Να κλείσουν τα πανεπιστήμια

Ηλίας Ευθυμιόπουλος 29 Οκτ 2020

Με το 50% των κρουσμάτων COVID-19 να αποδίδεται πλέον στο νεανικό πληθυσμό, είναι προφανές ότι υπάρχει μια ηλικιακή μετατόπιση του δείκτη νοσηρότητας σε σχέση με την προηγούμενη περίοδο (άνοιξη-καλοκαίρι) όπου υποτίθεται ότι η κατάσταση ήταν υπό έλεγχο και οι αριθμοί λιγότερο τρομακτικοί. Η έκρηξη λοιπόν του Οκτωβρίου θα πρέπει να αποδοθεί στην συμπεριφορά και τις συνήθειες αυτού του τμήματος του πληθυσμού, πολύ περισσότερο μάλιστα όταν δεν υπάρχει κάποια πειστικότερη θεωρία. Υπάρχει βέβαια ο κίνδυνος του σημαντικού σφάλματος σε ερμηνείες που επιχειρούνται από μη ειδικούς – όπως εγώ – όμως, ο  μέγιστος βαθμός της ευθύνης δεν ανήκει σε μένα αλλά  στους ειδικούς, οι οποίοι δεν  φαίνεται να διαθέτουν άλλα όπλα, εκτός της ψυχολογικής πίεσης. Η οποία, αν και αντιδεοντολογική, θα μπορούσε να είναι χρήσιμη αν έδειχνε πως έχει τον σωστό αποδέκτη. Μάλλον το αντίθετο συμβαίνει: οι ασθενέτερες ομάδες του πληθυσμού την εισπράτουν ως μια κατακόρυφη επιδείνωση των συνθηκών ζωής, που ενισχύεται από το φόβο του θανάτου και την αδυναμία εξεύρεσης εναλλακτικών λύσεων. Αντίθετα οι νέοι, μάλλον φαίνεται να λοιδωρούν τα μέτρα και τους φορείς των υποδείξεων περί του “αισθήματος ευθύνης” μέσα από την υπεροψία της ηλικίας και τη γενικότερη αντιπαράθεση που πατάει στη γενικευμένη κρίση εμπιστοσύνης μεταξύ των γενεών. Οι μεγάλοι, το κράτος, η επιστήμη, είναι στα μάτια των περισσότερων νέων, φορείς συντήρησης, εξανδραποδισμού και καταστολής των ελευθεριών. Στην αντίληψη αυτή προστίθενται και οι θεωρίες συνομωσίας: όλα ψέμματα είναι. Για να ανατραπεί αυτό, δεν χρειάζονται νουθεσίες από κάποιον που κουνάει το δάχτυλο, αλλά αποφασιστικά και ριζικά μέτρα από το κεντρικό κράτος – το μόνο αρμόδιο σε καταστάσεις έκτακτης ανάγκης – τα οποία βεβαίως θα θίξουν κάποιες κοινωνικές / επαγγελματικές κατηγορίες, αλλά όχι αναγκαστικά όλο τον πληθυσμό και οπωσδήποτε όχι τους ολιγότερο υπεύθυνους.  Με ένα απλό περίπατο στη μετακαλοκαιρινή Ελλάδα, θα μπορούσε εύκολα να αντιληφθεί κανείς ότι το πρόβλημα ήταν οι πλατείες – ημερήσιες και νυχτερινές -  οι καφετέρειες και τα ομοειδή μαγνητικά κέντρα των μαζικών “εξόδων”.  Να σημειωθεί όμως ότι στο πεδίο αυτό, ο κύριος χαμένος ήταν το κατά συνθήκη ποιοτικότερο θέαμα, το θέατρο, η ζωντανή μουσική, το φεστιβάλ και ο κινηματογράφος. 

 

Με την επάνοδο των φοιτητών στα πανεπιστημιακά ιδρύματα και τις πόλεις που τα φιλοξενούν, το πρόβλημα, που προϋπήρχε αλλά δεν ήταν τόσο ακραία ανησυχητικό, μεταφέρθηκε από την αραιοκατοικημένη επαρχία και την ύπαιθρο των διακοπών, στις αστικές περιοχές, με έντονη μάλιστα την παρουσία καταστημάτων και  χώρων αναψυχής όπου το κυρίαρχο στοιχείο ήταν η στενή επαφή και η συνύπαρξη δια της του πλήθους πυκνότητας. Οι μικροί πυρήνες μετάδοσης αρχικά, έδωσαν γρήγορα τη θέση τους στη μεγάλη διασπορά και στις “μεταστάσεις” κάτι που μπορούσαν να προβλέψουν βέβαια και τα απλούστερα των μαθηματικών μοντέλων. Πράγμα που άλλωστε το έκαναν.

 

Κινητικότητα και πυκνότητες ήταν οι λέξεις κλειδιά. Λογική συνέπεια της παραπάνω υπόθεσης είναι ότι οι διαδρομές αυτές, των ατόμων-φορέων, θα πρέπει να αναστραφούν. Οι φοιτητές να επιστρέψουν στις εστίες τους, όπου ο έλεγχος είναι ευκολότερος και τα στοιχεία της εξωστρέφειας λιγότερο έντονα και λιγότερο καθημερινά. Ένα μεγάλο μέρος της “διαχείρησης” των νέων θα μπορούσε άλλωστε να αναλάβει η οικογένεια, η οποία σε συνθήκες απόστασης αποποιείται της ευθύνης. Τα πανεπιστήμια, με όλα τα προβλήματα που τους έχουν φορτωθεί, ας μη γίνουν και οι εστίες αναμετάδοσης ενός υγειονομικού ολοκαυτώματος. Ας κλείσουν λοιπόν για μια ολόκληρη περίοδο, μέχρι την επόμενη άνοιξη, κι ας δώσουν χώρο στην εξ? αποστάσεων εκπαίδευση, η οποία σε αυτό το επίπεδο είναι πολύ δοκιμασμένη και με - πολύ συχνά - καλύτερα αποτελέσματα.  Με τις δυνατότες των σύγχονων συστημάτων επικοινωνιών και με το γνωστικό υλικό που υπάρχει στο διαδίκτυο, το έλλειμα κατάρτισης σχεδόν μηδενίζεται. Αντίθετα, ενισχύονται οι μηχανισμοί αυτοεκπαίδευσης και αυτοοργάνωσης, ενώ δημιουργούνται και νέες επιστημονικές περιοχές και κοινότητες.  Η διαδραστικότητα  και η ποικιλότητα με βάση τις δυνατότητες των υποκείμενων τεχνολογιών, αντικαθιστά τους μονόδρομους της αποκλειστικής γνώσης, και η δυνατότητα αναζήτησης αυξάνει την κριτική σκέψη. Δεν ξέρω τι μπορεί αντίστοιχα να αποδώσει η τηλεργασία, αλλά η τηλεκπαίδευση είναι δεκαετίες μπροστά.

 

Ας “κλείσουν” λοιπόν τα πανεπιστήμια κι ας γίνει το εναλλακτικό πείραμα – που είναι άλλωστε ζητούμενο στην κοινωνία της μετάβασης. Σίγουρα θα κλείσουν μαζί και αρκετές καφετέρειες, αλλά το γενικότερο όφελος θα είναι ασύγκριτα μεγάλο.  Αν όχι στην Αθήνα, τουλάχιστον στα Γιάννενα, τη Θεσσαλονίκη και την Κοζάνη.