Ο Νίκος Κουτρέτσης γεννήθηκε στη Θεσσαλονίκη το 1953. Μετά από τις γυμνασιακές του σπουδές στο Πειραματικό, φοίτησε στο Μαθηματικό τμήμα της Φυσικομαθηματικής Σχολής του ΑΠΘ από το 1970 έως το 1975. Μεταπτυχιακές σπουδές στα αντικείμενα Πληροφορικής, Επιχειρησιακής Έρευνας και Οργάνωσης στην Αθήνα και στο Παρίσι (PARIS IX, Dauphine). Στον ιδιωτικό τομέα σύμβουλος Στρατηγικού και Επιχειρησιακού Σχεδιασμού, Αναδιοργάνωσης και Πληροφορικής, καθώς και σχεδιασμός και καθιέρωση προτύπων διαδικασιών ανάπτυξης συστημάτων Πληροφορικής τόσο στην Ελλάδα όσο και στο εξωτερικό. Περιορισμένη απασχόληση στον Δημόσιο (και ευρύτερο Δημόσιο) Τομέα σε διευθυντικές θέσεις στην Υπηρεσία Ανάπτυξης Πληροφορικής και στην Κοινωνία της Πληροφορίας ΑΕ. Στέλεχος της Αντιφασιστικής Αντιιμπεριαλιστικής Σπουδαστικής Παράταξης Ελλάδας (ΑΑΣΠΕ) κατά την εποχή της χούντας και του Επαναστατικού Κομμουνιστικού Κινήματος Ελλάδας (ΕΚΚΕ) κατά τη Μεταπολίτευση, μετά από μια περίοδο αδράνειας ξαναδραστηριοποιήθηκε πολιτικά στο Ποτάμι, ενώ και σήμερα εξακολουθεί να διατηρεί ζωηρό ενδιαφέρον για τα δρώμενα του χώρου.
Ποιο ήταν το κίνητρο για τη συμμετοχή σας σε αυτό το βιβλίο; Γιατί ένα τέτοιο βιβλίο τώρα;
Γιατί τώρα ; Μα οποιαδήποτε στιγμή είναι καλή για ανασκόπηση μιας εποχής, γιατί δεν υπάρχει ποτέ τελικό συμπέρασμα, αλλά αξιολογούμε κάθε φορά με την βοήθεια του πλούτου από εμπειρίες και γνώσεις που έχουμε συσσωρεύσει μέχρι τότε. Όταν ζητήθηκε από τον Τσου-Εν-Λάι να πει τη γνώµη του για τη Γαλλική Επανάσταση, απάντησε: «Είναι πολύ νωρίς για να την κρίνουµε». Μπορεί η εννοιολογική ακρίβεια της γλαφυρής αυτής απάντησης να αμφισβητείται, μας δίνει ωστόσο ένα καλό πάτημα ώστε να αναλογιστούμε ότι δεν υπάρχει κάποια κατάληξη, κάποια οριστική απάντηση στα ατομικά και κοινωνικά ερωτήματα. Πάντα ρει, οι αιτίες παράγουν αποτελέσματα, και τα αποτελέσματα γίνονται αιτίες για παραπέρα γεγονότα. Έτσι κάθε αναζήτηση δεν έχει τέλος, είναι ανθρώπινα α-τελής. Είναι όμως και ο μόνος δρόμος, το μόνο εργαλείο που διαθέτουμε για να μαθαίνουμε από τα λάθη μας και να χαράζουμε το μέλλον – ένα μέλλον με τα καινούρια, τα δικά του λάθη.
Κατέγραψα την διαδρομή μου για να αποκρυσταλλώσω το πώς βίωσα εγώ αυτή την αναζήτηση. Το έκανα πρώτα-πρώτα για μένα, μετά για τους δικούς μου ανθρώπους που θα θέλανε να με νοιώσουν καλύτερα, και τέλος για όσους μπορούν να βρουν σ αυτήν κομμάτια που βοηθούν να συμπληρωθεί καλύτερα το παζλ της δικιάς τους αναζήτησης.
