Το ερώτημα είναι ρητορικό, όπως καταλαβαίνετε. Γιατί απλά η «έξωση» έχει δρομολογηθεί από καιρό: ουδείς ήταν διατεθειμένος να βάλει άλλα λεφτά στη μεγαλύτερη ever μαύρη τρύπα του ευρωπαϊκού γαλαξία. Και επιπλέον, εδώ και δύο χρόνια το πολιτικό εκκρεμές της Ευρώπης συνεχίζει την πορεία του προς το δεξιό τμήμα του φάσματος. Και η γειτονιά μας βρίσκεται στη φάση της ανεξέλεγκτης ανισορροπίας ή, όπως λένε οι μηχανικοί, σε «θετική ανάδραση».
Το Πάσχα στο νησί συζητούσαμε με έναν ειδικό στα χρηματοοικονομικά άλλης ηπείρου. Μεταξύ μας δε, ειδικευμένο στον πιο εκρηκτικό κλάδο της αγοράς χρήματος. Την τιτλοποίηση. Στην ερώτησή μου πώς βλέπει τις εξελίξεις στην παγκόσμια οικονομία και τι συμβουλεύει τους πελάτες του, ήταν κατηγορηματικός. «Τα επόμενα χρόνια θα ζήσουμε ακόμα μια κρίση, που θα προέρχεται από την αύξηση των επιτοκίων δανεισμού». Εντρομος ρώτησα αν θα ζήσουμε και άλλη φούσκα της οικονομίας-καζίνου, όπου το χρήμα δεν πάει στην αύξηση του πλούτου των εθνών με παραγωγικές επενδύσεις, αλλά οι επενδύσεις πραγματοποιούνται για την αύξηση του πλούτου όλο και λιγότερων. Η απάντηση ήταν «καθησυχαστική». Η φούσκα, μου είπε, ξεφουσκώνει ομαλά, γιατί οι τράπεζες έχουν θωρακιστεί σε κάποιον βαθμό και συνεπώς δεν θα σκάσει, όπως το 2007. Το μάρμαρο θα το πληρώσουν οι ιδιώτες και όχι ο αιμοδότης της ανάπτυξης, οι τράπεζες. Δηλαδή παρηγοριά στον άρρωστο. Λίγο διαφορετική ήταν η άποψη ενός από τους κορυφαίους δημοσιογράφους του αγγλοσαξονικού κόσμου, ο οποίος συμφωνούσε με τις προβλέψεις του ειδικού μας. Εκτός από τις τράπεζες. Κατ’ αυτόν οι τράπεζες δεν είναι ασφαλείς, γιατί συνεχίζουν εν μέρει το παίγνιο της καταστροφής, και μάλιστα στον χώρο της τιτλοποίησης.
Ο,τι κι αν συμβαίνει, και οι δύο συμφωνούσαν πως σύντομα θα δούμε τα επιτόκια δανεισμού να ανεβαίνουν σε επίπεδα απαγορευτικά για τη χώρα μας και όχι μόνο. Στο 3%!
Μέσα σε αυτό το περιβάλλον, η χώρα της συνεχούς καθυστέρησης των γεγονότων λόγω αυταπάτης, ή όπως αλλιώς λέμε την τύφλωση, φαίνεται ότι έχει χάσει την ευκαιρία του 2014. Και συνεπώς οι Ντράγκι της Ευρώπης επιμένουν στην εξασφάλιση εφεδρικής γραμμής στήριξης της πορείας μας, η οποία όμως, από την άλλη, είναι και αυτή εξαιρετικά δύσκολη λόγω της κίνησης του εκκρεμούς που λέγαμε. Τι μπορούμε λοιπόν να κάνουμε για να γλιτώσουμε, αν όχι τη «νέα δραχμή», τη διαρκή μείωση του κατά κεφαλήν ΑΕΠ;
1. Συμπεριφορά. Να συμπεριφερθούμε ως ενήλικες. Δηλαδή να κάτσουν κάτω οι σε συνεχή αντιπαράθεση ευρισκόμενες πολιτικές δυνάμεις και ιδίως της κυβερνώσας συγκυβέρνησης που δεν χάνει ευκαιρία να προκαλεί, χωρίς να κατανοεί ότι σύντομα θα ζητήσει σύμπνοιες και εθνικές συμπλεύσεις, και να δουλέψουν παραγωγικά. Πώς; Απλά. Ας κοιτάξουν πώς συμπεριφέρθηκαν οι Πορτογάλοι και οι Κύπριοι. Εμείς συμπεριφερόμαστε σαν αδελφάκια του Ρουβίκωνα, στα τέσσερα και με το κεφάλι βαθιά βαθιά στην άμμο,
2. Εμπιστοσύνη. Κάθε οικονομική ή πολιτική συναλλαγή προϋποθέτει εμπιστοσύνη. Εσείς αν ήσασταν επενδυτές ή πολιτικοί, τι εμπιστοσύνη θα είχατε σε μια χώρα που δεν έχει σταθερή στρατηγική, πολιτική σταθερότητα και σε ιδεολογική σύγχυση; Ο χορός των διαρκών αναπροσαρμογών πολιτικής ζάλισε, κούρασε και γελοιοποίησε τις προθέσεις μας. Αν και είναι αργά μάλλον, διορθώστε τη με ένα πραγματιστικό συμφωνημένο πρόγραμμα. Τα διαρκή βαφτίσια εννοιών και προγραμμάτων, ολιστικών, ανατρεπτικών ή ό,τι άλλο, δεν είναι πολιτική.
