Με την ευκαιρία της συμπλήρωσης 60 χρόνων από την ίδρυση της Νεολαίας της ΕΔΑ (Ν.ΕΔΑ), η Εταιρεία Μελέτης της Ιστορίας της Αριστερής Νεολαίας (ΕΜΙΑΝ) και παλαιά μέλη και στελέχη της Ν.ΕΔΑ διοργάνωσαν από κοινού τριήμερο συνέδριο στην Αθήνα στις 9–11 Δεκεμβρίου 2016 με θέμα «Η Νεολαία της ΕΔΑ (Ν.ΕΔΑ). Η συμβολή της στην ανάπτυξη του νεολαιίστικου κινήματος και ο ρόλος της στις πολιτικές και κοινωνικές εξελίξεις». Συμμετείχαν με ομιλίες και παρεμβάσεις ιστορικά στελέχη και μέλη της Ν.ΕΔΑ όπως έχουν αναδειχθεί στον επιστημονικό και κοινωνικό χώρο, ιστορικοί, ερευνητές και κοινωνικοί επιστήμονες.
Τα θέματα που απασχόλησαν το συνέδριο είναι:
α) Οι οικονομικές και κοινωνικές συνθήκες μέσα στις οποίες ιδρύθηκε η οργάνωση, η εξέλιξή της και οι σχέσεις της με την ΕΔΑ και το ΚΚΕ, με τα προηγούμενα μεταπολεμικά αριστερά σχήματα νεολαίας και με το διάδοχο κίνημα των Λαμπράκηδων.
β) Οι οργανωτικές δομές της και η εξάπλωσή της στον φοιτητικό, εργατικό και αγροτικό χώρο.
γ) Επίσης, η σύνδεση της πολιτιστικής διάστασης και του διεκδικητικού-οικονομικού αγώνα της αριστερής νεολαίας ως συνέχεια του υποδείγματος της ΕΠΟΝ.
δ) Η διερεύνηση του τρόπου που εργάστηκαν τα στελέχη και τα μέλη της Ν.ΕΔΑ στο χώρο των μαζικών οργανώσεων. Πώς διαχέονταν οι αριστερές ιδέες, πώς προωθούνταν τα οικονομικά τους αιτήματα και πώς εξασφαλίζονταν οι απαραίτητες συμμαχίες.
ε) Ο προσδιορισμός του πολιτικού λόγου της Ν.ΕΔΑ, όπως εμφανίζεται μέσα από τις θεωρητικές και οργανωτικές επεξεργασίες των οργάνων της, τις διακηρύξεις και τις θέσεις που εκλαΐκευαν προς τα έξω τα μέλη της. Ακόμη, η διερεύνηση του ανθρωποκεντρικού προφίλ της, όπως προκύπτει δοκιμαστικά/ δειγματοληπτικά από την επεξεργασία απαντήσεων παλαιών μελών και στελεχών της σε ένα ερωτηματολόγιο της Επιτροπής Προφορικής Ιστορίας της ΕΜΙΑΝ.
στ) Η εξέταση των σχέσεων της Ν.ΕΔΑ, με τις άλλες κομματικές πολιτικές οργανώσεις νέων καθώς και οι ιδεολογικές αναζητήσεις και διαφοροποιήσεις που αναπτύχθηκαν στους κόλπους της.
ζ) Η σπουδαία αγωνιστική παρακαταθήκη της Ν.ΕΔΑ μπορεί να αξιοποιηθεί και στους σημερινούς αγώνες της αριστερής νεολαίας. Κάτω από αυτό το σκεπτικό το τριήμερο συνέδριο κλείνει με Στρογγυλή Τράπεζα που έχει ως θέμα: «Η ιστορία και ο ρόλος της αριστερής νεολαίας στις σημερινές κοινωνικές και πολιτικές εξελίξεις».
Στο συνέδριο συμμετείχαν με ομιλίες και παρεμβάσεις ιστορικά στελέχη και μέλη της Ν. ΕΔΑ, ιστορικοί, ερευνητές και κοινωνικοί επιστήμονες: Νικηφόρος Αντωνόπουλος, Σοφία Αργυρίου, Γιώργος Βοϊκλής, Γιάνης Γιανουλόπουλος, Θανάσης Γρέβιας, Μπάμπης Δρακόπουλος, Αιμίλιος Ζαχαρέας, Μαρία Ηλιού, Νίκος Θεοτοκάς, Θανάσης Καλαφάτης, Νίκος Κιάος, Μπάμπης Κοβάνης, Παναγιώτης Κουνάδης, Βασίλης Κωστόπουλος, Λαοκρατία Λάκκα, Μιχάλης Λυμπεράτος, Θόδωρος Μαλικιώσης, Γιάννης Μάνος, Αριστείδης Μανωλάκος, Μιχάλης Μωραϊτίδης, Ηλίας Νικολακόπουλος, Αθηνά Νικολάου, Ηλίας Νικολόπουλος, Δέσποινα Παπαδημητρίου, Ιωάννα Παπαθανασίου, Αλέκος Σόφης, Ζήσιμος Συνοδινός, Τάσος Τρίκκας, Θανάσης Τσακίρης, Κωνσταντίνος Τσουκαλάς, Κωστής Χρονάκης.
Ο Νικηφόρος Αντωνόπουλος, δημοσιογράφος και στέλεχος της Αριστεράς, μίλησε με θέμα «Νεολαιίστικη Δράση και Τύπος». Η «Μ» δημοσιεύει την εισήγησή του, καθώς περιέχει πολύ ενδιαφέροντα ιστορικά στοιχεία:
Νικηφόρος Αντωνόπουλος
«Η δεκαετία του 1960 έχει χαρακτηριστεί – και σίγουρα ήταν – ως η δεκαετία κατά την οποία αναπτύχθηκε ένα πρωτοφανές δυναμικό, μαζικό, διεκδικητικό κίνημα νεολαίας, τόσο στις Ηνωμένες Πολιτείες, όσο και στην Ευρώπη, το οποίο μάλιστα σε ορισμένες περιπτώσεις, πήρε και τη μορφή ένοπλης δράσης. Παράλληλα, αναπτύσσεται κι ένα πολύμορφο πολιτιστικό κίνημα, ιδιαίτερα στη μουσική, το οποίο συμβαδίζει απόλυτα με τις κινητοποιήσεις της νεολαίας, έτσι ώστε το ένα να συμπαρασύρει το άλλο.