Θεωρείτε ότι το αντιδικτατορικό φοιτητικό κίνημα ήταν προϊόν της αυθόρμητης αντίδρασης των φοιτητών στη χούντα ή της έντονης πολιτικοποίησής τους στις συνθήκες της δικτατορίας;
Το φοιτητικό κίνημα είχε έναν έντονα συγκρουσιακό χαρακτήρα, και η διάθεση για σύγκρουση είναι κάτι που έρχεται αυθόρμητα όταν έχεις έναν ορατό εχθρό. Ωστόσο χρειάζεται κι ένας καταλύτης για να δείξει τον εχθρό, να σπάσει τον πρώτο πάγο, να ανοίξει τον δρόμο. Δεν θα μπορούσε να αναπτυχθεί εύκολα εν κενώ. Κι αυτός ο καταλύτης ήταν σε μεγάλο βαθμό οι ήδη πολιτικοποιημένοι, παλιά στελέχη αριστερών/κεντροαριστερών οργανώσεων. Φυσικά ήταν μια ανατροφοδοτούμενη διαδικασία, η σύγκρουση βάθαινε και πλάταινε την πολιτικοποίηση, που πάλι με την σειρά της ανέβαζε την σύγκρουση σε νέα επίπεδα, καταλήγοντας έτσι στο να είμαστε μια γενιά που η αμφισβήτηση και η πολιτική να είναι ριζωμένη βαθιά μέσα μας.
Αισθάνεστε ότι η περίοδος της μεταπολίτευσης δικαίωσε τις προσδοκίες σας;
Ας θυμηθούμε ότι το σύνθημα που κυριαρχούσε τότε ήταν το «ψωμί – παιδεία – ελευθερία». Η μεταπολιτευτική δημοκρατία μπορεί να μην ήταν άμεσο αποτέλεσμα του αντιδικτατορικού κινήματος. Θα ήταν όμως εφικτή, και μάλιστα σε τέτοια έκταση, αν δεν είχε αναπτυχθεί μια τόσο έντονη λαϊκή αντίθεση στην δικτατορία ; Θα ήταν ο μεταπολιτευτικός σεβασμός των πολιτικών και ανθρώπινων δικαιωμάτων δυνατός, αν είχε αφεθεί ο δικτάτορας Παπαδόπουλος να προχωρήσει το σχέδιό του για «ομαλοποίηση», που ακυρώθηκε στην πράξη από το αντιδικτατορικό κίνημα; Πιθανότατα όχι. Πετύχαμε λοιπόν το τρίτο ζητούμενο, την «ελευθερία».
Για τις άλλες δύο επιδιώξεις, η απάντηση είναι πιο σύνθετη. Σε ό,τι αφορά στο υλικό μέρος (ψωμί), η ευμάρεια μπορεί να επιτεύχθηκε σε σημαντικό βαθμό, αναδείχθηκε όμως για δεκαετίες σαν αυτοσκοπός, και κατέληξε στην κατασπατάληση πόρων και υποθήκευση του μέλλοντός μας σαν άτομα και σαν χώρα συνολικά. Σήμερα σκέφτομαι ότι αυτό μπορεί να οφείλεται και στην ουσιαστική έλλειψη Παιδείας. Μιας Παιδείας που δεν στοχεύει στο να σου δώσει ένα χαρτί, ένα άκυρο, όπως κατέληξε, εισιτήριο για το τρένο της ευμάρειας , μιας Παιδείας που ούτε καν περιορίζεται στην διάδοση της επιστήμης, αλλά διαμορφώνει συνειδητούς Πολίτες.
Και, κλείνοντας, αν μέσα στις «προσδοκίες» εννοούμε και τις ουτοπίες, αυτές δεν τις διέψευσε η μεταπολίτευση, αλλά η πραγματικότητα, και μάλιστα σε παγκόσμιο επίπεδο. Για όσους πιστέψαμε κάποτε ότι η επανάσταση είναι επιταγή της Ιστορίας, η Ιστορία αποδείχτηκε, για πολλοστή φορά, μεγάλη πόρνη.