Περιέργως για πολλούς συνομιλητές μου, η σύμπραξη Μεταρρυθμιστών με το Ποτάμι προσωπικά δεν με αιφνιδίασε. Το είχα προβλέψει σχεδόν αμέσως μετά την ίδρυση των Μεταρρυθμιστών αναλύοντας τις διακηρύξεις του Σπύρου Λυκούδη και την σύνθεση της ομάδας του. Παρακάτω θα εξηγήσω ειδικότερα τη λογική της πρόβλεψης. Άσχετα από αυτή, όμως, επιμένω ακόμη να ελπίζω, ότι μεσοπρόθεσμα η εξέλιξη δεν αναιρεί τις ελπίδες για την δημιουργία ενός ευρύτερου και σαφώς οριοθετημένο Σοσιαλδημοκρατικού-Μεταρρυθμιστικού χώρου. Ίσως, μάλιστα, και να διευκολύνει μεσοπρόθεσμα αυτήν την εξέλιξη, έστω και αν βραχυπρόθεσμα ενισχύει την αποκαρδιωτική εικόνα του κατακερματισμού του χώρου.
Γιατί, λοιπόν, ήταν προβλεπτή η συνεργασία των Μεταρρυθμιστών με το Ποτάμι; Για τους εξής απλούστατους λόγους. Όλες σχεδόν οι νέες κινήσεις που εμφανίστηκαν στην πολιτική αγορά τα τελευταία χρόνια για να διεκδικήσουν χώρο στο φιλελεύθερο σοσιαλδημοκρατικό ιδεατό στερέωμα είχαν στον πυρήνα τους το αίτημα της μεταρρύθμισης. Αυτό, άλλωστε, το πιστοποιούσε ακόμη και η ανθρωπογεωγραφία των στελεχών τους. Από τους 58 μέχρι και το Ποτάμι, τα κοινωνικά στελέχη που συγκεντρώθηκαν στις κινήσεις είχαν ο καθένας και η καθεμία την προσωπική τους ιστορία στην κομματικά απροσδιόριστη πολιτική δράση για την μεταρρύθμιση κάποιου κοινωνικού θεσμού, έστω και μόνο αναφερόμενοι στον χώρο της επαγγελματικής απασχόλησής τους. Όλοι σχεδόν είχαν μιλήσει δημόσια, είχαν γράψει βιβλία ή άρθρα και είχαν παρουσιάσει ενδιαφέρουσες έρευνες που στόχευαν στην μεταρρύθμιση κάποιου από του θεμελιώδεις θεσμούς του Κράτους ή της κοινωνίας. Ασφαλώς ο μέλλων Ιστορικός θα πρέπει να σημειώσει ότι αυτή η περίοδος υπήρξε μια σπάνια συγκυρία προσδοκιών για ριζικές μεταρρυθμίσεις με κατεύθυνση τον εκσυγχρονισμό της χώρας και της κοινωνίας των Ελλήνων. Θα πρέπει, όμως, ταυτόχρονα να σημειώσει το παράδοξο, ότι ΚΑΝΈΝΑ ΑΠΟ ΤΑ ΕΝΕΡΓΑ ΠΟΛΙΤΙΚΑ ΚΟΜΜΑΤΑ δεν εξέφρασε την ίδια ρητή και απερίφραστη προσήλωση σε ένα τέτοιο ιδανικό. Αντίθετα, τα μεν κυβερνώντα κόμματα (Ν.Δ. και ΠΑΣΟΚ, αλλά και η ΔΗΜΑΡ όταν μετείχε στην κυβέρνηση) σέρνονταν από τις μεταρρυθμιστικές υποχρεώσεις που επέβαλλε η Τρόικα και συνεχώς απολογούνταν στον λαό ότι το κάνουν επειδή τάχα δεν μπορούν να κάνουν αλλιώς. Η αίσθηση που αναπαρήγαν προς τα έξω ήταν ότι βρίσκονταν σε μια διηνεκή αντίσταση σε έξωθεν επιβολές. Τώρα ήλθε η ώρα να πληρώσουν και μάλιστα ακριβά αυτήν την δειλία και ατολμία τους. Ειδικά το ΠΑΣΟΚ. Ακόμη και ο Γιώργος Παπανδρέου που εξ αντικειμένου έκανε την σημαντικότερη κίνηση προς την συνολική μεταρρύθμιση, δεν μπόρεσε να υποστηρίξει τη θέση του πολιτικά και κατέληξε σε αποδιοπομπαίο τράγο των αντιμεταρρυθμιστών.
