Κάποιοι στην αντιπολίτευση προσπαθούν να εκφράσουν ένα αφήγημα για το ΣΥΡΙΖΑ εστιάζοντας την κριτική τους κυρίως στο 1ο εξάμηνο του 2015 και στις τραγικές συνέπειες που είχε η πολιτική της διακυβέρνησης για τη χώρα. Συνέπειες πραγματικά οδυνηρές και ταυτόχρονα ανεπίστρεπτες, τις οποίες πληρώνουμε μέχρι σήμερα. Ορισμένοι μάλιστα διολισθαίνοντας στις αντιμνημονιακές θέσεις της περιόδου 2010-2015, επικαλούμενοι την πασίγνωστη ευρωπαϊκά πλέον “κωλοτούμπα” Τσίπρα, προσπαθούν να στήσουν ένα νέο αφήγημα, ότι δηλαδή ο ΣΥΡΙΖΑ υποτάχθηκε πλέον σε όλες τις απαιτήσεις της τρόικα. Το ατίθασο ριζοσπαστικό λιονταράκι που έγινε τελικά μνημονιακό αρνάκι, υποτακτικό στην τρόικα είναι ένα από τα αγαπημένα αντιπολιτευτικά αφηγήματα. Ο ΣΥΡΙΖΑ από την δική του πλευρά λέει περίπου το εξής. Εμείς από την πλευρά μας προσπαθήσαμε για το καλύτερο, αλλά η “μπότα” των ευρωπαίων ηγετών (έκφραση της πρωθυπουργικής συζύγου), δεν μας άφησε να σηκώσουμε κεφάλι, οπότε προχωρήσαμε σε έναν έντιμο συμβιβασμό. Το μεγάλο μας επίτευγμα –λένε- είναι ότι, το καλοκαίρι βγάζουμε τη χώρα από τα μνημόνια και την επιτήρηση, οπότε θα μπορέσουμε να ασκήσουμε τις πραγματικά δικές μας πολιτικές. Λες και αυτές οι πολιτικές που εφαρμόζονται αυτά τα τρία τελευταία χρόνια, δεν είναι του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά του γείτονα. Δεν συμφωνούμε ούτε με αυτό το αντιπολιτευτικό αφήγημα που περιγράψαμε προηγούμενα, ούτε βέβαια και με το κυρίαρχο αφήγημα του ΣΥΡΙΖΑ. Και εξηγούμαστε.
Η μεταστροφή του ΣΥΡΙΖΑ στον πραγματισμό, αναγνωρίζοντας εν γένει, ότι τα μνημόνια ήταν αποτέλεσμα της κρίσης, τα οποία μας βοήθησαν να αποφύγουμε την χρεοκοπία, αποτελεί ένα βήμα, μισερό, αλλά βήμα. Η διαπίστωση όμως αυτή του κου Χουλιαράκη, δεν απηχεί το σώμα του ΣΥΡΙΖΑ, ούτε καν του εκλογικού του σώματος και όχι μόνο. Ένα μεγάλο τμήμα της ελληνικής κοινωνίας που αγκαλιάζει οριζόντια όλο το πολιτικό φάσμα, ακόμη πιστεύει ότι οι ξένοι μας τύλιξαν σε μια κόλλα χαρτί και μας κλέβουν τα ασημικά και τον πλούτο της χώρας, δανείζοντας μας κάτι δισεκατομμύρια τα οποία όμως τα έφαγαν οι επιτήδειοι! Ασφαλώς υπήρξαν και επιτήδειοι που έφαγαν, αλλά ταυτόχρονα αυτά τα δισεκατομμύρια τροφοδότησαν τον κρατικό προϋπολογισμό της χώρας και το πολιτικό σύστημα έδωσε μισθούς, συντάξεις και παροχές που δεν αντιστοιχούσαν στον παραγόμενο πλούτο της χώρας. Ο κυρίαρχος μύθος με τον οποίο τρέφεται χρόνια τώρα η ελληνική κοινωνία είναι ότι, όλα τελικά ήταν ένα στημένο παιχνίδι και κανένας –ακόμη και ο ΣΥΡΙΖΑ- δεν μπόρεσε να αντιδράσει, λόγω υπέρτερων δυνάμεων των ξένων. Αυτό είναι το κυρίαρχο αφήγημα που αγκαλιάζει οριζόντια την ελληνική κοινωνία και απηχεί το μεγαλύτερο κομμάτι των ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ. Γι αυτό ακόμη ο ΣΥΡΙΖΑ μετά την τραγική διάψευση των προσδοκιών που αφειδώς μοίρασε στους πολίτες, δεν έχει υποστεί δημοσκοπική κατάρρευση. Γιατί ένα κόμμα που είπε τόσα πολλά ψέματα στους ψηφοφόρους, που είπε αυτά και τα αντίθετά τους, που διαψεύστηκε τόσο οικτρά για αυτά που υποσχέθηκε, ακόμη και εάν τα πίστευε πραγματικά, θα έπρεπε να είχε ήδη καταρρεύσει. Τουλάχιστον δημοσκοπικά. Γιατί δεν είναι δυνατόν να εμπιστεύεται μια κοινωνία στην διακυβέρνηση της χώρας, ανθρώπους με παιδαριώδη λογική –αν δεχθούμε την εκδοχή ότι είχαν αυταπάτες-, που δεν έχουν στοιχειώδη γνώση και εμπειρία για να εκτιμήσουν τι μπορούν και δεν μπορούν να κάνουν. Όμως φαίνεται ότι, το νεαρόν της ηλικίας του Τσίπρα και γενικά η αφασία και ο κυνισμός που επιδεικνύουν όλα τα στελέχη της Κυβέρνησης σε κάθε αποτυχία τους και σε κάθε ανάλυση τους που καθημερινά διαψεύδεται, έχουν συμβάλλει στο να κυριαρχήσει σε μεγάλο βαθμό η άποψη ότι, ο ΣΥΡΙΖΑ πίστευε πραγματικά όσα υπόσχονταν και ο σκοπός του δεν ήταν να παραπλανήσει τους έλληνες πολίτες για να υφαρπάξουν την εξουσία, απλά είχαν αυταπάτες, κατά βάθος όμως είναι καλά παιδιά. Όμως και να δεχθούμε αυτήν την εκδοχή των αυταπατών, είναι δυνατόν να υπάρχουν ακόμη πολίτες που επιλέγουν να εμπιστεύονται τις τύχες της χώρας και τις δικές τους, σε ανθρώπους που δεν έχουν ενσυναίσθηση των ευθυνών τους, που δεν παραιτούνται σε απανωτές αποτυχίες τους, που δεν μπορούν να εκτιμήσουν τι μπορούν και τι δεν μπορούν να κάνουν ; Ερώτημα προς απάντηση στο άμεσο μέλλον.
Το πρόβλημα όμως είναι βαθύτερο για την εκδοχή αυτή της λεγόμενης ριζοσπαστικής αριστεράς. Γιατί εάν το πρόβλημα ήταν κάποιες αυταπάτες θα μπορούσαμε να πούμε σήμερα ότι, ο ΣΥΡΙΖΑ εφόσον μέσα από την οδυνηρή εμπειρία των τριών χρόνων, κατάλαβε τα λάθη του, αναθεώρησε και πέρασε στο στρατόπεδο των ευρωπαϊκών προοδευτικών και μεταρρυθμιστικών δυνάμεων. Όμως έχουμε πολλά στοιχεία που δείχνουν ότι, δεν μπορεί να τεκμηριωθεί κάτι τέτοιο. Και ίσως να μην μπορέσει τελικά ο ΣΥΡΙΖΑ να μετεξελιχθεί σε μια δύναμη της σύγχρονης σοσιαλδημοκρατίας, με την σημερινή του μορφή και ηγεσία. Γιατί το βαθύτερο πρόβλημα του ΣΥΡΙΖΑ και των στελεχών του, συνδέεται κυρίως με την μη εμπέδωση βασικών κανόνων και αρχών της δημοκρατίας μας, της αστικής μας δημοκρατίας, όπως υποτιμητικά αναφέρονται κάποια στελέχη του και των κανόνων της οικονομίας της αγοράς. Όμως η αστική δημοκρατία είναι το πολίτευμα που γευόμαστε εμείς και όσες δυτικές κοινωνίες ευημερούν τις τελευταίες πολλές δεκαετίες. Ένα πολίτευμα που εξελίσσεται, αλλάζει, βελτιώνεται. Και μέχρι σήμερα –τουλάχιστον- καμιά κοινωνία δεν έχει ανακαλύψει