Νεοεθνικιστικά νταηλίκια και ΑΟΖ

Θεόδωρος Ζαρέτος 11 Ιουν 2020

Δεν έχω ούτε τη γνώση ούτε την εμπειρία να κατανοήσω τον καμβά του πολύπλοκου διεθνούς συστήματος υπερεθνικών οργάνων, διεθνούς δικαίου, ιδιωτικών και κρατικών συμφερόντων, πολιτικών επιλογών, παράδοσης, συγκυρίας και ιστορικής μνήμης, πάνω στο οποίο κάθε λαός οικοδομεί την εξωτερική πολιτική του στο πλαίσιο της αντιπροσώπευσής του από θεσμικά όργανα.

 

Σε κάθε εθνικό σχηματισμό η έννοια της αντιπροσώπευσης «ακουμπά» πάνω σε διαφορετικό πρωτογενές φαντασιακό υλικό.

 

Έλληνες και Τούρκοι, αλλά και Αιγύπτιοι, Ισραηλινοί και Λίβυοι προσλαμβάνουμε με πολύ διαφορετικό τρόπο την έννοια της αντιπροσώπευσης  από τα θεσμικά πολιτειακά όργανα.

Το ζήτημα της εμπιστοσύνης, ως πρόβλημα κύρους της αντιπροσώπευσης, είναι πολυπαραγοντικό και πάντως όσο πιο παραδοσιακά (μη νεωτερικά) χαρακτηριστικά επικρατούν σε κάθε κοινωνία, τόσο περισσότερο το κύρος των θεσμών και των προσώπων που τους ενσαρκώνουν τρέπεται προς τον  μεσσιανισμό.

Αντίθετα, όσο πιο νεωτερική είναι η κοινωνία, όσο δηλαδή πιο δημοκρατική είναι η σχέση της με την αντιπροσώπευση και τα πρόσωπά της, τόσο πιο σημαντικό ρόλο έχουν τα εποικοδομητικά ή τα κριτικά «σχόλια» μέσω των οποίων αποκτούν ή χάνουν το κύρος τους.

 

Για παράδειγμα, ο Τούρκος Πρόεδρος είναι για την μεγάλη πλειοψηφία της Τουρκικής κοινωνίας ένα είδος «ανέγγιχτου» ηγέτη, επειδή το κύρος του αντλείται από ένα εξωθεσμικό φαντασιακό πεδίο από τον χώρο του «ιερού».

Έχει δηλαδή η τουρκική κοινωνία μία ετερόνομη (μη δημοκρατική) σχέση με την αντιπροσώπευση και σ? αυτήν οφείλεται ο εργαλειακός Λόγος «πατερούλη» ή και «ιεροκήρυκα» που χρησιμοποιεί ο Ταγίπ Ερντογάν.

 

Αντίθετα, ο Έλληνας πρωθυπουργός απευθύνεται στους πολίτες με τον δημοκρατικό λόγο της ευθύνης, αντλώντας το κύρος του από την δική μας αυτόνομη (δημοκρατική) σχέση με την αντιπροσώπευση (την εκλογική διαδικασία και μόνο), ακόμα και από το αντεπιχείρημα ή την διαφωνία της αντιπολίτευσης.

Αν επιχειρήσει ο πρωθυπουργός να απευθυνθεί στους Έλληνες πολίτες με τον Λόγο του Τούρκου προέδρου θα κοιταχτούμε αμήχανα πριν βάλουμε τα γέλια.

Πρόκειται για την διαφορά «φάσης» της Δυτικής Δημοκρατίας από τον Ανατολικό Δεσποτισμό.

 

Όμως, η διαφορετική σχέση αντιπροσώπευσης μέσα στην οποία Έλληνες και Τούρκοι αισθανόμαστε οικεία,  δημιουργεί  διαφορετικές πεποιθήσεις, συμπεριφορές και εν τέλει πολιτικές επιλογές και χειρισμούς.

