Παρ’ όλο που η δισκογραφική κριτική έχει κοπάσει, λόγω της δραματικής κατάστασης που έχει βρεθεί η Ελληνική δισκογραφία (αποδυνάμωση, έως και εξαφάνιση Εταιριών δίσκων, περιορισμός εκδόσεων νέων παραγωγών, συρρίκνωση εμπορικού ενδιαφέροντος κ.ά.), κάποιες νέες, κυρίως γυναικείες, παρουσίες μπαίνουν στο στόχαστρο του διαδικτύου με θετικές ή και με εκ διαμέτρου αρνητικές απόψεις.
Φυσικό είναι. Πάντα έτσι γινόταν κι όταν ακόμα η δισκογραφία ήταν στα καλύτερά της… Ιδιαίτερα στις νεότερες παρουσίες (νέοι συνθέτες-στιχουργοί, νέοι ερμηνευτές) η κριτική, από περιοδικά και εφημερίδες, ήταν το πρώτο στάδιο πορείας για τον πρωτοεμφανιζόμενο. Θαρρείς και περνούσε από τις Συμπληγάδες πέτρες, οι οποίες θα τον συνέθλιβαν ή θα τού επέτρεπαν το πέρασμα…
Έτσι και τώρα. Το διαδίκτυο είναι αμείλικτο στην κριτική. Ιδιαίτερα με όλους εκείνους οι οποίοι παρεμβαίνουν ανώνυμα ή με ψευδοϋπογραφές, μπορούν να κινήσουν θέματα, να προβάλλουν κρίσεις, επηρεάζοντας εντέλει κοινωνικές ομάδες.
Στις μέρες μας, στο επίκεντρο βρίσκονται οι συμπαθέστατες Μόνικα (η πιο παλιά από τις καινούργιες), η Μαρίνα Σάττι, που πολυσυζητήθηκε προσφάτως,
με μουσικές και εικαστικές εμφανίσεις τις οποίες χαίρομαι να ακούω και να βλέπω στα βιντεάκια τους, μαζί με άλλες συμπαθέστατες τραγουδιστικές παρουσίες. Τις βρίσκω γλυκιές, καλλίφωνες, αποπνέουν ευγένεια, νεότητα, με καλές σκηνοθεσίες που αφήνουν καλή εντύπωση στον θεατή… Δεν μπορώ να προβλέψω πόση επιτυχία θε έχουν προσεχώς, γιατί οι καιροί περιέχουν το στοιχείο τού απρόσμενου, τόσο, που δεν θα ξαφνιαστώ εάν γίνουν πρώτα ονόματα… Προφανώς και δεν τις βάζω όλες στο ίδιο επίπεδο. Κάποιες απ’ αυτές μου αρέσουν περισσότερο, άλλες λιγότερο, αλλά, τι σημασία έχει η προσωπική μου γνώμη;
Στις περιπτώσεις αυτών και άλλων κοριτσιών, η βασική μου σκέψη είναι η επιλογή τού μουσικού ιδιώματος το οποίο επέλεξαν να ακολουθήσουν. Αυτή η ε π ι λ ο γ ή και η έ ν τ α ξ η, σε συγκεκριμένο είδος τραγουδιού, είναι η β ά σ η η οποία θα καθορίσει την κάθε μονάδα μέσα σε ό,τι εννοούμε στιλ, ύφος, διαδρομή, αισθητική, γούστο. Να τοποθετηθούν σε εκείνη την πλευρά που η προσωπική τους αισθητική καθορίζει και συνεπώς κατατάσσει την παρουσία τους μέσα στο Ελληνικό τραγούδι. Το είδος τραγουδιού που υποστηρίζει συνεχώς φτηνά και άτεχνα στιχάκια για αγάπες, χωρισμούς και λουλούδια, δεν τα αντέχω πλέον. Πού τοποθετείσαι; Ποιο είναι το υλικό σου; Ποια είναι η περιγραφή τής εποχής σου; Του ψυχοδράματος μιας κοινωνίας; Πού εντάσεις τις επιλογές σου;
Δεν υπαινίσσομαι την ένταξη των κοριτσιών αυτών στο «πολιτικό τραγούδι». Όχι. Υπάρχουν και άλλα είδη, άλλα θέματα πέραν αυτού. Ερωτικά, και άλλα ελαφρά θεματάκια που κρατάν καλή παρέα στο κοινό. Καμία αντίρρηση. Το ερώτημα είναι πώς αντιμετωπίζονται αυτά τα, έστω ανάλαφρα, ζητήματα; Ποια τα εργαλεία επεξεργασίας τους; Ποιο το γλωσσικό και μουσικό τους πλαίσιο; Τα τηλεοπτικά κανάλια έχουν πλημμυρίσει και πάλι, από ανούσιο κουτόχορτο σε μορφή θεάματος. Θα με ρωτήσει ίσως κάποιος, γιατί, σώνει και καλά, περίμενα πως το μεγαλύτερο δείγμα των νέων ερμηνευτριών θα ήταν πιο κοντά στις συντεταγμένες τής μεγάλης ιστορίας τού Ελληνικού τραγουδιού…