κάτι καλύτερο. Όσες απόπειρες έγιναν, είτε με την εκδοχή του υπαρκτού σοσιαλισμού, είτε με την εκδοχή των δημοκρατιών λατινοαμερικάνικου τύπου, απέτυχαν παταγωδώς, αποδεικνύοντας την ανωτερότητα του πολιτεύματος της φιλελεύθερης δημοκρατίας. Ο βασικός λοιπόν κορμός των στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ δεν έχει εμπεδώσει ακόμη αυτούς τους κανόνες της δημοκρατίας μας. Η απλοϊκή θεώρηση που κυριαρχεί στην σκέψη τους είναι η εξής. Αφού πήραμε την κοινοβουλευτική πλειοψηφία, μπορούμε να κάνουμε τα πάντα. Αυτό το αίσθημα εκφράστηκε πολλαπλώς στο παρελθόν από πολλά στελέχη του, όταν μιλούσαν ότι έχουν μεν την Κυβέρνηση αλλά δεν έχουν την εξουσία. Για παράδειγμα αυτό εκφράστηκε έντονα στην περίπτωση της πρώτης φάσης της διαδικασίας επιλογής των αναδόχων των τηλεοπτικών αδειών και την αποτυχία της χοντροκομμένης προσπάθειας του ΣΥΡΙΖΑ να ελέγξει το τηλεοπτικό τοπίο. Το είδαμε σε πλείστες περιπτώσεις στην συμπεριφορά και στους χειρισμούς που έκαναν Κυβερνητικά στελέχη, απέναντι σε λειτουργούς και σε αποφάσεις της δικαιοσύνης. Τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ, αλλά και ένα μεγάλο τμήμα των ψηφοφόρων του, θεωρούσαν δεδομένο ότι η Κυβέρνηση εφόσον έχει την πλειοψηφία στην Βουλή, μπορεί να αγνοεί τα ραδιοτηλεοπτικά συμβούλια και τις ανεξάρτητες αρχές. Ακόμη και την δικαιοσύνη. Στην κουλτούρα και στην συνείδηση αυτών των ανθρώπων, δεν περνάει ούτε καν ως υποψία ότι, αυτή η αστική φιλελεύθερη δημοκρατία δεν είναι ένα πολίτευμα μίας αρχής. Έχει θεσμούς, έχει ανεξάρτητη δικαιοσύνη, έχει ανεξάρτητο και αδέσμευτο τύπο, έχει ανεξάρτητες αρχές που ορίζονται διακομματικά. Και όλο αυτό το πλέγμα των θεσμών δρα προστατευτικά και εξισορροπητικά στη δημοκρατία, ώστε κανείς να μην μπορεί να επιβάλλει την θέληση του χωρίς την νομιμοποίηση, όχι μόνο της πλειοψηφίας αλλά και των θεσμών και των οριζόμενων κανόνων. Και αυτό για τον απλούστατο λόγο, να μην μπορεί καμιά εκτελεστική εξουσία να κάνει του κεφαλιού της. Αυτή η διάχυση της πραγματικής εξουσίας σε πολλούς θεσμούς, είναι και το πλεονέκτημα της δημοκρατίας μας. Γιατί υποχρεώνει την κάθε εκτελεστική εξουσία να λειτουργεί με κανόνες που δεν βολεύουν μόνο την πλειοψηφία, όπως θα ήθελαν πολλά στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ. Τελευταία ο κος Τσίπρας μιλώντας για την εξέλιξη της Ευρώπης και της Δημοκρατίας, είπε το εξής : “Πρέπει να σημειώσουμε πόσο καθοριστικό προς μια τέτοια εξέλιξη είναι το να αποκτήσει νέο περιεχόμενο η δημοκρατία, έτσι ώστε από θεσμό που εξισορροπεί συμφέροντα και αποκοιμίζει συνειδήσεις, να μεταβληθεί σε εργαλείο επιβολής της θέλησης των πολλών, σε μοχλό αλλαγής του συσχετισμού δύναμης”. Εδώ
