Ένα από τα μεγάλα «στόρις» αυτών των εκλογών υπήρξε η ανακάλυψη της συγγένειας μεταξύ ΣΥΡΙΖΑ και του Ισπανικού κόμματος Podemos και η δημιουργία ενός άξονα «Αριστεράς του Νότου» που ετοιμάζεται, με πρώτο σταθμό τις ελληνικές εξελίξεις, να αλλάξει τις πολιτικές ισορροπίες στην Ευρώπη. Δημοσιογραφικά η ιστορία ασφαλώς στέκει και πουλάει: δυο «ριζοσπαστικά» κόμματα, με μεγάλη εκλογική απήχηση, νέους και (διαφορετικά) φωτογενείς αρχηγούς, οι οποίοι όχι μόνο μοιράζονται την υπόσχεση για βαθιές αλλαγές αλλά και αλληλοϋποστηρίζονται ενεργά. Πολιτικά όμως, άραγε, ποιες είναι περισσότερες, οι ομοιότητες ή οι διαφορές; Πού βρίσκεται η αλήθεια πέρα από τη διαφήμιση;
Γεννήματα της κρίσης και τα δύο κόμματα (έστω κι αν ο ΣΥΡ, αντίθετα από τους ΠΟΔ, προϋπήρχε της κρίσης, σε αυτήν αποκλειστικά χρωστά την εκτόξευσή του), μοιράζονται όχι μόνο την κοινή αφετηρία αλλά και όλα τα βασικά χαρακτηριστικά της «ιδεολογίας» που τη συνοδεύει: πολιτικός ριζοσπαστισμός (αντικαπιταλιστικός περισσότερο και «αμεσοδημοκρατικός»), κοινωνικός αντικομφορμισμός, οργανωτικός ακτιβισμός, συλλήβδην μη αποδοχή της υπάρχουσας τάξης σε επίπεδο προσώπων και θεσμών, στηλίτευση των αδικιών και υπεράσπιση των χαμένων της κρίσης, ιδιότυπος λαϊκισμός (μόνο εμείς ξέρουμε τι ζητάει και τραβάει ο λαός και μόνο εμείς μπορούμε να τον εκφράσουμε), μεσιανισμός (όλα και αμέσως μπορούν να διορθωθούν με τη «νέα», που είναι και μόνη πραγματική, Αριστερά). Σε επίπεδο εικόνας, συμβόλων και αναφορών υπάρχει πράγματι μεγάλη συγγένεια (έστω κι αν ο Ζίζεκ δεν είναι τόσο δημοφιλής στις όχθες του Τάγου), ιδίως στην πανέξυπνη χρήση των μέσων ενημέρωσης, συμπεριλαμβανομένων των λεγόμενων «μαζικών», τα οποία όσο περισσότερο καταγγέλλονται από τους αντισυστημικούς διεκδικητές της εξουσίας, τόσο περισσότερο χρόνο και προβολή τους διαθέτουν.
Στην ουσία, όμως, της πολιτικής, και της πολιτικής πρότασης, οι διαφορές τολμώ να πω ότι είναι σημαντικότερες από τις ομοιότητες. Σε επίπεδο «οράματος», οι ΠΟΔ είναι, και λόγω αταβιστικού για τους ισπανόφωνους μπολιβαρισμού, πιο κοντά στον Τσάβες (ο υπαρχηγός του Πάμπλο Ιγλέσιας υπήρξε σύμβουλος του πρώην προέδρου της ακμάζουσας Βενεζουέλας) από ό,τι στο Στάλιν (στην απόλυτη αλήθεια του οποίου εθήτευσε, ως γνωστό, η μεγάλη πλειοψηφία των μη εξωγενών στελεχών του ΣΥΡ, του ίδιου του επικεφαλής του μη εξαιρουμένου). Λείπει επίσης από τους Ισπανούς αυτό που αποτελεί το κατεξοχήν χαρακτηριστικό των Ελλήνων συναδέλφων τους: ο έντονος εσωτερικός κατακερματισμός και η διαίρεση σε διακριτές και με πολύ διακριτές θέσεις ομάδες, ορισμένες από τις οποίες δεν διστάζουν να αμφισβητούν ανοικτά την «επίσημη γραμμή». Η ηγετική ομάδα των ΠΟΔ αποτελείται από πανεπιστημιακούς και ομοφρονούντες, κάτι που είναι εξαιρετικά δύσκολο να υποστηριχθεί για την αντίστοιχη του ΣΥΡ. Έχουν επίσης, μέχρι στιγμής, αντισταθεί οι ΠΟΔ στην ενσωμάτωση πρώην στελεχών της «καθεστηκυίας Αριστεράς», οι οποίοι, στην περίπτωση του ΣΥΡ, ομιλούν και δρουν ωσάν να μην είχαν παρελθόν (και, όσοι τους παρακολουθούν, μνήμη).