Έλα ντε! Δεν αγνοώ, ούτε πρέπει να ξεχνάμε, πως ο όρος «Ελληνικό τραγούδι» έχει ήδη ανατραπεί, από τη στιγμή που οι περισσότερες εμπορικές τραγουδίστριες, εξ αιτίας τής πίστας, του θεάματος, του κέρδους και των αναγκών των ζωντανών εμφανίσεων, φλερτάρουν πολύ με τα μουσικά χαρακτηριστικά δημοφιλών ξενόγλωσσων τραγουδιών και γενικότερα των διεθνών επιτυχιών. Το παράδειγμα της Μόνικας είναι χαρακτηριστικό και καλά κάνει, αφού νιώθει την αγγλική γλώσσα και τα μουσικά αντίστοιχα ιδιώματα πιο κοντά της. Από τις υπόλοιπες, η κάθε μια ξεχωριστά, παρουσιάζουν μια άποψη που ποικίλει. Κάποιες επιλέγουν υλικό μέσα στο πλαίσιο ενός ελληνικού ιδιώματος, άλλες βασίζουν την ερμηνεία τους στην αλυσίδα τής παράδοσης Ελληνίδων ερμηνευτριών, άλλες απλώνονται σε παντός είδους διασκευές, από το παραδοσιακό στα ρεμπέτικα, στα Αστικά των δεκαετιών ’40, ‘50, ’60, σχεδόν αγνώριστα από την ενορχηστρωτική και τεχνολογική παρέμβαση, από την υπερβολική και αψυχολόγητη επεξεργασία. Η συμπαθέστατη Μαρίνα Σάττι, ακολουθεί μουσικούς δρόμους οι οποίοι δείχνουν το ενδιαφέρον της για την εγχώρια ατμόσφαιρα, αλλά ακόμη δεν έχει δώσει σαφές στίγμα για τον μουσικό προσανατολισμό της. Πολλές άλλες στηρίζονται κυρίως σε χαριτωμενιές και σκέρτσο. Συχνά η όλη επιτυχία έγκειται στην σκηνοθετική και εικαστική πρόταση τού βιντεοκλίπ όπου η δροσιά και η χάρη των νέων κοριτσιών γεμίζουν την εικόνα με… γοητεία. Η Ηλιάνα Τσαπατσάρη ακολουθεί με επιμονή και μονομέρεια την μουσική κατεύθυνση του στιλ swing που ακολουθεί σε κάθε τραγούδι του το γκρουπ Gadjo Dilo.
Πάντως, είναι λογικό η κάθε ερμηνεύτρια να ακολουθεί το δικό της στιλ και η προσπάθεια να τις εντάξουμε σε κατηγορίες δεν θα είναι εύκολη. Η σημερινή κατάσταση δεν ευνοεί τις κατηγοριοποιήσεις όπως παλαιότερα που αναφερόμασταν στις Αλεξίου, Γλυκερία, Μοσχολιού, Νταντωνάκη κλπ και συνεννοούμασταν ως προς το είδος και το ύφος. Η γενιά εκείνων των παλαιότερων πλέον ερμηνευτριών, είχαν ακόμα πάρε-δώσε με την παράδοση και τα μουσικά μας χνάρια, την ζωντανή ακόμα απήχηση των παλαιότερων Νίνου, Γεωργακοπούλου, Εσκενάζη, Χασκήλ, των Γκρέκα, Δανάη, Βέμπο κλπ. Τώρα, θαρρείς και το νήμα τής συνέχειας έσπασε! Η εξέλιξη της παγκοσμιοποιημένης πραγματικότητας και στο τραγούδι, δημιούργησε μια κατάσταση κατά την οποία, οι συνδέσεις με το παρελθόν και τη μνήμη, να μην θεωρούνται αναγκαίες «υποχρεώσεις». Αποκόπηκαν θαρρείς από την ρίζα και την πηγή και θα εξελιχθούν σε μορφή που μάλλον δεν μπορούμε να γνωρίζουμε! Η πορεία, για μαζική φωνητική και ερμηνευτική ομοιογένεια, είναι πλέον ορατή, αφού δεν φαίνεται προς το παρόν να υπάρχει ενδιαφέρον για να δημιουργηθεί φορέας-ρεύμα μιας ουσιαστικής και θετικής αισθητικής αξίας…
Μα, είναι δυνατόν; Θα αναρωτηθούμε εύλογα όσοι στηριζόμαστε στην αλυσιδωτή διαδικασία τής ζωής. Δηλαδή η θεωρία που λέει πως η ζωή είναι μια αλυσίδα εξελίξεων αδιάσπαστη και αέναη, ισχύει ή όχι;