Στα λόγια αυτά βρίσκεται και η ουσία του ελλείμματος εμπέδωσης της ουσίας της δημοκρατίας μας, σε ένα μεγάλο τμήμα στελεχών και ψηφοφόρων του ΣΥΡΙΖΑ. Και εδώ εδράζονται και οι αντιρρήσεις εκείνων που ισχυρίζονται ότι ο ΣΥΡΙΖΑ, δεν μπορεί να μετατραπεί σε ένα πραγματικό σοσιαλδημοκρατικό κόμμα. Γιατί η δημοκρατία αντίθετα με αυτά που λέει ο κος Τσίπρας, είναι ένα σύστημα εξισορρόπησης ταξικών και άλλων συμφερόντων και αντιθέσεων. Διαφορετικά θα ήμασταν μια ζούγκλα. Η Δημοκρατία είναι ένα σύστημα που χωνεύει και εξισορροπεί τις κοινωνικές αντιθέσεις και τις ταξικές διαφορές, μέσα από κανόνες και θεσμούς υπέρ της κοινωνικής προόδου και ολόκληρης της κοινωνίας. Ένα σύστημα που βασίζεται για την νομοθέτηση, ασφαλώς στις αρχές της πλειοψηφίας και μάλιστα σε βασικά θέματα μιας ισχυρής πλειοψηφίας, αλλά και σε μεγάλο βαθμό στην συναίνεση των πολιτικών δυνάμεων για μεγάλα εθνικής σημασίας ζητήματα. Αλλά και σε ορισμένα κοινωνικά θέματα και στο πεδίο των ανθρώπινων δικαιωμάτων και ελευθεριών, η Δημοκρατία θεσπίζει κανόνες και θεσμούς που δεν ορίζονται από καμιά πλειοψηφία, αλλά υπερασπίζονται τις μειοψηφίες, ακόμη και το μεμονωμένο άτομο και τις ατομικές ελευθερίες.
Όσον αφορά την οικονομία, έχουμε πλείστα παραδείγματα που αποδεικνύουν τις αγκυλώσεις και τις ιδεοληψίες πολλών στελεχών του ΣΥΡΙΖΑ. Η εχθρότητα που επιδεικνύει σε κάθε ευκαιρία απέναντι στην παραγωγή πλούτου είναι εμφανής. Ακόμη και όταν ο κος Τσίπρας επισκέπτεται παραγωγικές μονάδες μας υπενθυμίζει ότι δεν μπορεί να είναι πρωταρχικός σκοπός το κέρδος. Και εδώ βρίσκεται το βαθύτερο ιδεολογικό πρόβλημα του ΣΥΡΙΖΑ. Για πολλά χρόνια τα στελέχη του άκουγαν και μάθαιναν ότι ο ιδιωτικός τομέας της οικονομίας, ήταν το απόλυτο κακό και το Κράτος το απόλυτο καλό. Έτσι για όλα τα προβλήματα που απασχολούν μια κοινωνία και μια οικονομία, η αριστερά έχει ως λύση την κρατικοποίηση. Γι αυτό και τα τελευταία τρία χρόνια παρακολουθούμε μια σχετική ισχυροποίηση του Κράτους και την αύξηση των προσλήψεων στο δημόσιο τομέα, όσων βεβαίως τους επιτρέπουν και ευτυχώς τα μνημόνια. Σε βάρος βεβαίως των αναγκαίων αλλαγών και μεταρρυθμίσεων του δημόσιου τομέα. Με την έλλειψη κάθε αξιολόγησης και αξιοκρατίας. Έτσι τουλάχιστον ερμηνεύουν τον Μαρξισμό. Το κέρδος ήταν ο αποδιοπομπαίος τράγος σε κάθε περίπτωση. Δηλαδή αυτό που μαθαίνουν οι πρωτοετείς φοιτητές κάθε οικονομικής σχολής, ότι ο βασικός σκοπός μιας επιχείρησης είναι το κέρδος, -γιατί διαφορετικά δεν επιβιώνει- για τον ΣΥΡΙΖΑ και τα στελέχη του αυτό αποτελούσε το απόλυτο κακό. Αυτή η βαθύτερη εχθρότητα απέναντι στο κέρδος, δημιουργεί αυτόματα καχυποψίες και αισθήματα εχθρότητας απέναντι και στην επιχειρηματικότητα. Αυτό