Το 1996, λίγες ημέρες πριν τις εκλογές της 22ας Σεπτεμβρίου, παρακολουθήσαμε, για πρώτη φορά, την τηλεμαχία των αρχηγών του τότε πανίσχυρου δικομματισμού. Κώστας Σημίτης και Μιλτιάδης Έβερτ διασταύρωσαν τα ξίφη τους με στόχο να αυξήσουν τη συσπείρωση των κομμάτων τους και βεβαίως να κερδίσουν όσους περισσότερους αναποφάσιστους μπορούσαν. Η ιστορία λέει ότι εκείνη η διαδικασία ήταν καθοριστική προκειμένου ο “λογιστής” και “τεχνοκράτης” -φρέσκος ακόμα- πρόεδρος του ΠΑΣΟΚ να πείσει οριστικά ότι ήταν καταλληλότερος για πρωθυπουργός.
Κάποτε στο Πάντειο
Κατά μια άλλη εκδοχή, το πρώτο ελληνικό ντιμπέιτ πραγματοποιήθηκε το 1990 και αφορούσε τη συζήτηση που διεξήχθη στο Πάντειο Πανεπιστήμιο, μεταξύ των πολιτικών “δεινοσαύρων” της εποχής, Ανδρέα Παπανδρέου, Κωνσταντίνου Μητσοτάκη και Χαρίλαου Φλωράκη. Όμως, τόσο οι συνθήκες κάτω από τις οποίες αυτό έγινε, όσο και το ότι η διαδικασία είχε μεν τηλεοπτική κάλυψη αλλά όχι σε απευθείας μετάδοση, θέτουν υπό αμφισβήτηση το κατά πόσο μπορούμε να μιλήσουμε για “τηλεμαχία”.
Προβληματικοί όροι
Ανεξάρτητα από το πότε μπήκε στη ζωή μας, πλέον το ντιμπέιτ έχει γίνει κομμάτι του προεκλογικού σκηνικού. Μόνες εξαιρέσεις οι εκλογές του 2012, του Ιανουαρίου του 2015 και του 2019. Την ίδια ώρα, τόσο οι πολιτικοί αρχηγοί και τα κομματικά επιτελεία όσο και οι συμμετέχοντες δημοσιογράφοι, ενώ πριν από κάθε τηλεμαχία συμφωνούν ότι οι όροι με βάση τους οποίους αυτή διεξάγεται πρέπει να αλλάξουν, στο τέλος οι τηλεθεατές-ψηφοφόροι παρακολουθούν ένα δίωρο ατελείωτων μονολόγων οι οποίοι, όσο περνάει η ώρα, οδηγούν σε ατελείωτα χασμουρητά.
Και ζήτημα εποχής
Με αφορμή τις εκλογές της 21ης Μαΐου και τις πρόσφατες συζητήσεις στη Διακομματική Επιτροπή, ακούστηκαν και γράφτηκαν κάποιες δεύτερες σκέψεις σχετικά με το κατά πόσο, στην εποχή της υπερπληροφόρησης και της ηγεμονίας των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, ενδεχόμενη τηλεμαχία συμβάλει ουσιαστικά στον προεκλογικό διάλογο και πόσο τελικά επηρεάζει αναποφάσιστους και μη κατασταλαγμένους. Αν πλέον η συνέντευξη ενός πολιτικού αρχηγού ή μια συζήτηση στη Βουλή είναι διαθέσιμες και προσβάσιμες σε όλους, αρκεί να συνδεθούν στα social media ή να τα αναζητήσουν στο site της επιλογής τους, τι περισσότερο θα προσφέρουν οι παράλληλοι μονόλογοι διάρκειας δύο και πλέον ωρών;
Τελευταία ευκαιρία;
Μέχρι την ώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές δεν είναι ακόμα γνωστοί οι τελικοί όροι κάτω από τους οποίους θα διεξαχθεί το ντιμπέιτ της ερχόμενης Τετάρτης. Ωστόσο και αυτή τη φορά φαντάζει μικρή η πιθανότητα τα εμπλεκόμενα μέρη να ανακαλύψουν κάποιον ευφάνταστο και ενδιαφέροντα τρόπο με τον οποίο και οι αρχηγοί θα απαντήσουν και παράλληλα θα ξεδιπλώσουν το επικοινωνιακό τους ταλέντο και οι τηλεθεατές-ψηφοφόροι να μην βαρεθούν. Αν τελικά δούμε μία από τα ίδια τότε θα πρέπει να σκεφτούμε σοβαρά αν η τηλεμαχία δεν είναι τίποτα περισσότερο από εμμονή κάποιων σε μια αδιέξοδη διαδικασία.
Μια αισιόδοξη οπτική
Από την άλλη, υπάρχει η άποψη ότι έστω και έτσι, με αυτό τον ξεπερασμένο και βαρετό τρόπο, η συζήτηση πάνω σε συγκεκριμένες θεματικές, όπως για παράδειγμα η λειτουργία των δημοκρατικών θεσμών ή η κλιματική αλλαγή, να προσφέρει απαντήσεις σε ζητήματα που, αν και εξόχως σημαντικά, δυστυχώς, δεν έχουν βρει ακόμα τη θέση τους στον προεκλογικό διάλογο