Αναμφισβήτητα υπάρχει μεγάλη κινητικότητα στο χώρο των τηλεοπτικών συχνοτήτων, θέμα που δεν θα πάψει ποτέ να έχει ενδιαφέρον και να απασχολεί το ευρύτερο κοινό.
Συμφώνως τω νόμω, πια, τα τηλεοπτικά κανάλια θα λειτουργούν με πολιτειακή σφραγίδα και θα τηρούν τους νόμους (?) και τις υποχρεώσεις τους με βάση τις νέες συμφωνίες και τους όρους που έχουν τεθεί. Νέα κατάσταση πραγμάτων!
Θα αναρωτηθεί κανείς: θα λάβουν τέλος η διαπλοκή, τα πολιτικά-κομματικά παιχνίδια, η αισθητική κατρακύλα και οι «κάτω από το τραπέζι» συνεννοήσεις και τα παρατράγουδα; Δεν θα έπαιρνα και όρκο, για τον απλούστατο λόγο πως τα 50 χρόνια τηλεοπτικής υπαρκτής λειτουργίας, η οποία στη χώρα μας ξεκίνησε από το 1967-68, έχει αφήσει πολλαπλά στίγματα και σκιές, με πολλές θολές καταστάσεις και φαγοπότι, με ιδιοκτήτες και επικεφαλής γνωστούς στην κοινωνία από την πορεία τους, στην εξακολουθητική μπίζνα, στην οποία προσμετρούνται κανάλια, εφημερίδες, ραδιόφωνα, ποδοσφαιρικές ομάδες, δημόσια έργα, διασυνδέσεις με εκκλησιαστικά συμφέροντα, καθώς και ποικίλο παράνομο εμπόριο που δεν πιάνει η φαντασία μας…
Κοινώς, ό,τι γνωρίζουμε, γενικώς και αορίστως, αλλά πάντως όχι και τόσο μακριά από την πραγματικότητα… Ναι, βέβαια, είχαμε και έχουμε το ΕΣΡ, το οποίο είναι εξουσιοδοτημένο από την πολιτεία να ελέγχει τον ραδιοτηλεοπτικό χώρο… Το οποίο Συμβούλιο δεν ξέρω αν παίρνει χαμπάρι τα όσα τηλεοπτικά προγράμματα υποβαθμίζουν το πνευματικό επίπεδο ή αν ακούει τις ψευδείς ειδήσεις, οι οποίες πέφτουν στη δική μας αντίληψη. Ίσως εμείς ή αυτό, να ζούμε σε άλλη χώρα. Η ασυδοσία και οι παραβιάσεις τής δεοντολογίας είναι καθημερινό φαινόμενο! Τα παραδείγματα, αναρίθμητα.
Τώρα που βρισκόμαστε, θέλουμε να ελπίζουμε, στην απαρχή μιας «άλλης, διαφορετικής τηλεοπτικής πραγματικότητας» με νέους όρους, θα παρακολουθούμε με πολλή προσοχή τους χειρισμούς και τις κατευθύνσεις τής νέας κατάστασης. Τα δυο ερωτήματα που χρειάζονται άμεσες απαντήσεις είναι αν θα συνεχιστεί αυτή η αισθητική υποβάθμιση και η κατρακύλα ή θα χρησιμοποιήσουμε επιτέλους την οφειλόμενη σοβαρότητα, η οποία, με την πάροδο του χρόνου, όλο και πιο πολύ απομακρύνεται και αποσυντίθεται…