είναι και το βαθύτερο πρόβλημα του ΣΥΡΙΖΑ με την επιχειρηματικότητα. Λέγοντας το απλοϊκά, δεν θέλουν ή δεν μπορούν να κατανοήσουν ότι, το κέρδος είναι αυτό που φέρνει έσοδα στο Κράτος. Η παραγωγή πλούτου είναι η βασική αποστολή του ιδιωτικού κεφαλαίου και της επιχειρηματικότητας και μέσα από αυτήν την παραγωγή, έρχονται έσοδα στο Κράτος μέσα από τους φόρους και έτσι μπορεί το Κράτος να πληρώνει μισθούς και συντάξεις. Να κατασκευάζει Σχολεία και Νοσοκομεία. Να αναδιανέμει αυτόν τον πλούτο προς όφελος των οικονομικά πιο αδύνατων. Αυτά τα απλά πράγματα που τα κατανοεί και ένα παιδί, δυστυχώς δεν μπορούν ή δεν θέλουν να κατανοήσουν τα στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ. Γι αυτό έχουμε και αυτήν την εχθρότητα απέναντι στην επιχειρηματικότητα. Και την καχυποψία της υγιούς επιχειρηματικότητας απέναντι στην Κυβέρνηση του ΣΥΡΙΖΑ και την στασιμότητα στις επενδύσεις και στην δημιουργία νέων θέσεων εργασίας.
Ο αντίλογος λέει. Εντάξει μπορεί ο ΣΥΡΙΖΑ ακόμη να μην έχει εμπεδώσει ακόμη τους κανόνες της δημοκρατίας και της ελεύθερης οικονομίας, αλλά στο κοινωνικό πεδίο υπερασπίζεται των φτωχούς και τους οικονομικά αδύνατους. Και εδώ έχουμε σοβαρή ένσταση. Δυστυχώς και στο κοινωνικό και οικονομικό πεδίο παρότι φαίνεται ότι ο ΣΥΡΙΖΑ είναι υπέρ των φτωχών και των αδυνάτων, οι πολιτικές του σε τελευταία ανάλυση αποδεικνύουν ότι είναι απέναντί τους. Και εξηγούμαι. Αυξάνοντας την φορολογία και τις ασφαλιστικές εισφορές θεωρεί ο ΣΥΡΙΖΑ ότι, έτσι “στριμώχνει” την μεσαία και ανώτερη τάξη και ευνοεί τους φτωχούς, όπως κορδώνονται κάποια στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ, για την ταξική τους πολιτική, τις μέρες που εξαγγέλλουν επιδόματα και κοινωνικά μερίσματα. Όμως κάνοντας δύσκολη τη ζωή της μεσαίας τάξης (γιατί οι πολύ πλούσιοι δεν έχουν καμιά ανάγκη, ούτε ενοχλούνται από τις πολιτικές ΣΥΡΙΖΑ), δυσκολεύουν μεσοπρόθεσμα και τις φτωχότερες τάξεις. Και αυτό γιατί οι φτωχότερες τάξεις ζουν από τις δουλειές κυρίως της μεσαίας τάξης, έτσι όπως είναι διαρθρωμένη η ελληνική οικονομία. Και όταν αυτές οι δουλειές κλείνουν ή περιορίζονται, θα έχουμε ανεργία ή μερική απασχόληση. Αυτό δεν χρειάζεται να έχεις διαβάσει το Κεφάλαιο του Μαρξ για να το καταλάβεις. Και όμως εδώ και τρία χρόνια ο ΣΥΡΙΖΑ δεν το καταλαβαίνει ή δείχνει ότι δεν το καταλαβαίνει. Μοιράζοντας κάποια επιδόματα και το περίφημο κοινωνικό μέρισμα, δεν καταλαβαίνει ότι αυτά πλέον γίνονται αναγκαία, γιατί τα φτωχότερα τμήματα της ελληνικής κοινωνίας οδηγούνται όλο και περισσότερο σε μεγαλύτερη φτωχοποίηση, αλλά και τμήματα της πρώην μεσαίας τάξης οδηγήθηκαν δραματικά και ραγδαία στην φτωχοποίηση τα τρία τελευταία χρόνια.
