Στο Ναγκόρνο Καραμπάχ υπάρχουν τρεις νικητές. Το Αζερμπαϊτζάν, που ανέκτησε εδάφη που είχε απωλέσει το 1994, η Μόσχα που ενίσχυσε την ήδη ισχυρή θέση της στον Καύκασο και η Τουρκία που επιβεβαίωσε εμπράκτως τον γεωπολιτικό της ρόλο στην περιοχή. Η συμφωνία που επετεύχθη αποτελεί αναμφίβολα πολιτικοστρατιωτική επιτυχία της Τουρκίας, ήττα της Αρμενίας και αναγνώριση αδυναμίας της Δύσης, είτε λόγω του απομονωτισμού του Τραμπ είτε λόγω ανύπαρκτης κοινής εξωτερικής και αμυντικής πολιτικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Θα πρόσθετα σε αυτούς τους λόγους και άλλον ένα, τον απλούστερο, την ίδια τη γεωγραφία.
Σε ένα εξαιρετικό κείμενο στα ΝΕΑ του Σαββατοκύριακου( 28 29 Νοεμβρίου) με τον χαρακτηριστικό τίτλο « Το τίμημα του μαξιμαλισμού», ο Φίλιππος Σαββίδης απαριθμεί τους λόγους της ήττας των Αρμενίων. Σημειώστε ότι ο Σαββίδης δεν είναι μόνο διεθνολόγος αλλά και στενός συνεργάτης του ουσιαστικά εκδιωχθέντος από τον Πρόεδρο Αναστασιάδη, πρώην Κύπριου Επιτρόπου, Χρήστου Στυλιανίδη , μετά την 180 μοιρών στροφή του Κύπριου Προέδρου στο Κραν Μοντανά. Γράφει ο Φίλιππος Σαββίδης: «Σε ό,τι αφορά το Ναγκόρνο Καραμπάχ, η Αρμενία έκανε σωρεία λανθασμένων εκτιμήσεων και υπολογισμών, με αποτέλεσμα να πληρώσει βαρύ τίμημα. Όπως υπογραμμίζει ο Σβάντε Κορνέλ στο National Interest (14/11), η ηγεσία της Αρμενίας «διάβασε λάθος σχεδόν τα πάντα σχετικά με τη σύγκρουση αυτή: το ευρύτερο διεθνές περιβάλλον, τη ρωσική αντίδραση, τον ρόλο της Τουρκίας, καθώς και την εσωτερική δυναμική στο Αζερμπαϊτζάν».
Η πάροδος του χρόνου χωρίς τη λύση ενός προβλήματος χειροτερεύει τη θέση της αδύνατης πλευράς. Διαδοχικές κυβερνήσεις στο Γερεβάν άφησαν τον χρόνο να περάσει ανεκμετάλλευτος, πιστεύοντας, αφελώς, ότι αυτός δούλευε υπέρ των στόχων τους. Αυτοεγκλωβίστηκαν σε έναν άκαμπτο μαξιμαλισμό και υποτίμησαν το κενό από τον απομονωτισμό Τραμπ και την αδυναμία της «ομάδας του Μινσκ», αγνόησαν τα ψηφίσματα του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ και απέρριψαν ευνοϊκότερες για τους Αρμενίους διευθετήσεις. Ως αποτέλεσμα, η λύση επιβλήθηκε διά των όπλων. Τα δε νέα αρνητικά για τους Αρμενίους τετελεσμένα τα αποδέχεται, πλέον, και η διεθνής κοινότητα». Θα πρόσθετα ότι η φιλοευρωπαϊκή και μετριοπαθής κυβέρνηση της Αρμενίας πιεζόμενη από την εθνικιστική αντιπολίτευση δεν προχώρησε στους αναγκαίους και επώδυνους συμβιβασμούς εγκαίρως και τώρα είναι και εσωτερικά αποδυναμωμένη . Βάλλεται δε από τους ακραίους οι οποίοι επέβαλαν την εσφαλμένη άκαμπτη γραμμή.