3. Διακυβέρνηση. Η Δημόσια Διοίκηση. Σε κάθε προσπάθεια αναδιάρθρωσης, εκσυγχρονισμού ή ό,τι άλλο εμφιλοχωρούν ο νεποτισμός και ο πελατειακός κομματισμός. Στα λόγια είμαστε πρώτοι, στην πράξη το αντίθετο. Αντί να προχωρήσουμε στην επανίδρυση, στην απλοποίηση των διαδικασιών, στην απεξάρτηση της Διοίκησης από τους ανίδεους κομματικούς στρατούς, σπάμε τα μούτρα μας στην τρόικα με το σχέδιο για τις «αξιολογικές» επιλογές.
4. Γειτονιά. Η προοπτική της προενταξιακής πορείας των Δυτικών Βαλκανίων στην Ενωση είναι ζωτικής σημασίας για την ασφάλειά μας, ενώ τρίτες Δυνάμεις προσπαθούν να τορπιλίσουν το εγχείρημα. Και δεν μιλάμε για τους Ρώσους, που το ενδιαφέρον τους έχει χαρακτηριστεί από ειδικούς ως παίγνιο καταστροφής (disruptive) και όχι ζήτημα μαξιλαριού ασφαλείας της, μια και ήδη άλλες χώρες που γειτνιάζουν άμεσα με τη μεγάλη στρατιωτική δύναμη έχουν καλυφθεί με τις ομπρέλες του ΝΑΤΟ, της ΕΕ και σύντομα και του ευρώ. Μιλάμε για την Τουρκία, αλλά και κάποιες ευρωπαϊκές χώρες που θέλουν να βγάλουν μπροστά την Ελλάδα ως εμπόδιο. Είναι φρικαλέος ο χειρισμός του ζητήματος από πλευράς κυβέρνησης, όπου έβαλε από την αρχή την ιστορία στο παιχνίδι της εσωτερικής πολιτικής διαμάχης. Και είναι θλιβερή η στάση της αντιπολίτευσης που παλεύει με τα φαντάσματά της.
5. Παιδεία. Το σπουδαιότερο εμπόδιο για τις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις, ώστε να ξεπεράσει η χώρα τις χρόνιες κοινωνικές αγκυλώσεις και να συμβάλει ουσιαστικά στην ανάπτυξη, είναι η Παιδεία. Η αναχρονιστική πολιτική των τριών υπουργών της συγκυβέρνησης συνεχίζεται με ωμό τρόπο. Ακόμα και το προχειρογραμμένο αντίστοιχο σχέδιο Βαρουφάκη που υποβλήθηκε άτυπα και μάλιστα σε ορισμένα μόνο κράτη- μέλη – μπορείτε να το διαβάσετε στην ιστοσελίδα του τέως υπουργού – είναι πιο ουσιαστικό, αν και αναφέρεται με λίγες μόνο προτάσεις. Με μια κουβέντα βάζει ως στόχο το πρότυπο Αυστραλίας κ.λπ., όπου η εκπαίδευση αποφέρει σημαντικό ποσοστό στο ΑΕΠ. Στις ατέλειωτες προτάσεις του ολιστικού σχεδίου η οπισθοδρόμηση κρύβεται πίσω από τη λέξη «δίκαιο». Το αποτελεσματικό, το σύγχρονο, το σχέδιο για τις νέες γενιές που θα βρεθούν σύντομα στην αναπόφευκτη μέγγενη της ψηφιακής εποχής, δεν υπάρχει και μεταμφιέζεται με άπειρα παρατηρητήρια, καλές προθέσεις και με την επιτέλους αποδοχή της Μπολόνια. Ας κάτσουν τα κόμματα ευρωπαϊκού προσανατολισμού και ας αντιγράψουν τις πρακτικές της Κύπρου – πάλι – και της Αυστραλίας.
6. Κίνητρα. Κίνητρα οικονομικά, αξιοκρατίας, φορολογικά και αξιολόγησης συμπληρώνουν τον εξάλογό μας, χωρίς να τον εξαντλούν. Ειδικά για τα φορολογικά – κύριο εμπόδιο μαζί με τη γραφειοκρατία προσέλκυσης μακροχρόνιων επενδύσεων, κυρίως ξένων. Ας μελετήσουν τη δουλειά της διαΝΕΟσις και του ΙΟΒΕ. Θα ζαλιστούν από την απλότητά της, μια και έχουν εθιστεί από τον βολονταρισμό στην πολυπλοκότητα.
Ας σταματήσουμε εδώ. Στην περίπτωσή μας ισχύει η ρήση του προέδρου Γιούνκερ: «Ολοι ξέρουμε τι πρέπει να κάνουμε, το ζήτημα είναι ότι δεν γνωρίζουμε πώς θα ξαναεκλεγούμε, αν τα πραγματοποιήσουμε».
ΤΟ ΒΗΜΑ