Αν παραθέσουμε κάποια νούμερα της οικονομικής πολιτικής των τελευταίων τριών χρόνων διακυβέρνησης της χώρας από τον ΣΥΡΙΖΑ, θα διαπιστώσουμε και με την λογική της αριθμητικής ότι, κάθε άλλο από αριστερό πρόσημο έχουν οι ασκούμενες πολιτικές. Ας αναφερθούμε σε κάποια παραδείγματα. Κατά πρώτον όσον αφορά τις Τράπεζες. Από την σκληρή αριστερή θέση της κρατικοποίησης των Τραπεζών, διολίσθησαν στην συνέχεια στην δημιουργία ισχυρού Κρατικού Τραπεζικού Πυλώνα (Δηλώσεις του αντιπροέδρου της Κυβέρνησης Δραγασάκη) και πλέον δεν ξανακούσαμε αυτή την θέση. Επί διακυβέρνησης ΣΥΡΙΖΑ χάθηκαν πάνω από 25 δις. ευρώ που είχαν διατεθεί για την ανακεφαλαιοποίηση των Τραπεζών. Επί ΣΥΡΙΖΑ τα ξένα Funds με 5,5 δις. ευρώ εξαγόρασαν πάνω από 355 δις. ενεργητικού των Τραπεζών. Επί ΣΥΡΙΖΑ χάθηκαν πάνω από 10 δις. ευρώ από τα κέρδη των Κεντρικών Τραπεζών των Κρατών των εταίρων μας και δανειστών, από τα ελληνικά ομόλογα, όπως είχε συμφωνήσει η προηγούμενη επάρατος Κυβέρνηση. Επί ΣΥΡΙΖΑ χάθηκαν (επιστράφηκαν) τα 11 δις. ευρώ που είχαν μείνει στο Ταμείο Χρηματοπιστωτικής σταθερότητας, ως μαξιλάρι για την ανακεφαλαιοποίηση των Τραπεζών. Επί ΣΥΡΙΖΑ το χρέος αυξήθηκε κατά 25 δις. ευρώ και χάθηκαν από το ΑΕΠ της χώρας 15 δις. ευρώ. Όλα αυτά τα νούμερα βέβαια δεν ακούγονται και πολύ αφού δεν έχουν και πολύ αριστερό χρώμα. Μα μην αναφερθούμε στα capital controls που ακόμη μας βαραίνουν όλους εμάς αλλά και την οικονομία.
Ο αντίλογος λέει, εντάξει μπορεί ο ΣΥΡΙΖΑ να αύξησε την φορολογία, αλλά μείωσε την ανεργία. Η αλήθεια βεβαίως είναι ότι η ανεργία μειώθηκε λίγο, αλλά το ερώτημα είναι σε ποιες θέσεις απορροφήθηκε αυτή η ανεργία. Και δυστυχώς τα νούμερα λένε ότι οι θέσεις καλύφθηκαν από μερικώς απασχολούμενους εργαζόμενους με πολύ χαμηλές αποδοχές. Ασφαλώς αυτή η αναδιάρθρωση της απασχόλησης δεν είναι αποτέλεσμα μόνο της πολιτικής ΣΥΡΙΖΑ, αλλά κυρίως της μακροχρόνιας οικονομικής κρίσης. Αλλά ταυτόχρονα δεν αποτελεί και επιχείρημα του ΣΥΡΙΖΑ η μείωση της ανεργίας, όταν στις μέρες του έχουμε αύξηση της μερικής απασχόλησης και των μειωμένων αμοιβών.
