Πρόσφατα, τόσο η Τράπεζα της Ελλάδος όσο και η υπό την διεύθυνση του Παναγιώτη Καπόπουλου ομάδα των οικονομολόγων της Alpha Bank, σήμαναν συναγερμό: Το παραγωγικό κενό, δηλαδή η διαφορά ανάμεσα στο ΑΕΠ που παράγουμε και εκείνο που θα μπορούσαμε να παράγουμε με πλήρη εκμετάλλευση των διαθέσιμων παραγωγικών συντελεστών -είπαν- έχει μηδενιστεί. Για την αύξηση του ΑΕΠ χρειάζονται επενδύσεις -διαφορετικά, απλώς θα αυξάνονται οι τιμές. Για να γίνουν επενδύσεις (κι όχι απλώς λίγα data centers για φτηνό εργατικό δυναμικό ή τοποθετήσεις με μικρό ρίσκο και θαυμαστά ποσοστά κέρδους στο real estate και εξαγορές επιχειρήσεων) δεν αρκούν οι προσευχές. Χρειάζονται μεταρρυθμίσεις κι ένα νέο οικονομικό μοντέλο.
Η αλλαγή του οικονομικού μοντέλου, ως σύνθημα είναι στα χείλη όλων. Ως επεξεργασία όμως, απουσιάζει από τα προεκλογικά προγράμματα.
Η αφωνία δεν είναι καινοφανής. Από τη συζήτηση στα όργανα της Ευρώπης για την αναζωογόνηση της παραγωγικής βάσης της (οκτώ μήνες μετά το Inflation Reduction Act του Μπάιντεν…) η Ελλάδα απέχει. Βουβή μένει και στη συζήτηση για την European Chips Act, για την ενίσχυση της παραγωγής ημιαγωγών και μικροκυκλωμάτων. Γενικώς, οι ταγοί της χώρας μας δεν τρελαίνονται να συζητούν για παραγωγή, παραγωγικότητα, νέες τεχνολογίες. Αλλά, στις ιδιαίτερες συνθήκες μετά μια υπερδεκαετή ταλαιπωρία και με νέα επίγνωση προβλημάτων και ευκαιριών από τον πόλεμο στην Ουκρανία, θα ήθελε κανείς το πολιτικό προσωπικό να έχει επεξεργαστεί και να μπορεί να μιλήσει για ένα νέο παραγωγικό υπόδειγμα.
Που/προς τα που θέλουμε να πάμε; Τι θέλουμε/μπορούμε/φιλοδοξούμε να παράγουμε; Σε ποια οικονομική/παραγωγική βάση φανταζόμαστε να ζει/ευημερεί αύριο η Ελλάδα;
Άλλοι θεωρούν ότι αυτά τα αποφασίζει η «ελεύθερη αγορά», ότι η πολιτική δεν πρέπει να μπερδεύεται στα πόδια της πέρα από κάποια «νταραβέρια», ότι το κράτος πρέπει να μείνει στη γωνιά. Ενώ σε όλον τον ανεπτυγμένο κόσμο γίνονται κυρίαρχες οι ιδέες για συμπεριληπτική ανάπτυξη και για σύγχρονο κράτος-στρατηγό χωρίς το οποίο δεν μπορεί να υπάρξει ανάπτυξη, καθ’ ημάς επιβιώνει το παραμύθι των trickle-down economics και κρίνονται εξοβελιστέες -ως ύποπτες κρατισμού- έννοιες όπως «βιομηχανική πολιτική» ή/και «κλαδικές πολιτικές». Τι/αν θα παράγουμε θα το αποφασίζει η «αγορά», το κράτος θα της προμηθεύει πρώτες ύλες -κυρίως εκπαιδευμένο, πρόθυμο και σε φτηνή τιμή εργατικό δυναμικό.
Ούτε, όμως, κι όσοι δεν συμμερίζονται τέτοιες ιδέες εμφανίζουν επεξεργασίες για ένα νέο παραγωγικό μοντέλο -μάλιστα, κάποιες ενδιαφέρουσες και γόνιμες ημερίδες που είχαν «από τα κάτω» οργανωθεί επί του θέματος, δεν ευτύχησαν να δουν τα πορίσματά τους να λαμβάνονται υπόψη από τους προεκλογικούς αρχιτέκτονες. Φταίει και η πολύ κακή παράδοση, αντί για προγράμματα να παρουσιάζονται κατάλογοι με υποσχέσεις, για όλα, προς όλους, που χαϊδεύουν αυτιά, που ευχάριστα τις ακούν όλα τα ακροατήρια, ακόμα κι αν γνωρίζουν ότι -όπως προσφυώς έχει ειπωθεί- οι προεκλογικές υποσχέσεις δεν δεσμεύουν παρά μόνο εκείνους που τις ακούν. Σε τέτοιες λίστες, δεν υπάρχει χώρος για «παραγωγικά μοντέλα».
Γιατί; Το σημερινό μοντέλο στηρίζεται στο δίδυμο φτηνή εργασία και πληθώρα πολύ μικρών και, επί το πλείστον, μη παραγωγικών επιχειρήσεων, που συχνά επιβιώνουν εισφορο-φοροδιαφεύγοντας. Αυτό το δίδυμο παρεμποδίζει την καινοτομία, πνίγει την παραγωγικότητα, εξασθενεί την ανταγωνιστικότητα της οικονομίας. Για ν’ αρχίσει αυτό να αλλάζει, χρειάζεται: (α) Ένα σύγχρονο κράτος, που θα μπορεί να διευθύνει και να συνεργάζεται αποδοτικά με τον ιδιωτικό τομέα, με μεταρρυθμίσεις σε όλη τη γραμμή. (β) Να σταματήσει το παραμύθι περί «ραχοκοκαλιάς» της οικονομίας, να κηρυχτεί πόλεμος στη φοροδιαφυγή και να υποστηριχτεί η δημιουργία μεγάλων, ισχυρών επιχειρήσεων, με διάφορες μορφές ιδιοκτησίας. (γ) Να στηριχτεί προνομιακά η μισθωτή εργασία μισθολογικά, φορολογικά, με την κοινωνική πολιτική και με τη δημιουργία καλά αμειβόμενων θέσεων εργασίας για τις μορφωμένες, νέες γενιές της πατρίδας μας.
Αλλά αυτά προϋποθέτουν συγκρούσεις. Τώρα έχουμε εκλογές. Οι ιδέες που θα γίνουν υλική δύναμη ανατροπής των κακώς κείμενων δεν είναι της ώρας. Έτσι ή αλλιώς, περίμεναν χρόνια, ας περιμένουν ακόμα λίγα...
Πηγή: www.kreport.gr