Νιώθω αδύναμος να αναλύσω περισσότερο το συγκεκριμένο θέμα. Αντιθέτως, ακούγοντας πολλές από αυτές τις καλλίφωνες γυναικείες παρουσίες, αισθάνομαι την εικόνα τής ομορφιάς να με πλημμυρίζει. Ο ήχος τους όμως είναι κάτι που δεν μένει στο αφτί μου. Μου δημιουργεί μια αρχική ευχαρίστηση αλλά εντέλει νιώθω πως κυριαρχεί η ψευδαίσθηση τού video clip, η οποία προβάλλει το θέαμα τής ομορφιάς και το καθιστά πρώτη ύλη. Ένοιωσα πως, μέσα από την πλάνη, βρέθηκα αισθητικά περιπλεγμένος σε μια ανούσια και επιφανειακή μουσική, η οποία δεν «πατάει» παρά μόνο σε εξυπνακίστικα τεχνοπαίγνια…
Με το παράδειγμα αυτό τείνω να… αμφισβητήσω το ως τώρα αδιαμφισβήτητο, που, όπως γνωρίζω, το ωραίο δικαιούται να υπερισχύει στην Τέχνη! Άραγε η Τέχνη είναι μόνο ο χώρος τού ωραίου, τού καλαίσθητου και όχι ΚΑΙ τού ουσιώδους;;
Εδώ τώρα χρειάζεται πολλή συζήτηση και προβληματισμός. Διότι στην εποχή μας, όλα μπορούν και μεταμορφώνονται σε «ωραία»: μια γυναίκα, ένας άντρας, κάποιος χώρος, με τη συνδρομή των παρεμβάσεων τού μακιγιάζ, της μόδας, της επεξεργασίας, της τεχνολογίας… Η τεχνική ωραιοποίηση είναι το… όπιο τής εποχής μας, για να παραφράσω κι εγώ τον φιλόσοφο…
Έχει γίνει πολύ δύσκολο να ξεχωρίσει κανείς τον κίνδυνο της πλάνης και της ψευδαίσθησης τού ωραίου, από την ουσία και το βάθος τού πραγματικά καλαίσθητου… Τα αρχαία γλυπτά δεν έγιναν διαχρονικά μόνο από τα ωραία πρόσωπα ή σώματα που αποκάλυπταν, αλλά από τους συμβολισμούς, την χάρη και τις καλαίσθητες εκφράσεις, καθώς και την εξαιρετικά λεπτομερή τους τεχνική επεξεργασία πριν από χιλιάδες χρόνια… Το όμορφο είναι σημαντικό στοιχείο, αλλά η φιλοσοφική διάσταση που βρίσκεται πίσω και μέσα στην τέχνη των αρχαίων γηραιών καλλιτεχνών, καθιστά τα αρχαία ευρήματα, οδηγούς σκέψεων και στοχασμών ανά τους αιώνες.
Ας επιστρέψω όμως στο θέμα των σημερινών φωνών. Μια ωραία φωνή, μια ωραία παρουσία, ένα ωραίο video clip, οι ωραίοι φωτισμοί, η ωραία σκηνοθεσία, δεν αποτελούν πάντα όλα αυτά στοιχεία ώστε να οριστούν ως μουσικό έργο τέχνης. Πάρτε παράδειγμα τις τόσες τηλεοπτικές εκπομπές διαγωνισμών τραγουδιού! Έχουν δημιουργηθεί καινούργιοι «κανόνες» στην αγορά των τεχνών. Το τραγούδι, το οποίο παρ’ όλη την κρίση ταυτότητας που διανύει, διατηρεί στο φιλοθεάμον κοινό, ακόμη την αίγλη του. Η ταύτιση του με το θέαμα, δηλαδή με τα αμέτρητα πλέον videoclipάκια που βλέπουμε καθημερινά στην παγκόσμια αγορά προϊόντων, έχουν την… ιμπεριαλιστική δύναμη να επιβάλλουν την αλλοίωση τής έννοιας του όμορφου, και του καλαίσθητου, αφού τις περισσότερες φορές βασίζονται στην εικόνα με την ελαφρότητα και τη διάχυτη σεξουαλικότητα που περιέχει απαραιτήτως το προϊόν-θέαμα!
Το ζήτημα και το πρόβλημα ενός τέτοιου θεάματος, ορίζει σήμερα αρκετά την αισθητική μας στο Ελληνικό τραγούδι. Η αναζήτηση, ενός νέου είδους τραγουδιού ουσιώδους περιεχομένου και αισθητικής, απαιτεί μάλλον χρονοβόρες διαδικασίες, αφού θα πρέπει να αποκτήσουμε, ως κοινωνία ή έστω ένα μέρος αυτής, μια νέα αισθητική που θα γεννηθεί μέσα από την κοινή μας μνήμη, αλλά κυρίως και μέσα από την συνειδητοποίηση του ψεύδους που εκπέμπουν όλα αυτά τα… προϊόντα τέχνης που προσπαθούν να μας επιβληθούν…