Το ίδιο συμβαίνει και στην Ελλάδα, όπου η νεολαία βρίσκεται στην πρωτοπορία των λαϊκών κινητοποιήσεων, που συνοδεύονται και από μια εκπληκτική πολιτιστική ανάπτυξη, αλλά και πρωτοφανή μουσική έκρηξη, η απήχηση της οποίας κρατάει ως τις μέρες μας.
Ασφαλώς, αυτή η «άνοιξη του ‘60» δεν ξεπήδησε από το πουθενά. Την προετοίμασε, ίσως και να την προανήγγειλε, ο βαρύς μετεμφυλιακός χειμώνας του ’50, με τις εκτελέσεις, τις εξορίες, τις φυλακές, τις διώξεις, την ασφυκτική αστυνόμευση κάθε δραστηριότητας, έτσι ώστε να μη χρειάζεται παρά μια σπίθα για να εκραγεί η συσσωρευμένη καταπίεση.
Και σπίθες υπήρξαν πολλές, με πρώτη και κύρια, το Κυπριακό, τον αγώνα των Κυπρίων εναντίον του αποικιακού καθεστώτος για Ενωση, όπως διαδηλώναμε τότε, μέχρις ότου μας βρει η καθοδήγηση και μας διορθώσει με το πολιτικά σωστό Αυτοδιάθεση, το οποίο ακατάληπτο όπως ηχούσε στα μαθητικά αυτιά μας, χανόταν μέσα στα συνθήματα από το απλό και κατανοητό Ενωση.
Όπως και νάχει, αυτός ο αγώνας των Κυπρίων για την Ανεξαρτησία τους κατά της βρετανικής αποικιοκρατίας, τα όργανα της οποίας αντιδρούσαν με εγκληματική σκληρότητα, με απαγχονισμούς νέων αγωνιστών, φυλακίσεις και βασανιστήρια σε βάρος μαθητών, ήταν που συγκίνησε την ελληνική νεολαία και την έβγαλε στους δρόμους, αντιμέτωπη πρόσωπο με πρόσωπο πλέον και με την ελληνική αστυνομοκρατία που αντιδρούσε στις φοιτητικές και μαθητικές διαδηλώσεις με ξυλοδαρμούς, συλλήψεις, ακόμη και με σφαίρες, που άφησαν νεκρούς στους δρόμους της Αθήνας, στις 9 Μαΐου 1956, τρεις νέους, τον Κωνσταντόπουλο, 21 ετών, τον Νικολάου, 23 ετών και τον Γεροντή, 28 ετών.
Παράλληλα, την ίδια περίοδο αρχίζουν και κινητοποιήσεις των φοιτητών, προς δυο κατευθύνσεις: Αρχικά για την προβολή των προβλημάτων που αντιμετώπιζαν στις επιμέρους Σχολές, αλλά και για τα μεγάλα κοινά προβλήματα, όπως ήταν τότε το κόστος των διδάκτρων και των συγγραμμάτων και το φοιτητικό εισιτήριο και όσο οι αγώνες αυτές αντιμετωπίζονταν κατασταλτικά, με την αστυνομία αλλά και τις παρακρατικές οργανώσεις που δρούσαν στους πανεπιστημιακούς χώρους, οι κινητοποιήσεις στρέφονταν κατά του αστυνομικού κράτους που είχε εγκαθιδρυθεί και υπέρ της προάσπισης της Δημοκρατίας.
Μέσα από αυτούς τους αγώνες είναι που διαμορφώθηκαν τα δυο κινήματα της νεολαίας και των φοιτητών που σφράγισαν εκείνη την εποχή, του 15% για την Παιδεία και του 1-1-4 για την προάσπιση των Ακαδημαϊκών ελευθεριών (τότε τέθηκε και το αίτημα για την προάσπιση του Ακαδημαϊκού Ασύλου) και των δημοκρατικών ελευθεριών.
Την ίδια περίοδο στην κορύφωση του ψυχρού πολέμου ανοίγει κι ένα τρίτο μέτωπο για τη νεολαία, για την προάσπιση της Ειρήνης, για να σταματήσει η κούρσα των πυρηνικών εξοπλισμών.
Με αυτό δυναμικό φορτίο μπαίνει η νεολαία στη νέα δεκαετία, έτοιμη να διαμορφώσει αυτή πλέον τις συνθήκες και τους όρους της παρουσίας της στη νέα εποχή που ανοίγεται μπροστά της. Κι αυτό το κάνει μόλις το παραπαίον πλέον κράτος και παρακράτος της δεξιάς δίνει την ευκαιρία.
Δυο ήταν τα γεγονότα που πυροδότησαν την έκρηξη του κινήματος νεολαίας στην αρχή κιόλας της δεκαετίας του 60:
* Οι εκλογές της βίας και της νοθείας τον Οκτώβριο του 1961 και
* Η δολοφονία του βουλευτή της ΕΔΑ και επικεφαλής του Κινήματος Ειρήνης Γρηγόρη Λαμπράκη τον Μάιο του 1963.
