκαιριών, στην στρατηγική  ανασύσταση της Ευρώπης και στην αναπόφευκτη πλέον τοποθέτηση με σαφήνεια στο διαχρονικό ερώτημα: Ελλάδα – Ανατολή ή Δύση;

Οι ποπουλιστικές δυνάμεις, πανσπερμικές αλλά ολόιδιες  εργάζονται εντός του ατελούς αστισμού, τον οποίο όμως  απεχθάνονται.

Γι’ αυτό η προοδευτική ανασύνταξη του ως εμπροσθοβαρούς μετασχηματισμού της ελληνικής  πολιτείας,  πολιτικά μπορεί να εκφραστεί με το Κέντρο, ως φορέα  συγκρητισμού του τρέχοντος ρεαλισμού, του πολιτικού και οικονομικού φιλελευθερισμού και των ανεξίτηλων Σ/δημοκρατικών προταγμάτων για το προνοιακό κράτος και τις  δομές του…Τίποτα λιγότερο ή περισσότερo.

Δημοσιεύεται και στο e-kyklos