Αν στην θέση της Αρμενίας μπει η λέξη Κύπρος (ή: ελληνοκυπριακή πλευρά ) έχουμε το πανόραμα των διαχρονικών λαθών που οδήγησαν πρώτα στην υπονόμευση της Κυπριακής Δημοκρατίας την δεκαετία του ?60, μετά άνοιξαν τον δρόμο στην τουρκική εισβολή και κατοχή το 1974, και τώρα διευκολύνουν την μετατροπή της διχοτόμησης επι του εδάφους σε de jure, με την δημιουργικά δυο ξεχωριστών κρατών. Υπάρχει μία μεγάλη διαφορά, ότι η Κύπρος είναι μέλος της ΕΕ, αλλά με τον τρόπο που ενεργεί και τη χαμηλή βαθμολογία της σε διάφορους τομείς ( διαφθορά, χρυσά διαβατήρια) δεν αποκλείεται να αποδυναμώσει και αυτό το πλεονέκτημα. Επίσης, η συνύπαρξη Ελλάδας και Τουρκίας στο ΝΑΤΟ δεν απέτρεψε την τουρκική εισβολή ενώ εγγυάται την τήρηση ίσων αποστάσεων από τον Οργανισμό, στην καλύτερη περίπτωση.
Οι οπαδοί της μη λύσης ενεργοποιώντας εθνικιστικά αντανακλαστικά κέρδισαν επι μέρους μάχες αλλά χάνουν τον πόλεμο. Τα τελευταία χρόνια, πρώτα τορπίλισαν το Σχέδιο Ανάν το 2004 και μετά, το 2017, τη δρομολόγηση λύσης του Κυπριακού στο Κραν Μοντανά με βάση το πλαίσιο Γκουτιέρες. Απέρριψαν ευνοϊκές συμβιβαστικές ρυθμίσεις , αρνήθηκαν την πολιτική ισότητα των δύο κοινοτήτων, που αποτελούσε για όλους τους Τουρκοκύπριους (και για τον Ακιντζί) προϋπόθεση για την εγκαθίδρυση της διζωνικής, δικοινοτικής Ομοσπονδίας. Από το Κραν Μοντανά και μετά, ο Πρόεδρος Αναστασιάδης εγκατέλειψε ακόμα και στην ρητορική του την προώθηση της διζωνικής , δικοινοτικής Ομοσπονδίας, βολιδοσκόπησε την Τουρκία για λύση δύο κρατών( βλ. μη διαψευσθείσες δηλώσεις Τσαβούσογλου για ναυάγιο στο Κραν Μοντανά) έθεσε σε προτεραιότητα την πολιτική των εξορύξεων έναντι της πολιτικής λύσης, επι τρία χρόνια υπονόμευσε με την παγερή αδιαφορία του την θέση του Μουσταφά Ακιντζί, ο όποιος, μόνος του απέναντι στον Ερντογάν, υπερασπιζόταν την αυτονομία των Τουρκοκυπρίων και την ομοσπονδιακή λύση.
Πόσο κοντά είχε έρθει ο Ακιντζί σε λογική και αμοιβαία επωφελή λύση, φαίνεται από την αξιολόγηση που κάνει ο νέος Τουρκοκύπριος ηγέτης, Ερσίν Τατάρ, για τον τρόπο με τον οποίο πολιτεύτηκε ο προκάτοχος του . Σε συνέντευξη του στην τουρκική εφημερίδα «Σοζτζού», ερωτηθείς για την περίοδο Ακιντζί, ο νέος Τουρκοκύπριος ηγέτης απάντησε: «Έγιναν πολλά λάθη στο Κυπριακό τα οποία εγώ δεν θα τα έκανα. Δεν θα έθετα υπό συζήτηση τη συνέχιση των αποτελεσματικών και ντε φάκτο εγγυήσεων της Τουρκίας. Χωρίς να πάρω αυτό που θέλουμε, χωρίς να τα θέσω υπό εγγύηση, δεν θα κατέθετα χάρτη. Ακόμη κι αν έφτανα στο σημείο να καταθέσω χάρτη, δεν θα συμπεριλάμβανα σε αυτόν την Μόρφου και άλλους οικισμούς. Δεν θα έκανα βήματα που θα οδηγούσαν τον λαό μας ξανά στην μετανάστευση. Και κατά την επιχείρηση της Τουρκίας στη Συρία, δεν θα έκανα λανθασμένες δηλώσεις».
Ερωτηθείς για τις κόκκινες γραμμές του στο Κυπριακό, ο Τατάρ είπε ότι «εάν ξεκινήσουμε διαπραγματεύσεις αυτή τη φορά, στο τραπέζι θα είναι και η λύση βασισμένη στην κυριαρχική ισότητα, δηλαδή των δύο κρατών. Δεν θα είναι υπό διαπραγμάτευση οι αποτελεσματικές και ντε φάκτο εγγυήσεις της Τουρκίας. Θα υπάρχει ρεαλισμός στο θέμα του εδάφους, του περιουσιακού, της υπηκοότητας, στους δεσμούς της Τουρκίας με τους Τουρκοκυπρίους». Είναι φανερό από τις λίγες αυτές γραμμές ότι η ελληνοκυπριακή πλευρά είχε στο πρόσωπο του Ακιντζί τον ιδανικό συνομιλητή και όλη η Κύπρος ένα ηγέτη με όραμα και θέληση για την επανένωση του νησιού.