Οσο κι αν τα κινήματα που διαμορφώνονταν είχαν έντονο το στοιχείο του αυθόρμητου, άλλο τόσο είναι γεγονός ότι υπήρχε κι ένα καθοδηγητικό κέντρο, που κάτω από τις πλέον ασφυκτικές συνθήκες που είχε διαμορφώσει η τρομοκρατία της δεξιάς, μπόρεσε να διαγνώσει έγκαιρα τη δυναμική που έκρυβε μέσα της η νεολαία και να διαθέσει τις όποιες δυνάμεις της για την καθοδήγηση των κινητοποιήσεων.
Γράφει στη θαυμάσια εργασία της για τη Νεολαία Λαμπράκη και τη δεκαετία του ΄60, η Ιωάννα Παπαθανασίου, αναφερόμενη σ’ εκείνη την περίοδο που αναπτύσσονται οι κινητοποιήσεις της νεολαίας:
Η σφραγίδα της Νεολαίας της ΕΔΑ
«Κινητήρια δύναμη αυτής της νεολαίας και των κινημάτων της, όπως τα ενσωμάτωσε και τα διαχειρίστηκε, η ηττημένη και διωκόμενη Αριστερά επιτυγχάνει μια σταδιακή επιστροφή στη διάρκεια της δεκαετίας του 60. Αντιστρέφοντας τους όρους που δημιούργησε η εμφύλια σύγκρουση, επιβάλει την παρουσία της στο στίβο των πολιτικών νεολαιών και, χρησιμοποιώντας ως αιχμή του δόρατος το ‘’αφυπνιζόμενο’’ φοιτητικό κίνημα, θέτει, παρά τις διώξεις και την τρομοκρατία, τις υποθήκες για μια νέα ηγεμονία της με άξονες την ειρήνη, την αμνηστία και τους αγώνες για το Κυπριακό. Η παράνομη ΕΠΟΝ και η βραχύβια ΕΔΝΕ (Ενιαία Δημοκρατική Νεολαία Ελλάδος) εξασφαλίζουν, σε αυτή τη φάση, τη συνέχεια από την κατοχική γενιά των επονιτών σε εκείνη που διαμορφώνεται στις δύστοκες εμφυλιοπολεμικές και μετεμφυλιοπολεμικές πραγματικότητες.
Στη συνέχεια, η Νεολαία ΕΔΑ καθιερώνεται από το 1958 ως ο πολιτικός εκείνος οργανισμός που, συσπειρώνοντας τη δυναμική της Αριστερά, καταφέρνει νε ενορχηστρώσει τα αιτήματα του φοιτητικού κινήματος αντιπαρατιθέμενος στην ΕΚΟΦ, να συντονίσει τις διεκδικήσεις των εργαζόμενων νέων και να μετατρέψει σε νεολαιίστικη υπόθεση την έκκληση για ειρήνη. Χωρίς να ξεφύγει από το πλαίσιο μιας ‘’στενής’’ πολιτικής – κομματικής νεολαίας, ενσωματώνει στις αρχές του1960 τα νέα δεδομένα και καλλιεργεί το έδαφος για την έκρηξη της νεολαιίστικης συμμετοχής και αμφισβήτησης, προετοιμάζοντας τη θριαμβευτική είσοδο στην πολιτική ζωή της γενιάς που αναγνωρίζεται μέχρι σήμερα ως η ‘’γενιά του Λαμπράκη’’»
Ο ρόλος του Τύπου
Σημαντικός για την ανάπτυξη του νεολαιίστικου κινήματος ήταν και ο ρόλος του Τύπου αλλά και των εντύπων που έκαναν την εμφάνισή τους από τη στιγμή που οι κινητοποιήσεις των νέων άρχισαν να αποκτούν μαζικότητα, οργανωτική υποδομή και συνέχεια.
Ασφαλώς οι μεγάλες κινητοποιήσεις, οι διαδηλώσεις, οι συγκρούσεις με την αστυνομία, τα φοιτητικά συνέδρια, με αποκορύφωμα το Δ΄ Πανσπουδαστικό και την ίδρυση της ΕΦΕΕ, καλύπτονταν από τον πολιτικό Τύπο και μάλιστα συχνά αποτελούσαν και το κύριο θέμα της πρώτης σελίδας τους.
Ωστόσο, τα ειδικά έντυπα ήταν εκείνα που συνέβαλαν στο να αποκτήσουν τα κινήματα κάποια ομοιομορφία προσφέροντάς, με την περιοδικότητά τους και την απαραίτητη συνέχεια.
Κατ’ αρχάς στο επίπεδο του κομματικού Τύπου, εκτός της Αυγής που προβάλει καθημερινά όχι μόνο τις κινητοποιήσεις, αλλά και ειδήσεις και πληροφορίες για τις οργανώσεις που δραστηριοποιούνται, υπάρχει ο «Πρωτοπόρος», 15θήμερη έκδοση της Νεολαίας της ΕΔΑ Αθήνας. Το πρώτο φύλλο κυκλοφόρησε τον Ιούνιο 1963 με εκδότη τον Τάσο Τρίκα.
Κεντρικό θέμα η φυγή Καραμανλή από την Ελλάδα, μετά τη δολοφονία του Λαμπράκη και τη σύγκρουσή του με το παλάτι, αφιέρωμα στον Γρηγόρη Λαμπράκη, ανακοινώσεις Κ. Σ. της Ν.ΕΔΑ και ειδήσεις για τη δραστηριότητα της Κίνησης Νέων Γρ. Λαμπράκης. Από την 1η σελ. μαθαίνουμε ότι τα πρώτα 5.000 φύλλα της έκδοσης εξαντλήθηκαν και χρειάστηκε να τυπωθούν ακόμη 5.000 για να ικανοποιηθεί η ζήτηση. Τα διαθέσιμα τεύχη υπάρχουν ως τον Φεβρουάριο 1964, με αφιέρωμα στις εκλογές της 16ης Φεβρουάριο, με κεντρικό σύνθημα: «Ψήφο στην ΕΔΑ – Στην Κύπρο Λευτεριά».