Επειδή στην πολιτική, όπως και στη Φύση, κενά δεν μπορεί να υπάρξουν για μεγάλο διάστημα, το κενό που άφησε κυρίως το ΠΑΣΟΚ στην μεταρρυθμιστική ατζέντα έτρεξαν να γεμίσουν οι διάφορες «κινήσεις» και εν τέλει το Ποτάμι που αυτήν την ώρα εμφανίζεται ως ο γνησιότερος εκφραστής των «τεχνικών της μεταρρύθμισης». Των «τεχνικών» υπογραμμίζω επειδή επιμένει σε μια εσφαλμένη προσπάθεια να αφαιρέσει το πολιτικό στοιχείο, δηλαδή τον κοινωνικό προσανατολισμό από την ατζέντα των μεταρρυθμιστών που εκπροσωπεί. Ο Λυκούδης, αντίθετα, αποδείχτηκε ιδιαίτερα συνεπής προς το «αριστερό αίτημα» και μίλησε για την αναγκαία μεταρρύθμιση χωρίς, όμως, να ξεφορτώνεται την πολιτική και ιδεολογική προϊστορία του. Το θετικό φορτίο που φέρει, βέβαια είναι η ιδεολογία της ανανεωτικής αριστεράς στην γνήσια μορφή της που την νόθευσε καθ’ οδόν ο τυχοδιωκτισμός της ομάδας Κουβέλη. Ίσως, τώρα, η συνεργασία του με το Ποτάμι οδηγήσει σε πολιτικοποίηση του δεύτερου και τότε θα έχουμε πράγματι ένα μεταρρυθμιστικό σοσιαλδημοκρατικό κόμμα με ατζέντα τον ευρωπαϊκό εκσυγχρονισμό που θα μπορεί να παίξει στο πολιτικό σύστημα χωρίς να αυτοπεριθωριοποιείται σε «λέσχη καλών τεχνοκρατών» όπως έτεινε μέχρι τώρα. Ελπίζω ο αρχηγός του, ο κ. Θεοδωράκης, να αντιληφθεί τι σημαίνει το στήσιμο ενός πολιτικού κόμματος και να εγκαταλείψει το προφίλ του «φιλάνθρωπου κινηματία» που καλλιεργεί μέχρι τώρα. Και για να είμαι συγκεκριμένος, θέλω να ελπίζω ότι ο αρχηγός του Ποταμιού θα διαβάσει – μακάρι και να μελετήσει- το κλασσικό βιβλιαράκι του Βέμπερ με τον σημαδιακό αλλά αμφίσημο τίτλο «η Πολιτική ως επάγγελμα (ή ως κλήση)». Θα τον βοηθήσει να ξεπεράσει την απολιτική ψευδαίσθησή του, ή να την εγκαταλείψει εγκαίρως αν πρόκειται για συνειδητή οπορτουνιστική επιλογή και όχι απλώς για ψευδαίσθηση.
Ο μεγάλος χαμένος σε αυτές τις εξελίξεις είναι, βέβαια, το ΠΑΣΟΚ. Όση προσπάθεια και αν κάνει τώρα για να αναδείξει τον μεταρρυθμιστικό προσανατολισμό του, είναι πλέον αργά. Σον πυρήνα των οπαδών του, ακόμη και η λέξη μεταρρύθμιση έχει προ πολλού δαιμονοποιηθεί. Και όταν λέω προ πολλού, εννοώ από την εποχή της αποτυχημένης προσπάθειας του Σημίτη να ξεπεράσει την ηγεμονεύουσα ιδεολογία του τότε κόμματός του. Τώρα στην σαθρή εικόνα προστίθεται και η προσωπική βεντέτα του Γ. Παπανδρέου που ως φαίνεται δεν έχει αντιληφθεί ότι και εκείνος συνέβαλε με την ατολμία και την χαοτική πολιτική σκέψη του στο να εμπεδωθεί στον χώρο του η αντιμεταρρυθμιστική νοοτροπία. Τις όποιες μεταρρυθμιστικές προδιαθέσεις του η χαοτική πολιτική συμπεριφορά το 2010 τις έστρεψε εναντίον του επειδή το εκλογικό σώμα τον ταύτισε με την κρίση μάλλον παρά με την διάθεση να μεταρρυθμίσει και να εκσυγχρονίσει την χώρα. Τώρα μιλάει με σιβυλλικούς όρους για κάτι που μοιάζει με μεταρρύθμιση, αλλά φοβούμαι ότι είναι πολύ αργά. Απλώς θα συμβάλλει στην οριστική αποδόμηση του ΠΑΣΟΚ και στη στέρηση του πολιτικού συστήματος από μία χρήσιμη ψηφίδα που την επόμενη μέρα, δηλαδή μετά τις προσεχείς εκλογές, θα μπορούσε να προστεθεί στην υπό δημιουργία μεγάλη παράταξη της φιλελεύθερης σοσιαλδημοκρατικής μεταρρυθμιστικής παράταξης.
Όλη αυτή η ιστορία έχει ένα δραματικό στοιχείο που δυστυχώς ξεφεύγει εύκολα από την οπτική μας. Η σημερινή Ελλάδα είναι ίσως η μοναδική χώρα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, όπου η σοσιαλδημοκρατία έχει ευκολοδιάκριτα καθήκοντα να επιτελέσει. Έχει σαφή δουλειά να κάνει. Ολόκληρο το δίκτυο των κοινωνικών πολιτικών της, αλλά και το πολιτικό της σύστημα εν συνόλων, είναι στην κατάσταση που βρέθηκε η σοσιαλδημοκρατία μετά τον τελευταίο πόλεμο και όπου μεγαλούργησε. Στην υπόλοιπε Ευρώπη η σοσιαλδημοκρατία εξάντλησε την αποστολή της και σήμερα αναζητά μια νέα ατζέντα. Τότε, έδρασε εκείνη. Τώρα πρέπει εμείς. Πώς δεν το καταλαβαίνουν αυτό οι άνθρωποι του χώρου μας για να το εξαγγείλουν ξεκάθαρα; Η ανάδειξη της σοσιαλδημοκρατικής μεταρρυθμιστικής ατζέντας οφείλει να γίνει με κυριολεξίες και όχι με μισόλογα ή υπονοούμενα. Υπάρχει ακόμη καιρός για ευρύτερες συσπειρώσεις. Αρκεί να μη χαθούμε στην σολομωνική των ξύλινων συνθημάτων.