Αλλά εκεί που οι διαφορές είναι ουσιαστικότερες και βαθύτερες είναι σε επίπεδο πολιτικών προτάσεων και προσέγγισης της εξουσίας. Οι ΠΟΔ πραγματοποίησαν, μεταξύ ευρωεκλογών του 2014 και των επερχόμενων μέσα στο 2015 εθνικών εκλογών, μια επίσημη στροφή μετριοπάθειας την οποία ουδέποτε αποτόλμησε ο ΣΥΡ: διέκριναν μεταξύ «δομικών μέτρων» και «μέτρων έκτακτης ανάγκης» και με βάση αυτόν τον (ανδρεοπαπανδρεϊκής, αν το καλοσκεφτούμε, έμπνευσης) διαχωρισμό απέσυραν από το κυβερνητικό τους πρόγραμμα τόσο την άμεση εισαγωγή των 35 ωρών εργασίας, όσο και τον προσδιορισμό της ηλικίας σύνταξης στα 67 (πάει στα 65), καθώς και την εξασφάλιση ενός εγγυημένου ελάχιστου εισοδήματος για όλους (πλέον ισχύει μόνο για όσους θα κριθεί ότι ζουν σε «επισφαλείς συνθήκες»). Στο κεντρικό ζήτημα του χρέους, οι ΠΟΔ επίσης μετακινήθηκαν, και πάλι αντίθετα από τους Έλληνες συναγωνιστές τους, από θέσεις υπέρ της με κάθε τρόπο αναδιάρθρωσης στη δέσμευση για την με κάθε τρόπο εξυπηρέτηση του. Οι ιδιωτικοποιήσεις, που, στην ελληνική περίπτωση, συνιστούν έγκλημα καθοσίωσης και γι’ αυτό προαναγγέλλεται ακύρωση και όσων έχουν επέλθει, αποτελούν «όχι πρώτης γραμμής εργαλείο» για τους ΠΟΔ και θα κρίνονται ανά περίπτωση και με βάση τη σχέση του κάθε κλάδου με το δημόσιο συμφέρον (θέση που δεν είναι κοντινή μόνο στην αντίστοιχη των Ισπανών σοσιαλιστών αλλά και των Ελλήνων…)
Κυρίως όμως, ποτέ οι ΠΟΔ, ακόμα και στις ευρωεκλογές, ακόμα και πριν από αυτές, δεν αμφισβήτησαν ως στρατηγικό προσανατολισμό την Ευρώπη (ζητώντας βέβαια και αυτοί, όπως και ο ΣΥΡ, αλλά όπως και εμείς, μια «καλύτερη και δικαιότερη Ευρώπη») και ποτέ δεν έκαναν λόγο για γροθιές στα τραπέζια, νταούλια και άλλα μονομερή αθλήματα. Επίσης ποτέ δεν χαρακτήρισαν το σοσιαλιστικό κόμμα της χώρας τους «προδοτικό» και «εκτός συζήτησης», μόνο και μόνο γιατί αποφάσισε πολλά από τα επαχθή μέτρα της κρίσης, αλλά άφησαν και συνεχίζουν να αφήνουν ανοιχτή την πόρτα όχι μόνο του διαλόγου αλλά και της κυβερνητικής συνεργασίας (υπό τη λογική προϋπόθεση προσέγγισης των προγραμματικών δεσμεύσεων του μικρότερου κόμματος προς εκείνες του μεγαλύτερου).
Ωριμότερο λοιπόν ή απλώς ωμότερο το νεότερο και όχι ακόμα τόσο κοντά στην εξουσία Ισπανικό κόμμα; Δεν χρειάζεται να περιμένουμε τις δυο λαϊκές ετυμηγορίες ούτε για να δώσουμε μιαν απάντηση ούτε για να ευχηθούμε, ιδίως ως Έλληνες, ο ΣΥΡΙΖΑ να επηρεαστεί περισσότερο στο άμεσο μέλλον από τους ΠΟΔΕΜΟΣ παρά το αντίθετο.