Πίσω στη δεκαετία του 50 βρίσκουμε την εφημερίδα «Φρουροί της Ειρήνης», που κυκλοφόρησε τον Σεπτέμβριο του 1951, αποτελούσε το δημοσιογραφικό όργανο της νεοσύστατης τότε ΕΔΝΕ (Ενιαία Δημοκρατική Νεολαία Ελλάδος) που συγκρότησαν οι οργανώσεις νέων των κομμάτων που μετείχαν στην ΕΔΑ, αλλά έκλεισε λίγους μήνες μετά, τον Ιανουάριο του 1952, με δικαστική απόφαση,
Η απαγόρευση της κυκλοφορίας της εφημερίδας προηγήθηκε κατά μερικούς μήνες και της διάλυσης της ΕΔΝΕ, μετά τη σύλληψη και τον εκτοπισμό των ηγετικών στελεχών της από την Ασφάλεια.
Σημαντικό γεγονός που βοήθησε την ανάπτυξη του νεολαιίστικου κινήματος αποτέλεσε κατά γενική ομολογία η διάλυση των οργανώσεων της παράνομης ΕΠΟΝ, που δρούσε από την επομένη κιόλας της λήξης του εμφυλίου και η ένταξη των στελεχών της στη Νεολαία της ΕΔΑ το 1958.
Η Πανσπουδαστική
Ωστόσο καθοριστικής σημασίας για την ανάπτυξη του σπουδαστικού κινήματος υπήρξε η έκδοση της «Πανσπουδαστικής», τον Μάιο του 1956, με διευθυντή τον Β. Μαντέλη και αρχισυντάκτη τον Βασίλη Τσάνη. Είναι δισέλιδη, «συντάσσεται και εκδίδεται υπό επιτροπής», κοστίζει 1,50 δραχμές, κυκλοφορεί ανά 15θήμερο και βέβαια βασική θεματογραφία της αποτελούν τα φοιτητικά αιτήματα, αλλά και το Κυπριακό, που αποτελεί και βασικό θέμα των φοιτητικών κινητοποιήσεων και συνέβαλε κατά πολύ και στην οργανωτική συγκρότηση του κινήματος.
Από το επόμενο τεύχος οι σελίδες της «Πανσπουδαστικής» θα γίνουν τέσσερις, από το τέλος του 1959 θα αυξηθούν στις έξι, στη συνέχεια θα διπλασιαστούν και θα φθάσουν τις 32.
Από το 20ο φύλλο, ο Β. Μαντέλης αναφέρεται ως εκδότης και τη διεύθυνση αναλαμβάνει ο Γιώργος Χατζόπουλος, που αποχώρησε το 1959,.
Από το 25ο φύλλο (8.12.1960), η «Π» κυκλοφορεί ανανεωμένη ως «Δεκαπενθήμερη Σπουδαστική Επιθεώρηση» με εκδότη πάντα τον Β. Μαντέλη και διευθυντή-υπεύθυνο ύλης τον Μανώλη Μυλωνάκη. Στο 42ο φύλλο (Δεκέμβριος 1962), στην ταυτότητα του περιοδικού εμφανίζονται ο Μ. Μυλωνάκης (διευθυντής-υπεύθυνος) και ο Γιάννης Γιανουλόπουλος (αρχισυντάκτης). Τέλος, από το 49ο φύλλο (Ιανουάριος 1966) ως το τέλος (Απρίλιος 1967), ως υπεύθυνη αναφέρεται η Μαρία Μαρουλάκου, ενώ σημειώνεται ότι η καλλιτεχνική επιμέλεια του εντύπου ανήκει στην Ξανθίππη Μίχα.
Σε όλη την πρώτη περίοδο έκδοσής της, οι αγώνες κατά της ΕΚΟΦ, η καταγγελία της αστυνομοκρατίας στο Πανεπιστήμιο, η υπεράσπιση του ασύλου, το «114» και το «15% για την Παιδεία», όπως βέβαια και τα επιμέρους αιτήματα που διατυπώνονται από διάφορες Σχολές, αποτελούν τη βασική ύλη του εντύπου, ενώ φυσικά δεν λείπουν τα πολιτιστικά νέα και οι πολιτικές ειδήσεις και τα σχόλια για την πολιτική κατάσταση.
Στη δεύτερη περίοδο κυκλοφορίας, μετά το 60, όταν πλέον η Πανσπουδαστική αλλάζει σχήμα και μορφή, η στροφή προς την πολιτισμική θεματογραφία είναι πλέον σταθερή και στις σελίδες της φιλοξενούνται σημαντικοί Ελληνες και ξένοι συγγραφείς, εγκαινιάζονται στήλες όπου παρουσιάζονται οι νέες τάσεις στον χώρο του θεάτρου και του κινηματογράφου, δημοσιεύονται μελέτες γνωστών διανοητών της εποχής, προτείνονται βιβλία και κινηματογραφικές ταινίες, ενώ δίνεται έμφαση και σε δημοσιογραφικά στοιχεία, όπως η φωτογραφία, το ρεπορτάζ, η σάτιρα. Παράλληλα, προβάλλονται πρωτοβουλίες για δημιουργία φοιτητικού θεάτρου και οργανώνονται εκθέσεις ζωγραφικής και διαγωνισμοί ποίησης, που συγκεντρώνουν όχι μόνο σπουδαστικό, αλλά και ευρύτατο ενδιαφέρον.
Όπως έχει αναφέρει σε συνέντευξή του ο Γιώργος Χατζόπουλος, σταθερά μέλη της Συντακτικής Επιτροπής ήσαν οι: Στάθης Δαμιανάκος, Μάνθος Γκάνιος, Αντώνης Βουγιούκας, Ανδρέας Λεντάκης, καθώς και οι: ΄Αννα Τσιβάκου, Νίκος Θεάκος, Στέλιος Ράμφος, Γιώργος Βότσης, Γιάννης Καλεώδης, Στέλιος Παπανικολάου και Αγγελική Παπαθανασίου, ενώ υπεύθυνος για το Πανεπιστήμιο της Θεσσαλονίκης ήταν ο Αλέκος Γρίμπας.