Που είμαστε σήμερα;
Η πολιτική των εξορύξεων απέτυχε και έγινε πρόξενος εντάσεων, ο (ούτως η άλλως αμφίβολης υλοποίησης) αγωγός Eastmed, με την αποχώρηση της Ιταλίας έχει μείνει στα χαρτιά , η Τουρκία συνεχίζει τις προκλήσεις της αγνοώντας τις άσφαιρες κυρώσεις και προβάλλει την γεωπολιτική της σημασία τόσο για τη Δύση όσο και για τη Ρωσία. Και προωθεί μέσω του Τατάρ το σχέδιο για δύο κράτη. Η διπλωματική αναδίπλωση του Προέδρου Αναστασιάδη στην επί τρία χρόνια επιδεικτικά αγνοούμενη διζωνική δικοινοτική Ομοσπονδία, στερείται πειστικότητας, πόσο μάλλον όταν εξακολουθεί να μην δεσμεύεται στο θέμα της πολιτικής ισότητας.
Ας δούμε τα απτά αποτελέσματα της πολιτικής που εδράζεται στην αντίληψη ότι ο χρόνος πρέπει να τρέχει ανεκμετάλλευτος , χωρίς πολιτικές παρεμβάσεις , χωρίς αναγκαίους συμβιβασμούς, χωρίς τελικά λύση. Η διχοτόμηση εδραιώθηκε επι του εδάφους, οι συσχετισμοί άλλαξαν στην Τουρκοκυπριακή κοινότητα και κυρίως ο κατοχικός στρατός παραμένει στην Κύπρο. Η Ελληνοκυπριακή ηγεσία είναι με την πλάτη στον τοίχο γιατί δεν θέλει να επιλέξει την διζωνική δικοινοτική Ομοσπονδία με πολιτική ισότητα των δυο μερών ενώ δεν μπορεί και να προσχωρήσει στην λύση των δυο κρατών, η οποία πλέον αποτελεί πρωτοβουλία της ευθυγραμμισμένης με την Τουρκία Τουρκοκυπριακής ηγεσίας.
Με δεδομένη την διαιώνιση της παρουσίας του τουρκικού κατοχικού στρατού , οποιαδήποτε μη συμφωνημένη λύση, εκ των πραγμάτων θα εγκυμονεί διαρκή απειλή για την ασφάλεια και τη σταθερότητα στην περιοχή, θα είναι εστία συνεχούς έντασης ικανής ανά πάσα στιγμή να παρασύρει σε περιπέτειες την Ελλάδα και την Τουρκία.
Ο χρόνος δεν έτρεξε υπέρ της ελληνοκυπριακής ηγεσίας . Δεν είμαι, όμως, βέβαιος ότι αυτή το έχει συνειδητοποιήσει.
ΥΓ. Σε συνέχεια του άρθρου αυτού και του προηγούμενου με τίτλο « Περιμένοντας τις κυρώσεις που δαγκώνουν», θέλω να εκφράσω την έκπληξη μου για ενέργειες και χαρακτηρισμούς ενός πολιτικού που εξακολουθώ να τον θεωρώ σοβαρό και μετρημένο. Και του οποίου η στάση στην αντιμετώπιση της Χρυσής Αυγής του πιστώνεται ασυζητητί. Όμως οι δηλώσεις του κ. Δένδια το τελευταίο διάστημα - προφανώς σε συνεννόηση με τον Πρωθυπουργό - ξενίζουν. Χαρακτηρίζονται από λεκτική αδιαλλαξία και προετοιμάζουν το έδαφος για απόρριψη κάθε σκέψης για διάλογο με την γείτονα. Ακόμα και αν πρόκειται για τακτικές κινήσεις , διαμορφώνουν ένα κλίμα από το οποίο η πείρα μας διδάσκει οτι δύσκολα απαγκιστρώνεται η χώρα. Ιδιαίτερα ο χαρακτηρισμός της Μέρκελ ως αφελούς αποτελεί και ουσιαστικό και διπλωματικό σφάλμα.