Η πλειοψηφία τού τηλεοπτικού κατεστημένου εξακολουθεί να αδιαφορεί για το τηλεοπτικό κοινό και για μια στοιχειώδη ποιότητα θεάματος και περιεχομένου. Τα επηρεασμένα, συχνά από πολιτικά και επιχειρηματικά συμφέροντα, ενημερωτικά «πρωϊνάδικα», συνεχίζουν ακάθεκτα, ενώ τα «απογευματινάδικα» αντιμετωπίζουν το κοινό σαν να μην πέρασε ούτε μία μέρα από την περίοδο της αποχαυνωτικής ευμάρειας, των χρόνων πριν την κρίση. Τα ίδια σχεδόν παιχνίδια τής τύχης, τα… μοδάτα show, τα τόσα γαστρονομικά, το μόνιμο και άθλιο κουτσομπολιό, οι τόσες περιπτώσεις Χίου με την υποβάθμιση της γλώσσας και της νοημοσύνης, πλημμυρίζουν τις οθόνες μας και συμπληρώνουν τη συλλογική μελαγχολία…
Βλέπουμε πως οι τηλεοπτικές μετρήσεις θεαματικότητας (η οποία μέθοδος μέτρησής της, εδώ και δεκαετίες, συνεχίζει να είναι γρίφος) εξακολουθούν να είναι ο «καθοδηγητής» των προγραμμάτων και η πλειοψηφία τών καναλιών επιμένει να υπακούει στις μετρήσεις, απευθυνόμενη σε καινούργιες ομάδες θεατών, στοχεύοντας σε προγράμματα πιο… εύπεπτα, ανάλαφρα, να ικανοποιείται η… απαραίτητη οφθαλμολαγνεία, ο τρόμος, η βία, το αίμα, οι δολοφονίες και άλλες ανεξήγητες καταστάσεις ψυχοσύνθεσης…
Όχι, η προτροπή μου δεν είναι ηθικοπλαστική και δεν υπαινίσσομαι καμία απαγόρευση, αλλά την τήρηση των κανόνων δεοντολογίας μαζί με ένα μείγμα υποχρεώσεων προς την κοινωνία.
Ας το χωνέψουμε. Η κοινωνία έχει ανάγκη την ποιοτική τηλεόραση, όπως το ψωμί, την Παιδεία και την Ελευθερία και κάθε προσπάθεια διαχωρισμού, είναι… ματαιοδοξία.
Η τηλοψία, επαναλαμβάνω, μετράει στην Ελλάδα κάπου 50 χρόνια ζωής. Έχει ήδη θεμελιώσει τους κανόνες της στο κοινωνικό υποσυνείδητο. Ο τρόπος λειτουργίας της έχει γίνει αποδεκτός από μεγάλα τμήματα της κοινωνίας. (Παρ’ όλες τις κακοδαιμονίες της εγχώριας τηλεοπτικής εμπειρίας μας, δεν διαθέτουμε το χειρότερο δείγμα τηλεόρασης από άλλες χώρες…)
Οι νέες βάσεις, τις οποίες οραματίζονται οι όποιοι… θεσμικοί ανανεωτές της, δείχνουν μεν μια οφειλόμενη καλή πρόθεση και διάθεση, αλλά πολύ φοβούμαι πως το «παιχνίδι» θα γίνει και πάλι με κυρίαρχη βάση τα νούμερα τηλεθέασης, τα οποία είναι πάντα σαθρά και κατά περίπτωση, επιζήμια. Τα ποσά που επενδύονται, οι εργασιακές υποχρεώσεις και το κόστος τους, οι φορολογίες, η συνολική αξία τής τεχνολογικής υποδομής και άλλα πολλά που υπάρχουν στις υποχρεωτικές συνθήκες, ποιος καναλάρχης θα τα αντέξει σε μια εποχή ακραίας οικονομικής δυσπραγίας; Θα μου πείτε πως για να γίνεται όλος αυτός ο… χαμός, για τις τηλεοπτικές άδειες, όλο και κάποιο κέρδος υποκρύπτεται…
Κανάλι όμως δίχως δικές του παραγωγές, δεν νοείται… Τα κανάλια είναι υποχρεωμένα να συμβάλλουν στην ελληνική παραγωγή και αυτό, αν τηρηθεί, θα το δεχθούμε με μεγάλη ικανοποίηση.