Βεβαίως, η λειτουργία ενός εντύπου εκείνα τα χρόνια που στους κόλπους όχι μόνο του ελληνικού, αλλά και του διεθνούς κινήματος νεολαίας αναπτύσσονταν έντονοι προβληματισμοί και ιδεολογικοπολιτικά ρεύματα, δεν ήταν πάντα ανέφελη. Όπως άλλωστε δείχνει και η εναλλαγή στις θέσεις των υπευθύνων του εντύπου υπήρξαν και εντάσεις και διαφωνίες και αποχωρήσεις. Οι οποίες όμως όχι μόνο δεν εμπόδισαν το περιοδικό να συνεχίσει την πορεία του, αλλά και το ενίσχυσαν. Πράγμα που ασφαλώς πιστώνεται στα στελέχη εκείνα της νεολαίας που είχαν την ευθύνη του περιοδικού.
Και στο σημείο αυτό, αξίζει νομίζω τον κόπο να δούμε κάποιες δηλώσεις διευθυντικών στελεχών της Πανσπουδαστικής, που αναφέρονται στη λειτουργία του εντύπου.
Γιώργος Χατζόπουλος: «Δεν μπορούμε να αρνηθούμε τον ρόλο του πολιτικού παράγοντα, και μάλιστα (την πρώτη περίοδο) του παράνομου τότε ΚΚΕ, το οποίο στη νεολαία λειτουργούσε με την παράνομη ΕΠΟΝ, η οποία υφίσταται μέχρι το 1958-1959. Αλλά η ώθηση, η βασική κινητήρια δύναμη για τη συνομάδωση του κινήματος της νεολαίας, είναι τα προβλήματα που αντιμετωπίζαμε τότε. (…) Αυτά δίνουν ώθηση και δίνουν αυτοπεποίθηση σε τμήματα της νεολαίας, μαζί με τις εμπειρίες τους, και δημιουργούν την «Π» αυτοδύναμα. Η βοήθεια του ΚΚΕ μπορεί κανείς να πει ότι είναι ηθική και τεχνική. Αισθανόμαστε, δηλαδή, πως έχουμε κάποια «μετόπισθεν». (…) Η έλλειψη στενής ποδηγέτησης έκανε επιτακτική την ανάληψη πρωτοβουλιών, την αναδοχή ευθυνών και την πραγματοποίηση πράξεων χωρίς να έχει ερωτηθεί η καθοδήγηση».
Μανώλης Μυλωνάκης: «Η «Π» της πρώτης περιόδου δημοσίευε ό,τι ήταν σπουδαστικό. Η «Π» της επόμενης περιόδου δημοσίευε ό,τι νόμισε ότι έπρεπε να διαβάζουν οι φοιτητές. (…) Αυτές οι δύο «Π» αποτέλεσαν επίκεντρο συσπειρώσεων. Η «Π»- καταγγελία, υιοθετήθηκε από τη σκληρή εσωκομματική αντιπολίτευση. Η «Π» του πολιτιστικού ανοίγματος, συσπείρωσε τη φοιτητική κουλτούρα. (…) Εζησε η Συντακτική Επιτροπή αρκετές συγκρούσεις με το κόμμα. Υπήρχαν συγκρούσεις συγκυριακού χαρακτήρα και συγκρούσεις καθαρά ιδεολογικού χαρακτήρα.(…) Ο αριστερός λόγος δεν γινόταν ασυζητητί αποδεκτός στην «Π». Γύρω από τα τραπέζια της και μέσα στις σελίδες της ο αριστερός λόγος αποτιμήθηκε και πολλές φορές η τεχνοκριτική της «Π», ή η κριτική της γενικότερα, εξέπληξε για την ανεξαρτησία της και τις αποστάσεις που πήρε από ιερά και όσια».
Γιάννης Καλιόρης: «Στον τομέα της ιδεολογίας ο αγώνας της «Π» υπήρξε διμέτωπος, ενάντια στο κράτος και παρακράτος της δεξιάς και στην κυρίαρχη ιδεολογία, και ενάντια στην αυταρχική νοοτροπία και τις συγκεντρωτικές μεθόδους της αριστεράς, τα στενά κριτήρια και τις ετοιμοπαράδοτες αλήθειες. Δεν δεχόμαστε, δηλαδή, να σκέφτονται άλλοι για μας πριν από μας. Θέλαμε να αρθρώσουμε τον δικό μας λόγο και διεκδικούσαμε μια ανεξαρτησία συνειδήσεως. Αυτό, βέβαια, δεν γινόταν χωρίς σκληρές συγκρούσεις με τον κομματικό μηχανισμό».
Γιάννης Γιαννουλόπουλος: «Η κύρια αιτία, πιστεύω, που εξηγεί γιατί η «Π» σιωπά την περίοδο (’64-’65), είναι η αλλαγή των προτεραιοτήτων στον χώρο της νεολαίας από πλευράς ΕΔΑ και παράνομου ΚΚΕ. Παρ’ όλο ότι η συγχώνευση της νεολαίας της ΕΔΑ με τη Νεολαία Λαμπράκη -που είναι μια ραγδαία αναπτυσσόμενη μαζική οργάνωση της οποίας το κύριο χαρακτηριστικό είναι ότι δεν στηρίζεται στους φοιτητές -γίνεται το Σεπτέμβρη του 1964, η κίνηση αυτή έχει αποφασιστεί από το Δεκέμβρη του 1963 και έχει επικυρωθεί από την ηγεσία του ΚΚΕ στο εξωτερικό στις αρχές του 1964. Αυτή η αλλαγή προτεραιοτήτων, δηλαδή από το κίνημα το φοιτητικό σε ένα κίνημα νεολαιίστικο ευρύτερο, επηρεάζει οπωσδήποτε και την έκδοση της «Π». Αλλωστε, η σπουδαστική οργάνωση της Νεολαίας της ΕΔΑ ήταν αυτή που διατύπωσε, όπως και μια μερίδα της ηγεσίας του ΚΚΕ, τις εντονότερες αντιρρήσεις για τη συγχώνευση αυτή που θα οδηγούσε, κατά την άποψη αυτών που είχαν αντίρρηση, στην αποπολιτικοποίηση της νεολαίας».
