Η γλώσσα κόκκαλα δεν έχει και κόκκαλα τσακίζει, λέει μια παροιμία. Γιατί οι λέξεις έχουν δύναμη και ειδικό βάρος. Αυτό το ξέρουν οι καλοί μεταφραστές που μπορεί να περάσουν πολλή ώρα προκειμένου να βρουν τη σωστή λέξη για να αποδώσουν τη λεξη μιας άλλης γλώσσας.
Oι λέξεις ντύνουν έννοιες και πολλές φορες συγγενικές λέξεις κρύβουν μια διαφορετική αποχρωση και νόημα.
Το ότι έχουμε κακή σχεση με τη γλώσσα μας είναι γνωστό. Τα αποτελέσματα των εξετάσεων του Διεθνους Πρόγραμματος για την Αξιολόγηση των Μαθητών - PISA του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ), που είναι μία διεθνής έρευνα στο χώρο της εκπαίδευσης και γίνεται κάθε τρια χρόνια μιλάνε από μόνα τους.
Οι επιδόσεις των ελλήνων μαθητών στη γλώσσα και τα μαθηματικά είναι κάτω από τον ευρωπαϊκό μέσο όρο.
Τα αποτελέσματα τα διαπιστώνουμε συνέχεια.
Τα μαργαριτάρια που ακούμε στο ραδιόφωνο και την τηλεόραση είναι η μια πλευρά του προβλήματος. Οφείλονται στη κακή γνώση της γλώσσας, κάτι που ποτέ δεν αξιολογήθηκε σαν πρόβλημα και έχει διάφορες αιτίες (παπαγαλία ή αδιαφορία δεν έχει σημασία).
Υπάρχει όμως μια άλλη πλευρά του προβλήματος που έχει να κάνει με αυτό που ονομάζουμε ξύλινη γλώσσα. Στην περίπτωση αυτή ο ομιλητής, άντρας ή γυναίκα, δεν πετάει «μαργαριτάρια», αντίθετα, μιλάει σωστά, αλλά χρησημοποιεί ξύλινη γλώσσα.
Η ξύλινη γλώσσα είναι ένας τρόπος έκφρασης βασισμένος σε κωδικοποιημένες και τυποποιημένες εκφράσεις και κοινοτοπίες. Χρησιμοποιώντας ευφάνταστες διατυπωσεις προσπαθούν να εντυπωσιάσουν τον ακροατή. Πολλές φορές δεν καταλαβαίνουν και οι ιδιοι ότι μιλάνε βαρετά και οχι ουσιαστικά.
Είναι όμως θλιβερο να βλέπεις νέα άτομα που υποτίθεται επιδιώκουν να φερουν το νέο αίμα στην πολιτική να μιλάνε ξερά κι ανούσια όπως οι μεγαλύτεροι και πιο περπατημένοι συναδελφοί τους. Παρά την μοντέρνα εμφάνισή τους όμως, ακούς μια από τα ίδια.
Προσοχή όμως. Δεν έχει να κάνει με τις ιδέες ή την ιδεολογία που πρεσβεύουν Έχει να κάνει με τον τροπο χειρισμού των εννοιών και την μη παραδοχή του κανόνα ότι δεν μιλάμε για να εντυπωσιάσουμε αλλά για να συζητήσουμε. Αλήθεια πόσοι από αυτούς τους φιλόδοξους νέους έχουν μάθει να συζητάνε ουσιαστικά με επειχειρήματα κι αντεπιχειρήματα;
Όσο οι έννοιες κακοποιούνται τόσο ο δημόσιος διάλογος θα είναι συνθηματολογικός. Κι οσο οι πολίτες δεν αντιλαμβάνονται την φτώχεια των εννοιων ή την κακοποίηση των εννοιών (εδω είναι η ευθυνη του σχολείου που λέγαμε πριν) τόσο θα προτιμούν αυτόν που τους εντυπωσιάζει περισσότερο απο εκεινον που μιλαει ουσιαστικά και τους ζητάει να σκεφτούν.
Είναι ενας φαύλος κύκλος.
Οι περιπτώσεις νέων πολιτικών που μιλάνε ακομπλεξάριστα και φυσιολογικά είναι μετρημένες στα δάκτυλα. Γιατι τέτοιους χρειαζόμαστε αν θέλουμε να προχωρήσουμε σαν κοινωνία. Αυτό όμως προϋποθέτει οι νεοι αυτοι να έχουν ήδη μια δική τους διαδρομή, μικρή ή μεγάλη, στην πραγματική ζωή, να έχουν δοκιμαστεί και να έχουν αξιολογηθει απο αυτήν.
Αν όμως δεν ξεκινήσουμε απο τα βασικά, δηλαδή να μιλάμε την ίδια γλώσσα και να καταλαβαινουμε τις αφηρημένες έννοιες που κρύβουν λέξεις που χρησιμοποιούμε με μεγάλη ευκολια στο δημόσιο λόγο δεν θα αλλάξει κάτι.
Λεξεις, όπως πολίτευμα ή καθεστώς, δημοκρατία και ολοκληρωτισμός, αξιολόγηση και λογοδοσία, έλεγχος και τιμωρία, αλληλεγγύη και κατανόηση και άλλες πολλές.
Αλλιώς θα βρισκόμαστε στο έλεος των πάσης φύσης δημαγωγών.