Ο αντίλογος βέβαια επιμένει –ως τελευταίο οχυρό- ότι, δεν υπήρχαν εναλλακτικές στις ακολουθούμενες οικονομικές πολιτικές και ο ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορούσε να κάνει κάτι διαφορετικό από αυτά που έκαναν οι προηγούμενοι. Αλήθεια ; Και γιατί έπρεπε να περάσουμε αυτά τα τρία τραγικά χρόνια, εφόσον δεν υπήρχαν εναλλακτικές ; Η μόνο πειστική απάντηση είναι, ότι η διακυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ δεν ήταν αναγκαία, αφού αποδείχθηκε ανίκανη να εκφράσει μια εναλλακτική πολιτική απέναντι στις προηγούμενες. Ίσως η μόνη θετική συμβολή του ΣΥΡΙΖΑ, ήταν τελικά το ξέφτισμα του αντιμνημονιακού αφηγήματος. Όμως, πραγματικά δεν υπήρχαν εναλλακτικές στις πολιτικές που ακολουθήθηκαν αυτά τα οκτώ χρόνια της κρίσης; Ασφαλώς η κρίση του 2007-2009 έφερε την χώρα μας στα πρόθυρα της ανοικτής χρεοκοπίας το 2010, λόγω της θέσης της χώρας μας ως ενός πολύ αδύνατου κρίκου της ευρωζώνης. Ζητήσαμε την βοήθεια των ευρωπαίων εταίρων και μοιραία ήρθαν και τα μνημόνια. Υπήρχε εναλλακτική και αυτή ήταν μόνο μία. Να είχε συναινέσει από την αρχή το πολιτικό σύστημα (και ο ΣΥΡΙΖΑ δηλαδή, αντί να συντάσσεται με τους αγανακτισμένους) και να είχε συντάξει και υλοποιήσει ένα Εθνικό Μνημόνιο, πιο τολμηρό και πιο προωθημένο από αυτό που μας επιβλήθηκε. Ένα πρόγραμμα δηλαδή γραμμένο από εμάς και στηριγμένο από όλες τις βασικές πολιτικές δυνάμεις, έστω και οδυνηρό, που όμως θα μας έβγαζε γρηγορότερα από την κρίση και θα είχαμε λιγότερες απώλειες σε εισοδήματα και συντάξεις. Αυτό δοκιμάσθηκε στην πράξη και επέτυχε σε τρεις χώρες της ευρωζώνης (Ιρλανδία, Πορτογαλία, Κύπρος). Όμως τα περισσότερα κόμματα προτίμησαν τα “Ζάππεια” (ΝΕΑ ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ τα πρώτα δύο χρόνια της κρίσης) και τον αντιμνημονιακό ανένδοτο αγώνα (ΣΥΡΙΖΑ, ΑΝΕΛ) και όποιος επιζήσει. Δυστυχώς αυτά θα πληρώνονται για πολύ καιρό ακόμη.
Κάποιοι από τον ΣΥΡΙΖΑ, επικαλούνται την στήριξη των ευρωπαίων και ιδιαίτερα των ευρωπαίων σοσιαλιστών, προς την Κυβέρνηση Τσίπρα, ως απόδειξη της ευρωπαϊκότητας του. Κατ’ αρχήν, η στήριξη αυτή από τους ευρωπαίους εταίρους μας, αποδεικνύει κυρίως την θέληση τους να κλείσουν την υπόθεση Ελλάδα, ώστε να μπορέσουν να προχωρήσουν σε σοβαρότερα θέματα, που συνδέονται με την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση. Και η Ελλάδα είναι ένα αγκάθι προς την κατεύθυνση αυτή. Επίσης μην γελιόμαστε. Ενδιαφέρονται και για τα δισεκατομμύρια τους που μας δάνεισαν, όπως βεβαίως θα έκανε και κάθε σώφρων άνθρωπος, εάν είχε δανείσει κάποιον δικό του άνθρωπο, τόσα πολλά χρήματα. Άρα είναι λογικό να στηρίζουν μια Κυβέρνηση (ΣΥΡΙΖΑ) που υλοποιεί όπως – όπως μια συμφωνία κατά πρώτον και κατά δεύτερον που διασφαλίζει τα συμφέροντά τους και την επιστροφή των δανεικών που μας έδωσαν στην διάρκεια της κρίσης, για την αποφυγή της ολοσχερούς κατάρρευσης. Αυτό θα το έκαναν προς οποιαδήποτε Κυβέρνηση ήταν στα πράγματα και υλοποιούσε το μνημόνιο. Και μάλιστα με τις λιγότερες κοινωνικές αντιστάσεις.