Μένοντας στο χώρο της Παιδείας, ένα έντυπο που διαδραμάτισε σοβαρό ρόλο στην ανάπτυξη του μαθητικού κινήματος, ήταν η «Μαθητική», 15θήμερη έκδοση του Συνδέσμου Εργαζομένων Μαθητών Μέσης Εκπαίδευσης (ΣΕΜΜΕ) που κυκλοφόρησε το Νοέμβριο 1963 με 4 σελίδες, και διευθυντή τον Διονύσιο Παπαδάτο, προβάλλοντας τα βασικά αιτήματα των εργαζομένων μαθητών, ενάντια στην προσθήκη ενός ακόμη έτους σπουδών το χαράτσι των διδάκτρων που είχε επιβάλει η κυβέρνηση της ΕΡΕ, η διεκδίκηση μειωμένου ωραρίου εργασίας για τους μαθητές και βέβαια οι κινητοποιήσεις της σπουδάζουσας νεολαίας για την αναγέννηση και τον εκδημοκρατισμό της Παιδείας. Στη συνέχεια τη διεύθυνση της Μαθητικής ανέλαβαν ο Βασίλης Κωτούλας, ο Δημήτρης Προβατάς, και ο Γ. Κουτσούμπος.
Οι Δρόμοι της Ειρήνης
Όπως ήδη αναφέρθηκε, σημαντικό ρόλο στις κινητοποιήσεις των νέων από τη δεκαετία του 50 αποτέλεσε η προάσπιση της Ειρήνης από τους κινδύνους που προκαλούσε η σύγκρουση των δυο υπερδυνάμεων και η φρενήρης κούρσα των πυρηνικών εξοπλισμών.
Τον Μάιο του 1955, με Διακήρυξη που υπογράφουν 77 βουλευτές, πρώην υπουργοί, διανοούμενοι, καλλιτέχνες, συνδικαλιστές, ιδρύεται η Ελληνική Επιτροπή για την Διεθνή Υφεση και την Ειρήνη, με Πρόεδρο τον βουλευτή της ΕΔΑ (συνεργαζόμενος) Ανδρέα Ζάκκα.
Η Επιτροπή Ειρήνης, όπως την αποκαλούσαμε επί το συντομότερο, προχώρησε στη δημιουργία τοπικών Επιτροπών και στην έκδοση ανακοινώσεων και ψηφισμάτων κατά των εξοπλισμών, ιδιαίτερα κατά της εγκατάστασης στην Ελλάδα βάσεων που θα μπορούσαν να φιλοξενήσουν πυρηνικά όπλα, καθώς και στην οργάνωση εκδηλώσεων για το Κυπριακό.
Για την προώθηση των θέσεών της, η Επιτροπή Ειρήνης προχώρησε τον Μάιο του 1958 στην έκδοση του περιοδικού «Δρόμοι της Ειρήνης», που έμελλε να γίνει το υπ’ αριθμόν ένα περιοδικό της δημοκρατικής ελληνικής νεολαίας.
Επρόκειτο αρχικά για δεκαπενθήμερο τετρασέλιδο έντυπο, στην πραγματικότητα πληροφοριακό δελτίο της Επιτροπής, με ειδήσεις και εκδηλώσεις του ελληνικού και διεθνούς κινήματος ειρήνης που αναπτυσσόταν εκείνη την περίοδο στην καρδιά του ψυχρού πολέμου, αλλά και θέματα πολιτισμού. Εκδότης ήταν ο πρόεδρος της Επιτροπής, Ανδρέας Ζάκκας.
Από το 1960 οι «Δρόμοι της Ειρήνης» παίρνουν τη μορφή περιοδικού, με έγχρωμο εξώφυλλο, συνήθως με κάποιο καλλιτέχνη, τον Μάνο Κατράκη, την Ειρήνη Παππά, την Ελλη Λαμπέτη, τη Βανέσα Ρέντγκρέιβ, ακόμη και τη Μπριζίτ Μπαρντό, και βέβαια τον Μίκη Θεοδωράκη, αλλά και με συνεντεύξεις, έρευνες, ρεπορτάζ που κάνει ο Γιάννης Θεοδωράκης.
Το περιοδικό δίνει πλέον έμφαση σε θέματα νεολαίας και βέβαια σε θέματα πολιτισμού
Σταθεροί συνεργάτες του είναι ο Νικηφόρος Βρεττάκος, ο Μέντης Μποσταντζόγλου, η Διδώ Σωτηρίου, η Βάσω Κατράκη, ο Δημήτρης Ραυτόπουλος, και ο Λέων Κουκούλας, που στο μεταξύ έχει αναλάβει και τη διεύθυνση του περιοδικού.
Στα μέσα του 1962 αναλαμβάνει την αρχισυνταξία ο Μάρκος Δραγούμης, που δίνει ακόμη πιο δημοσιογραφική μορφή στο περιοδικό, με έρευνες και ρεπορτάζ, την ευθύνη των οποίων έχει ο Γιάννης Θεοδωράκης και τις οποίες αναλαμβάνουν νέοι δημοσιογράφοι, όπως ο Φώντας Λάδης, ο Γιώργος Σαββίδης, ο Δημήτρης Γκιώνης και ο υποφαινόμενος, που κυριολεκτικά έμαθαν τη δημοσιογραφία στους δρόμους της Ειρήνης.