Εάν δεν βρεθεί τρόπος να ευνοηθεί η εγχώρια παραγωγή και η έμπρακτη συμπαράσταση σε δημιουργούς, σκηνοθέτες, σεναριογράφους, ηθοποιούς, λογοτέχνες, στιχουργούς, τραγουδοποιούς, και άλλους πολιτιστικούς επαγγελματικούς τομείς, τότε τα τηλεοπτικά κανάλια δεν επιτελούν κοινωνικό έργο. Δεν μπορούν να παίζουν απλά ρόλο «μαγαζιού», όπου στόχος είναι αποκλειστικά η είσπραξη χρήματος δίχως υποχρεώσεις. Ας μην ξεχνάνε πως οι συχνότητες είναι δημόσιο αγαθό και γι’ αυτό οφείλουν να σέβονται τον απλό πολίτη τόσο ως προς την ποιότητα του προσφερόμενου προγράμματος και της ενημέρωσης, όσο και ως προς τις κοινωφελείς παροχές, τα μηνύματα των οποίων, προς το παρόν, προβάλλονται αργά τη νύχτα σε ζώνες τηλεοπτικής εξορίας…
Η στείρα είσπραξη και η απόλυτη καταπάτηση των εργασιακών συμβάσεων, οι παράνομες-αυθαίρετες απολύσεις προσωπικού, οι οποίες σχεδιάζονται, ακόμα και αυτή τη στιγμή, παραβιάζοντας τους ήδη υπογεγραμμένους νόμους, δείχνει και το τεράστιο μέγεθος της συνήθους αυθαιρεσίας, η οποία λειτουργεί «επίσημα» και παρανόμως, κάτω από τη μύτη του ΕΣΡ. Διότι, για παράδειγμα, πώς θα υλοποιηθεί η δέσμευση, για 400 εργαζομένους ανά κανάλι, η σχεδιαζόμενη σύμπραξη των τηλεοπτικών σταθμών Alpha και Star;
Τα παραδείγματα των καναλιών Mega, των μέσων τού συγχωρεμένου Γ. Κουρή κ.ά., ίσως να μας έκαναν πιο… σοφούς και καχύποπτους, σχετικά με το μεγάλο θέμα των υποχρεώσεων μεταξύ τηλεοπτικής πρακτικής και κοινωνίας. Τα συμφέροντα των καναλαρχών ας προσαρμοστούν ανάλογα με τις σύγχρονες ανάγκες τής αγοράς και της οικονομίας. Ας γίνει κατανοητό πως ένα κανάλι δεν μπορεί να λειτουργεί ως «μαγαζί». Είναι αναγκαίο να αναλαμβάνει και στοιχειώδεις υποχρεώσεις απέναντι στην κοινωνία στην οποία απευθύνεται.
Η τηλεοπτική καθημερινότητα είναι μια πολυσύνθετη πραγματικότητα, η οποία σχετίζεται άμεσα με το δυνάμωμα της δημοκρατίας. Το νέο τηλεοπτικό περιβάλλον βάζει ένα μεγάλο στοίχημα με τον εαυτό του. Θα ξεπεράσει το αρνητικό παρελθόν ή θα συνεχίσει να εξαρτάται από την τρέχουσα και μέλλουσα πολιτική κατάσταση, τα επιχειρηματικά συμφέροντα, καθώς και τον κομματικό ανταγωνισμό, ο οποίος, βεβαίως, δεν θα σταματήσει ποτέ.
Μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο είναι υποχρεωμένη να πορευτεί η τηλεοπτική επιχειρηματικότητα. Η ελπίδα για καλύτερη, ποιοτική τηλοψία είναι ένα από τα πάγια και μεγάλης βαρύτητας αιτήματα, από τη στιγμή μάλιστα που είναι γνωστό ότι η καθημερινή επαφή μαζί της, τροφοδοτεί με μεγάλο δυναμισμό τον νου και την συνείδηση με μηνύματα που ριζώνουν στη συλλογική κουλτούρα.
Η τηλεόραση δεν είναι πλέον το μέσον με το οποίο ασχολείσαι και διασκεδάζεις για λίγο. Ο πολίτης, η οικογένεια, η κοινωνία, οι πόλεις, η χώρα, το πνευματικό επίπεδο, η Παιδεία, η επιμόρφωση, οι καθημερινές σχέσεις και οι συμπεριφορές, ο τρόπος ζωής, οφείλονται κατά πολύ στην επιρροή και στην εξάρτηση από την τηλεθέαση και τον χειρισμό της από τον κάθε πολίτη.
Οποιαδήποτε βελτίωση, με τις νέες ρυθμίσεις, θα είναι καλοδεχούμενη.
Δεν περιμένει κανείς να γίνει θαύμα, ούτε… επαναστατικές αλλαγές. Μια περισσότερη όμως κατανόηση περί της σημαντικότητας του τηλεοπτικού γίγνεσθαι είναι απαραίτητη, όταν είναι αποδεδειγμένη η αμφίδρομη σχέση και πως όταν νοσεί η τηλεόραση, συνήθως νοσεί και η κοινωνία…