Να μη χαρίσουμε μια γενιά στο χάος

Χρήστος Μαχαίρας 10 Φεβ 2013

Η πόλωση διχοτομεί την κοινωνία. Στήνει στρατόπεδα, τραβά διαχωριστικές γραμμές, ρίχνει τις γέφυρες… Και όχι μόνο. Η πόλωση ορίζει τα μυαλά. Ορθώνει τείχη, εκπαιδεύει στην απόρριψη, θρέφει υπερεγώ και συντηρεί τα μίση. Πολιτική, κοινωνία, πρόσωπα στροβιλίζονται μέσα στο σπιράλ των παράλληλων μονολόγων.

Ακούνε τον αχό της φωνής τους – αδιαφορούν για τη φωνή των άλλων. «Η μεθ? ημών ή καθ? ημών», που έλεγε κάποτε και ο Ζαχαριάδης…

Ας το πάρουμε από την αρχή: Οσα συμβαίνουν το τελευταίο διάστημα με αφορμή την έκρηξη της βίας, αλλά και την επανεμφάνιση της τρομοκρατίας, συντηρούν ρωμαλέες βεβαιότητες και ανθεκτικούς μύθους, που καλώς εχόντων των πραγμάτων θα είχαν περιπέσει σε πλήρη αχρησία.

Ο πρώτος μύθος -εξαιρετικά δημοφιλής από τη μεταπολίτευση και μετά σχεδόν σε όλες τις αποχρώσεις της Αριστεράς- θέλει πίσω από κάθε τρομοκρατική ενέργεια να βρίσκεται το παρακράτος, που σε αγαστή σύμπνοια με το κράτος στήνει προβοκάτσιες κατά των προοδευτικών δυνάμεων. Το πόσο αντέχει όλη αυτή η συνωμοσιολογία στο τεστ της πραγματικότητας το αποδεικνύει η ταυτότητα όσων έχουν καταδικαστεί μέχρι σήμερα για ένοπλη δράση στην Ελλάδα. Κανείς τους δεν ήταν ούτε πράκτορας ούτε προβοκάτορας, αλλά πρόσωπα που ασπάστηκαν τη βία για να σώσουν αυτοκλήτως την κατατρεγμένη κοινωνία.

Ο δεύτερος μύθος -εξαιρετικά διαδεδομένος στον συντηρητικό χώρο- αντιμετωπίζει κάθε πρακτική που αρνείται τις συνομολογημένες πολιτικές συντεταγμένες ως εκδήλωση μετάβασης στον χώρο της βίας.

Στην καθομιλουμένη, οι οπαδοί αυτής της άποψης χαρίζουν μια γενιά στο χάος και, όπως έκαναν και τον άγριο Δεκέμβρη του 2008, συγχέουν -συνειδητά ή όχι, είναι άλλη κουβέντα- την κοινωνική έκρηξη με την τρομοκρατία.

Κι όμως, τα πράγματα είναι αρκετά πιο πολύπλοκα απ? όσο θα ήθελαν οι φανατικοί των γενικεύσεων. Αρκεί, φυσικά, να θες να το δεις. Αλλά για να το δεις, πρέπει πρώτα να βγάλεις τις παρωπίδες…

Να το επιχειρήσουμε; Αν δοκιμάσουμε, θα διαπιστώσουμε ότι η προσχώρηση όλο και μεγαλύτερων τμημάτων της νεολαίας στον μετωπικό ακτιβισμό και η γοητεία που ασκεί πάνω τους η κουλτούρα της βίας δεν είναι αποκλειστικά ελληνικό φαινόμενο.

Στα περισσότερα μητροπολιτικά κέντρα της Ευρώπης -Βερολίνο, Κοπεγχάγη, Στρασβούργο κ.ά.-, σε χώρες που θεωρούνται αναπτυξιακά παραδείγματα, οι καταλήψεις δημόσιων χώρων, οι βίαιες πολλές φορές διαδηλώσεις και η ανυπακοή της νεολαίας είναι κομμάτι ενός παζλ που καλείται να διαχειριστεί η πολιτική εξουσία, άλλοτε με συναίνεση κι άλλοτε με καταστολή. Δεν είναι όμως όλα αυτά τρομοκρατία…

Οπως δεν μπορεί να είναι και στην Ελλάδα, όπου η κρίση, η ανεργία και η απόγνωση διογκώνουν την οργή, απολυτοποιούν την απόρριψη, κλείνουν τους διαδρόμους διαφυγής…

Η νεολαία -ή, για να ακριβολογούμε, ένα σαφώς μεγαλύτερο κομμάτι της απ? ό,τι στο παρελθόν- νιώθει αποκλεισμένη, εχθρεύεται την πολιτική, μπαίνει στο παιχνίδι της διαρκούς αμφισβήτησης προσώπων και θεσμών. Ενα τμήμα της θα φλερτάρει με τη βία και ένα ακόμα μικρότερο θα υποδυθεί τον ρόλο του αυτόκλητου ένοπλου τιμωρού…

Προσοχή, όμως: από τη μία επιλογή μέχρι την άλλη, από την αμφισβήτηση, δηλαδή, μέχρι το καλάσνικοφ η απόσταση είναι μεγάλη. Χρέος όλων όσοι παρεμβαίνουν στον δημόσιο διάλογο -ιδίως των πολιτικών- είναι να καταλάβουν πρώτα οι ίδιοι κι έπειτα να δείξουν στην κοινή γνώμη πού σταματά η διεκδίκηση και πού αρχίζει ο τυφλός μιλιταρισμός.

Αν το κάνουμε, θα είναι πολλά τα παιδιά που θα θελήσουν «να γυρίσουν σπίτι»… Ακόμα κι αν θέλουν να το… κατεδαφίσουν.