Νέοι σκιτσογράφοι, όπως ο Γιάννης Καλαιτζής και ο Δήμος Σκουλάκης, κάνουν την εμφάνισή τους στις σελίδες του περιοδικού, οι οποίες έφθασαν τις 68 και απέκτησαν χρώμα, ενώ ένας ακόμη νέος καλλιτέχνης, ο Αλέξης Κυριτσόπουλος, αναλαμβάνει την καλλιτεχνική επιμέλεια του περιοδικού
Βεβαίως, σε κάθε τεύχος υπάρχουν συνεντεύξεις καλλιτεχνών, ενώ από τις σελίδες του περνάει κυρίως η δραστηριότητα των Επιτροπών Ειρήνης, στις οποίες δίνουν τον τόνο οι νέοι που μετέχουν μαζικά στις εκδηλώσεις που οργανώνει το ίδιο το περιοδικό: ομιλίες Μίκη Θεοδωράκη, εκδήλωση με τον πρωτοεμφανιζόμενο τότε Μάνο Λοΐζο, τον Διονύση Σαββόπουλο κ.ά.
Για να γίνει αντιληπτή η μαζικότητα που είχαν αποκτήσει οι Επιτροπές Νέων, την ευθύνη των οποίων είχε ο Τάσος Τρίκας, αρκεί να αναφερθεί ότι, επί παραδείγματι, στα Εξάρχεια, που οι νέοι που μετείχαμε στη νεολαία της ΕΔΑ είμαστε ελάχιστοι, πέντε ή έξι, παιδιά εξόριστων και φυλακισμένων οι περισσότεροι, στην Επιτροπή Ειρήνης ξεπερνούσαμε τους 20, ενισχυμένοι και από τους Αμπελοκήπους και του Γκύζη, ενώ ανάλογες οργανώσεις νέων είχαν στηθεί και στις περισσότερες συνοικίες της Αθήνας, αλλά και σε άλλες μεγάλες πόλεις τις οποίες και επισκεπτόμαστε με συχνές εκδρομές.
Κεντρικό θέμα της Επιτροπής, αλλά και του περιοδικού, εκείνη την περίοδο, αρχές του 63, είναι πλέον η Πορεία Ειρήνης που κατά τα πρότυπα της πορείας του Ωλντερμαστον οργανώνεται και στην Ελλάδα και στην προετοιμασία της δουλεύουν εκτός από την Επιτροπή Ειρήνης, πρόεδρος της οποίας έχει πλέον αναδειχτεί ο βουλευτής της ΕΔΑ Γρηγόρης Λαμπράκης, και ο Σύνδεσμος Νέων Μπέρτραν Ράσελ που ιδρύεται τότε με επικεφαλής τους Μιχάλη Περιστεράκη και Νίκο Κιάο, ο οποίος … πήρε μεταγραφή από την Επιτροπή Ειρήνης στην οποία μετείχε ως τότε.
Με τη Γενιά της Δημοκρατίας
Τότε είναι αρχές του 63, που η Αυγή αποφασίζει να δημιουργήσει μια στήλη για τη νεολαία.
Είχαν ήδη ξεκινήσει «Τα Νέα» μια φοιτητική στήλη, με υπεύθυνο τον Αστέρη Στάγκο και βοηθό του τον Μηνά Παπάζογλου, που αποτελούσε ως τότε σημείο αναφοράς των φοιτητών.
Τη στήλη της Αυγής ανέλαβε να υλοποιήσει ο Μάρκος Δραγούμης, που αποχώρησε από τους Δρόμους της Ειρήνης, με συνεργάτη τον Γιώργο Κουκά.
Η στήλη δεν απευθυνόταν αποκλειστικά στους φοιτητές, όπως των Νέων, αλλά ευρύτερα στους νέους, γι’ αυτό και ο τίτλος της είναι «Με τη Γενιά της Δημοκρατίας» και τα θέματά της εκτίνονται στους χώρους της εργασίας, της εκπαίδευσης, του πολιτισμού.
Τον Οκτώβριο του 63, παραμονές των εκλογών, με κάλεσε από τους Δρόμους της Ειρήνης ο Μάρκος Δραγούμης ως βοηθό του, καθώς στο μεταξύ ο Γιώργος Κουκάς μετακινήθηκε σε άλλο ρεπορτάζ της εφημερίδας.
Μετά από δυο μήνες, τον Ιανουάριο του 64, ο Δραγούμης μετακινήθηκε ως αρθρογράφος στην Δημοκρατική Αλλαγή, την απογευματινή εφημερίδα της Αριστεράς που μόλις είχε εκδοθεί, με αποτέλεσμα να περάσει η στήλη στη δική μου ευθύνη, που δεν είχα καλά καλά συμπληρώσει θητεία τριών μηνών στην εφημερίδα.
Ωστόσο, χάρις στη συνεργασία και βοήθεια που είχα κυρίως από τον Αριστείδη Μανωλάκο, που είχε και την ευθύνη της Σπουδάζουσας, των επικεφαλής των σπουδαστικών οργανώσεων, όπως ο Γιάννης Γιανουλόπουλος, ο Βασίλης Κωστόπουλος, ο Γιάννης Μπανιάς και ο Πέτρος Κουναλάκης, από τους φοιτητές των εξωτερικού, αλλά και άλλων στελεχών της νεολαίας, που είχαν την ευθύνη άλλων χώρων, των Μαθητών, των εργαζομένων σπουδαστών, προσπάθησα να ανταποκριθώ στις αυξημένες απαιτήσεις που είχε το κίνημα της νεολαίας εκείνης της εποχής.
