Η εκκλησία (παρά την απαγόρευση του όρκου που αναφέρεται στο Ευαγγέλιο) συγκατένευσε, από ανάγκη… έπρεπε να βοηθήσει στη σύσταση του ελληνικού κράτους, που μην ξεχνάτε ότι η εκκλησία το ελευθέρωσε, το πλήρωσε και το πληρώνει μέχρι σήμερα.
”Σήμερα νομίζω πλέον ότι ο όρκος δεν χρειάζεται. Αισθάνομαι ευθύνη και ενοχή όταν με επίσημη εκκλησιαστική τελετή, ‘αναγκάζω’ βουλευτές, περιφερειάρχες και δημάρχους να επιορκήσουν… Επειδή, σίγουρα επιορκούν! Αυτό ομολογούν τα ειδικά δικαστήρια, όσα γίνονται κι όσα δεν γίνονται στη χώρα.
”Για μας τους χριστιανούς, η επίκληση του ονόματος της Αγίας και Ομοουσίου και Αδιαιρέτου Τριάδος είναι πολύ σοβαρή υπόθεση.
”Ή στην άλλη περίπτωση, στα δικαστήρια, όταν βάζουν το χέρι τους στο ιερό Ευαγγέλιο με τόση ευκολία και ελαστική συνείδηση! Ο όρκος είναι φοβερό πράγμα για όποιον πιστεύει. Για όποιον δεν πιστεύει είναι παρωδία. Όμως εμένα με απασχολεί η αμαρτία, την οποία φορτώνεται εκείνος που ορκίζεται.
”Να καταργηθεί, λοιπόν, και από τα δικαστήρια και από την ανάληψη των καθηκόντων των αιρετών ή των υπαλλήλων.
”Όχι να πετάμε τα άγια και τους μαργαρίτες… δεν είναι σωστό.
”Ας ορκιζόμαστε στην τιμή και τη συνείδησή μας, που ή τα έχει κανείς ή δεν τα έχει. Ή μας τα ενέπνευσε η δημοκρατία ή δεν μας τα ενέπνευσε!
”Βεβαίως, είναι έτοιμος ο λαός μας σήμερα να ξεχωρίσει τα πράγματα. Ξέρει την εκκλησία του, τη βιώνει ως χαρισματικό φορέα και από την άλλη βλέπει την αναγκαστική εμπλοκή της στα δημόσια πράγματα.
”Θυμηθείτε τις ορκωμοσίες στις προηγούμενες αυτοδιοικητικές εκλογές! Το πρόβλημα εμφανίστηκε στην ελλαδική κοινωνία ότι ήταν η επιμονή των επισκόπων να ορκίσουμε τους αιρετούς. Θεός φυλάξοι! Το πρόβλημα για όσους δεξιούς κι αριστερούς εκλεγμένους δεν ήθελαν να ορκιστούν, όπως ακόμα ορίζει το σύνταγμα, ήταν του συνταγματικού εισαγγελέα! Εμείς οι εκκλησιαστικοί πηγαίνουμε όπου μας προσκαλούν. Ανεπιθύμητοι δεν θέλουμε να είμαστε”.