 

Για παράδειγμα: Η οριοθέτηση ΑΟΖ μεταξύ Ελλάδας και Ιταλίας έγινε από κοινού επειδή και οι δύο κοινωνίες εκφράζονται μέσω του ίδιου φαντασιακού αντιπροσώπευσης, που βασίζεται στην λογική διαλόγου, στην συναίνεση και στο ειρηνικά εξυπηρετούμενο αμοιβαίο κρατικό συμφέρον και γι αυτό θα είναι στέρεη και βιώσιμη.

 

Από την άλλη πλευρά του Αιγαίου η Ελλάδα δεν μπορεί να κάνει το ίδιο, όσο η Τουρκική εξωτερική πολιτική, δέσμια του Οθωμανικού μεγαλοϊδεατισμού, ακολουθεί τη λογική της δυναμικής επιβολής και της ολοένα και μεγαλύτερης απομάκρυνσης από το σύστημα του διεθνούς δικαίου και ειδικότερα του δικαίου της θάλασσας.

 

Θα ήταν όμως πολύ χειρότερα τα πράγματα αν οι ελληνικές κυβερνήσεις είχαν ταυτιστεί με διάφορους θερμοκέφαλους υπερπατριώτες, που προτείνουν να κάνει η Ελλάδα ό,τι και η Τουρκία, δηλαδή ενσωματώνοντας στην εξωτερική πολιτική μας λογικές δυναμικής επιβολής  να ανακηρύξουμε μονομερώς ΑΟΖ.

Όπως ο Τσίπρας και ο Καμένος γνώριζαν πολύ καλά ότι τα νταηλίκια της συγκυβέρνησης του 2015, περί επαχθούς χρέους ήταν καθρεφτάκια για ιθαγενείς, έτσι και οι θερμοκέφαλοι υπερπατριώτες γνωρίζουν ότι η μονομερής ανακήρυξη ΑΟΖ στο Αιγαίο δεν συνιστά βιώσιμη λύση αλλά μόνο «καθρεφτάκια» για ελληναράδες, εθισμένους σε πολεμικούς ηρωϊσμούς από τον καναπέ και το γυαλί του πρωϊνάδικου λαϊκισμού.

 

Πάνω σ? αυτή τη δημαγωγία, έχουν στήσει εδώ και δεκαετίες «κατηγορητήριο» για προδότες και ενδοτικούς εναντίον όσων έχουν επιχειρήσει να θέσουν συνολικά το ζήτημα των ελληνοτουρκικών σχέσεων στο φως της γεωπολιτικής πραγματικότητας του 21ου αιώνα, της παγκόσμιας ασφάλειας των ενεργειακών ροών και της 4ης βιομηχανικής επανάστασης.

 

Αυτή η δημαγωγική πατριδοκαπηλία κρατά την ατζέντα της πολιτικής μας στα Ελληνοτουρκικά ανενεργή και αναποτελεσματική την τελευταία δεκαετία.

 

Το δίλλημα είναι πια ξεκάθαρο: Ή παίρνουμε ακέραια την προσωπική ευθύνη των πολιτικών μας επιλογών ή αναζητούμε και εμείς (κατά το Τουρκικό παραδοσιακό υπόδειγμα) κάποιον «πατερούλη» να μας οδηγήσει στο «πεπρωμένο της φυλής».

Ίσως είναι πια ώρα να θέσει η Ελλάδα με σχέδιο και επιμονή το ζήτημα μιας διάσκεψης όλων των κρατών που εμπλέκονται στο πρόβλημα των ΑΟΖ της ανατολικής άκρης της Μεσογείου με διεθνείς εγγυήσεις.

Αν βέβαια πολιτικές δυνάμεις και κοινωνία έχουμε την ωριμότητα να σκεφθούμε ότι η μεγάλη και δύσκολη προετοιμασία της φυσικά και προϋποθέτει από όλα τα μέρη την αποδοχή νησιωτικής υφαλοκρηπίδας, αρκεί να μην υπάρχουν υφαλοκρηπίδες/άλλοθι ακινησίας, σε έναν κόσμο μεγάλων ταχυτήτων.

 

Ή δεσμευόμαστε στις ευθύνες της Δυτικής Δημοκρατίας, ή αφήνουμε να σέρνουν την εξωτερική πολιτική μας νεοεθνικιστές νταήδες, η άλλη όψη του νομίσματος της τυραννίας του Ανατολικού Δεσποτισμού.