Ωστόσο, δεν ήμουν ο μόνος νέος που προσλήφθηκε στην Αυγή εκείνη την περίοδο. Το άνοιγμα της εφημερίδας στους νέους περιελάμβανε και την πρόσληψη νέων δημοσιογράφων, όπως ο Φώντας Λάδης, που πήγε στο καλλιτεχνικό ρεπορτάζ, ο Γιώργος Σαββίδης που είχε την ευθύνη του Πειραιά, ο Αποστόλης Αποστολόπουλος, ο Γιάννης Ανδρικόπουλος, η Αλκυόνη Παπαδάκη, που έκαναν τότε και αυτοί τα πρώτα τους βήματα ως επαγγελματίες δημοσιογράφοι, τυχεροί που είχαμε δάσκαλους με τεράστιο πολιτικό και δημοσιογραφικό ήθος, όπως ο Σπύρος Λιναρδάτος, ο Ηρακλής Τζάθας, ο Πότης Παρασκευόπουλος, ο Στάθης Ευσταθιάδης, ο Γιάννης Βούλτεψης, ο Γιάννης Θεοδωράκης, που λίγο πριν είχε προσληφθεί κι αυτός, ο Ανδρέας Γεωργίου, που πριν λίγους μήνες μας άφησε, ο Γιώργος Κατηφόρης, ο Δημήτρης Ραυτόπουλος, ο Τάσος Βουρνάς, ο Στάθης Δρομάζος, ο Βαγγέλης Παντελέσκος, και τόσοι άλλοι, που ανέδειξαν το όνομα της εφημερίδας ως μιας από τις εγκυρότερες ελληνικές εφημερίδες.
Στη συνέχεια, μετά τη δολοφονία του Γρηγόρη Λαμπράκη από το παρακράτος της Θεσσαλονίκης, το κίνημα της νεολαίας φουντώνει. Η δημιουργία αρχικά της Δημοκρατικής Κίνησης Νέων Γρηγόρης Λαμπράκης, με επικεφαλής τον Μίκη Θεοδωράκη, πλαισιωμένο από γνωστούς καλλιτέχνες, λογοτέχνες και στελέχη της Νεολαίας ΕΔΑ και στη συνέχεια η ίδρυση της Δημοκρατικής Νεολαίας Λαμπράκη με τη συγχώνευση σ’ αυτήν της Νεολαίας ΕΔΑ, όχι χωρίς κραδασμούς, είχε ως αποτέλεσμα την εμφάνιση ενός μοναδικού μαζικού κινήματος νεολαίας, που κάλυψε όλη την Ελλάδα και αγκάλιασε όλους τους χώρους δράσης της νεολαίας.
Η Γενιά μας
Η εμφάνιση αυτού του Κινήματος έκανε αναγκαία και την έκδοση ενός εντύπου που να μπορεί να καλύπτει τις πολύπλευρες δραστηριότητες που ανέπτυσσε.
Κι αυτό το έντυπο ήταν «Η Γενιά μας», το πρώτο φύλλο της οποίας κυκλοφόρησε με 8 σελίδες στις 27 Ιουλίου 1965, με αφιέρωμα στον Σωτήρη Πέτρουλα που είχε δολοφονηθεί από αστυνομικούς στη διάρκεια διαδηλώσεων κατά του βασιλικού πραξικοπήματος.
Εκδότης και Διευθυντής του 15θήμερου εντύπου, που από το 2ο φύλλο αύξησε τις σελίδες του στις 16, ήταν ο Μπάμπης Θεοδωρίδης, ενώ από το 13ο φύλλο και ως το τέλος, διευθυντής αναλαμβάνει ο Τάσος Τρίκας.
Η ύλη της Γενιάς μας ήταν κατά βάση πολιτική, με έμφαση σε κάθε δραστηριότητα της νεολαίας, με συνεντεύξεις Ελλήνων και ξένων καλλιτεχνών και διανοουμένων, των σοβιετικών κοσμοναυτών Λεόνωφ και Μπελάγιεφ, αθλητών, όπως ο διάσημος τερματοφύλακας της εθνικής ομάδας της Σοβιετικής Ενωσης, Λεβ Γιασίν, με αποστολές στην Κούβα και τη Βουλγαρία, με πλούσιο φωτογραφικό ρεπορτάζ, με σκίτσα των Καλαϊτζή, Σκουλάκη, Λογοθέτη, Μαρουλάκη, με τη σάτυρα του Μποστ και του Μανώλη Μυλωνάκη (ως Λευτέρης Ξαστεράκης).
Για την έκδοσή της εργάστηκαν και συνεργάστηκαν νέοι δημοσιογράφοι, όπως οι Νικηφόρος Αντωνόπουλος, Γιώργος Βότσης, Δημήτρης Γκιώνης, Θαλής Δίζελος, Φώντας Λάδης, Κούλης Λειβαδίτης, Ειρήνη Μίσιου, Κώστας Ρεσβάνης, Γιώργος Σαβίδης,, καθώς και πολλοί καταξιωμένοι δημοσιογράφοι, όπως οι Δημήτρης Ραυτόπουλος, Σπύρος Λιναρδάτος, Τάσος Βουρνάς, Νίνο Φένεκ Μικελίδης, Φάνης Καμπάνης, Στέφανος Στεφάνου, Ελένη Καμουλάκου και πολλοί άλλοι.
Το τελευταίο τεύχος της Γενιάς μας, με αριθμό 37, κυκλοφόρησε στις 6 Απριλίου 1967, με αφίσα της Μαραθώνιας Πορείας Ειρήνης, που δεν έγινε φυσικά, όπως και οι εκλογές και πολλά άλλα, γιατί τα πρόλαβε το στρατιωτικό πραξικόπημα της 21ης Απριλίου και τα έπνιξε η 7χρονη δικτατορία της στρατιωτικής χούντας.