Η μάλλον απρόσμενη επίτευξη αυτοδυναμίας από το Κόμμα Δικαιοσύνης και Ανάπτυξης (ΑΚΡ) στις τουρκικές βουλευτικές εκλογές επιβεβαιώνει τη διαπίστωση περί ανεπάρκειας, σε διεθνές επίπεδο, των χρησιμοποιούμενων δημοσκοπικών μεθόδων για την πρόβλεψη εκλογικών αποτελεσμάτων. Επί της ουσίας, πώς εξηγείται η θριαμβευτική επικράτηση του ΑΚΡ; Η τακτική έντασης με κύριο άξονα το κουρδικό και το δίλημμα «οικονομική και πολιτική σταθερότητα με αυτοδύναμη κυβέρνηση ΑΚΡ ή αστάθεια και αβεβαιότητα» είχε θετικά αποτελέσματα για το κόμμα του κ. Ερντογάν. Τι φέρνει η επόμενη μέρα για την Τουρκία; Η υλοποίηση της κεντρικής επιδίωξης του κ. Ερντογάν, η ενίσχυση των προεδρικών εξουσιών μέσω αλλαγής του Συντάγματος, έχει καταστεί πολύ δύσκολη με τους συσχετισμούς δυνάμεων που εκφράζονται στη νέα Τουρκική Εθνοσυνέλευση. Η νέα κυβέρνηση έχει ασφαλώς ισχυρή λαϊκή εντολή, αλλά θα πρέπει να διαχειριστεί, μεταξύ άλλων, την πόλωση της τουρκικής κοινωνίας –αποτέλεσμα σε μεγάλο βαθμό της πολιτικής συμπεριφοράς του κ. Ερντογάν τα τελευταία χρόνια–, τον περιορισμό των δημοκρατικών ελευθεριών και την ένταση με τους Κούρδους.
Φαντάζει εξαιρετικά δυσχερής η επιστροφή στο σημείο που βρισκόταν ο διάλογος των δύο πλευρών πριν από 1-2 χρόνια, όταν η πολιτική επίλυση του προβλήματος φαινόταν εφικτή. Η «δαιμονοποίηση» του ΡΚΚ αλλά και των μετριοπαθών Κούρδων από τον κ. Ερντογάν μπορεί να τον βοήθησε να κερδίσει τις εκλογές, αλλά είναι πιθανό ότι απελευθέρωσε εκ νέου εθνικιστικές δυνάμεις και στις δύο πλευρές, τις οποίες ούτε εκείνος ούτε και ο κ. Ντεμιρτάς, ηγέτης του κόμματος HDP, θα μπορέσουν να ελέγξουν. Το πρόβλημα καθίσταται ακόμη σοβαρότερο καθώς βρίσκονται σε εξέλιξη σημαντικές περιφερειακές διεργασίες σχετικά με το Κουρδικό. Στο μεν Βόρειο Ιράκ εκτιμάται ότι η ανακήρυξη ανεξάρτητου κουρδικού κράτους είναι θέμα χρόνου, καθώς η ηγεσία των Κούρδων αναζητά μια ευνοϊκή συγκυρία για να κάνει το τελικό βήμα, ενώ στη Συρία η συνέχιση της σύγκρουσης ενδέχεται να παγιώσει την αυτονόμηση των Κούρδων στη χώρα αυτή.
Οι εκλογές στην Τουρκία έχουν πάντοτε ιδιαίτερο ενδιαφέρον για τη χώρα μας, ακόμη και αν η Ελλάδα δεν είναι «στο κάδρο» των πολιτικών εξελίξεων στη γειτονική χώρα. Δεν αναμένεται κάποια σημαντική αλλαγή στις διμερείς σχέσεις, ούτε ιδιαίτερες μεταβολές στα επίπεδα έντασης στο Αιγαίο. Στο δε Κυπριακό, παρά το καλό κλίμα ανάμεσα στις δύο κοινότητες, διατηρούνται οι μεγάλες αποκλίσεις με τις τουρκικές θέσεις. Ωστόσο, η Τουρκία θεωρείται από τη Γερμανία και άλλες ευρωπαϊκές χώρες ως «χώρα-κλειδί» για τη μείωση των μεταναστευτικών ροών προς την Ευρώπη. Ο κ. Ερντογάν ασφαλώς δεν αναμένει ουσιαστική πρόοδο στις ενταξιακές διαπραγματεύσεις της Τουρκίας, αλλά θα επιμείνει σε κατ’ ελάχιστον οικονομική βοήθεια και αλλαγές στο σύστημα χορήγησης θεωρήσεων (βίζας) σε Τούρκους πολίτες για να ταξιδεύουν στην Ευρώπη. Μια συμφωνία με την Τουρκία αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για τη μείωση των μεταναστευτικών ροών, αλλά χρειάζεται ιδιαίτερη προσοχή από ελληνικής πλευράς όσον αφορά στα πιθανά ανταλλάγματα. Σε κάθε περίπτωση, η συγκυρία προσφέρεται για μια επίσκεψη του Ελληνα πρωθυπουργού στην Τουρκία, ενώ ο κ. Ερντογάν έχει και μια προτίμηση στις προσωποπαγείς σχέσεις με άλλους ηγέτες.