Αναρωτιέται ο Κ. Γαβρόγλου (εκλεκτός συνάδελφος) γιατί απέτυχε η αριστερά στα πανεπιστήμια, υπονοώντας ότι οι υποψήφιοι πρυτάνεις που υποστήριξε στην πλειονότητα των περιπτώσεων απέτυχαν να εκλεγούν.
Όλα ήταν θετικά. Την προηγούμενη περίοδο οι υποψήφιοι της “αριστεράς” είχαν καταφέρει να εκλεγούν πρυτάνεις (μερικοί από αυτούς διεκδίκησαν θέσεις ή συμμετείχαν σε ψηφοδέλτια κομμάτων). Η συνέχεια είναι γνωστή. Η αλήθεια της διαχείρισης των ιδρυμάτων ακόμη πιο γνωστή. Τα πραγματικά προβλήματα πάντα ανάγονταν στην κακή κυβέρνηση που δεν έδινε λεφτά, ώστε να τα κάνει κάθε ίδρυμα ό,τι ήθελε. Χωρίς προϋπολογισμούς, χωρίς έλεγχο σκοπιμότητας, χωρίς προγραμματισμό. Η ιδιοκτησιακή αντίληψη του θεσμού στα μέγιστά της. Εκλεγμένοι καθηγητές -δηλαδή υπεύθυνοι για διδασκαλία και έρευνα- θεωρούν ότι για κάποιο περίεργο λόγο πρέπει να κατέχουν έναν θεσμό, να μη διαβουλεύονται με τον χρηματοδότη (το κράτος), να μην έχουν προγραμματικό σχέδιο, να μην προχωρήσουν σε αναδιοργάνωση των υπηρεσιών.
Ένας ανένδοτος αγώνας είναι πάντα απαραίτητος. Ο νόμος που ψήφισε το κοινοβούλιο (ο χρηματοδότης…) δεν έπρεπε να εφαρμοστεί και έπρεπε να αναζητηθούν δεκάδες επιχειρήματα για αυτό. Η δημιουργικότητα των ιδρυμάτων να στραφεί σε αυτό. Να μείνει η κατάσταση όπως ήταν πριν. Πρώτα έπρεπε να πέσει η κακιά υπουργός, μετά να πιεστεί ο νέος υπουργός να αποδομήσει το νόμο. Όλα να μείνουν όπως ήταν. Αυτή άλλωστε είναι η γενική πολιτική της “αριστεράς”. Να μην αλλάξει τίποτα.
Έτσι, η τετραετία διαχείρισης, παρά τις καλές προθέσεις, οδήγησε σε πραγματικά προβλήματα. Τι να κάνεις την ιδεολογική μάχη όταν τα δύο από τα τρία ασανσέρ του κεντρικού κτιρίου διοίκησης δεν λειτουργούν για μήνες; Τι να κάνεις τις διακηρύξεις περί ουμανιστικών οραμάτων όταν κάθε μικροομάδα αδιευκρίνιστων συμφερόντων ανενόχλητη καταλύει κάθε λειτουργία με καταλήψεις και απαγόρευση εισόδου. Τίποτα. Η δουλειά των πρυτανικών αρχών είναι δουλειά διοίκησης και όχι νομοθετικής πολιτικής. Καλείται ο πρύτανης, επικεφαλής του θεσμού να οργανώσει τη λειτουργία του και να παρακολουθεί την εκτέλεση του προγραμματικού του σχεδίου, το οποίο πρέπει να έχει εκπονήσει το συμβούλιο και το οποίο πρέπει να έχει συνομολογηθεί με το κράτος. Περάσαμε άγονες χρονιές με διαμάχες περί της πραγματικής έννοιας της λέξης “γνώμη”. Σε έναν θεσμό κατεξοχήν διαβούλευσης και ευρύτερης συμφωνίας, η “αριστερά” ήθελε νίκες! Νίκες που θα έκαναν τους θεσμούς αναχώματα στην κρατική πολιτική. Εισέπραξε ήττες.
Γιατί το ερώτημα έχει να κάνει με την αποτελεσματικότητα και τις προοπτικές. Με το προγραμματικό σχέδιο, την τακτοποίηση διοικητικών λειτουργιών, την εμπέδωση μιας ομαλής καθημερινότητας. Είμαι απόλυτα πεπεισμένος πως ό,τι ζήσαμε στα πανεπιστήμια τέσσερα χρόνια αποτελεί ένα διδακτικό παράδειγμα… Όποιος αναζητά την πραγματικότητα της διαχείρισης της χώρας από την “αριστερά”, ας μελετήσει τη διαχείριση των ιδρυμάτων. Θα βγάλει αρκετά και ενδιαφέροντα συμπεράσματα.