Ακόμα και ο φανατικότερος οπαδός της προσφυγής στο ΔΝΤ και τον Μηχανισμό Στήριξης, βλέποντας σήμερα τη συρρίκνωση της ελληνικής οικονομίας και την εκτίναξη της ανεργίας θα ήθελε να είχε εφαρμοστεί ένα διαφορετικό μείγμα πολιτικής. Για παράδειγμα, με λιγότερες μειώσεις στους συνταξιούχους και εστιασμένη μείωση δαπανών, αντί για ισοπεδωτικές περικοπές που διέλυσαν τα κίνητρα στους καλούς υπαλλήλους (ναι, υπάρχουν και πολλοί τέτοιοι) και οδήγησαν σε παράλυση τη διοίκηση. Με αύξηση των δημόσιων επενδύσεων, αντί να περικόπτονται για να καμουφλαριστεί η αποτυχία των στόχων. Χωρίς την εξουθένωση των εργαζομένων στον ιδιωτικό τομέα και λιγότερες φανφάρες για μαζικές αποκρατικοποιήσεις, που μέχρι σήμερα δεν έγινε σχεδόν καμία.
Τώρα που η ελληνική οικονομία φεύγει από τον κίνδυνο άμεσης χρεοκοπίας και εξόδου από το ευρώ, όλοι βλέπουν ότι ένα άλλο μείγμα μέτρων θα απέδιδε καλύτερα και ίσως είχαμε αποφύγει τις ακραίες συγκρούσεις. Το πρόβλημα όμως είναι ότι τα κλιμάκια που σχεδίασαν και επένδυσαν πολιτικά στο συγκεκριμένο μοντέλο προσαρμογής δεν μπορούν να το απαρνηθούν. Χρειάζονται πιο ριζικές κινήσεις.
Ενα παράδειγμα είναι ο διαχωρισμός δανειακής βοήθειας και εσωτερικής χρηματοδότησης. Τα ποσά την τρέχουσα διετία θα είναι 55 δισ. ευρώ και κατά σύμπτωση τόσα περίπου χρειάζονται για την εξόφληση ομολόγων. Εφόσον η Ελλάδα έχει πλέον θετικά πρωτογενή πλεονάσματα, οι απομένουσες δόσεις μπορούν εφεξής να κατευθύνονται αποκλειστικά στα τοκοχρεολύσια, χωρίς ανάμειξη στις τακτικές δαπάνες και κατά συνέπεια χωρίς υπαγόρευση νέων μέτρων. Τότε η κυβέρνηση θα μπορεί να διαπραγματευτεί με την ευρωζώνη ένα νέο εθνικό σχέδιο σταθεροποίησης και επενδύσεων για να βγει η χώρα από την κρίση.
Ο Νίκος Χριστοδουλάκης είναι καθηγητής του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών και πρώην υπουργός