Όμως ο ΣΥΡΙΖΑ βαρύνεται ακόμη με πολλές λανθασμένες πολιτικές απέναντι στο ευρωπαϊκό οικοδόμημα, οι οποίες δεν έχουν ακόμη αναθεωρηθεί. Από αρχικός αμφισβητίας και ευρωσκεπτικιστής για την Ευρωπαϊκή Ένωση και τους ευρωπαϊκούς θεσμούς, από εθνικιστικές θέσεις, στην συνέχεια καλλιέργησε την αντίθεση Βορά – Νότου. Η θεωρία του ΣΥΡΙΖΑ περί Μετώπου των χωρών του Νότου εναντίον των χωρών του Βορρά, την οποία προσπάθησε να εφαρμόσει μόλις ανέλαβε την διακυβέρνηση της χώρας, λέει με δύο λόγια τα εξής. Οι χώρες του Βορρά λόγω των ισχυρών οικονομιών τους, είναι σε πλεονεκτικότερη θέση σε σχέση με τις χώρες του Νότου, για την αντιμετώπιση της κρίσης και όχι μόνο. Τα πλεονάσματα των χωρών του Βορρά, είναι τα ελλείμματα των χωρών του Νότου, έλεγαν με στεντόρεια φωνή τα οικονομικά τους στελέχη. Ε, και. Αυτό είναι λογικό λόγω των διαφορετικών επιπέδων των οικονομιών και της ανταγωνιστικότητας τους. Υποτίθεται ότι με την θεωρία αυτή ζητούν από τις βόρειες χώρες να βοηθήσουν με τα πλεονάσματα τους, τις φτωχότερες χώρες. Όμως, αυτό γίνεται χρόνια τώρα στην ΕΕ. Οι ισχυρότερες οικονομικά χώρες έχουν μεγαλύτερη συμβολή στους προϋπολογισμούς της ΕΕ και στα ευρωπαϊκά προγράμματα στήριξης των πιο αδύνατων οικονομιών. Η ουσία ήταν άλλη. Ήθελαν ουσιαστικά οι οικονομικοί εγκέφαλοι του ΣΥΡΙΖΑ, να πληρώσουν οι πλούσιες χώρες του Βορρά τις αμαρτίες του πολιτικού συστήματος της Ελλάδας, χωρίς η Ελλάδα να κουνήσει το δακτυλάκι της. Γιατί εάν το 2010 για παράδειγμα η Γερμανία είχε δεχθεί να εκδοθεί ευρωομόλογο, τότε η Ελλάδα θα γευόταν τα γερμανικά επιτόκια, αλλά η ίδια θα παρέμενε και πάλι ο αδύνατος κρίκος της ευρωζώνης, χωρίς καμιά αλλαγή και μεταρρύθμιση. Η θεωρία του Μετώπου του Νότου απέναντι στον Βορρά, αποδείχθηκε τελικά ότι, όχι μόνο δεν βοήθησε την ελληνική υπόθεση, αλλά δεν βοηθά τελικά και την υπόθεση της ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης, η οποία περνά μόνο μέσα από την συναίνεση με τις ισχυρές χώρες του Βορρά. Και οι υπόλοιπες θεωρίες του ΣΥΡΙΖΑ, ότι οι ευρωπαίοι θα έπρεπε να αποδεχθούν κάθε παραλογισμό του ΣΥΡΙΖΑ το πρώτο εξάμηνο του 2015, μόνο και μόνο γιατί ο ΣΥΡΙΖΑ κέρδισε τις εκλογές, αποδείχθηκαν και αυτές φτηνές αυταπάτες, οι οποίες κατέρρευσαν παταγωδώς, με την υπογραφή του 3ου και αριστερού μνημονίου το καλοκαίρι του 2015. Με οδυνηρό τρόπο για την Ελλάδα, αποδείχθηκε ότι ο δρόμος της ευρωπαϊκής σύγκλισης, στον οποίο θα πρέπει να βρίσκεται και η χώρα μας για να έχει οφέλη, περνάει μόνο μέσα από την συνεργασία του Βορρά με τον Νότο, δηλαδή όλων των ευρωπαϊκών Κρατών της ΕΕ. Οι ισχυρές οικονομικά χώρες θα συμβάλλουν περισσότερο, όταν και οι πιο αδύνατες προχωρήσουν στις αναγκαίες μεταρρυθμίσεις και αλλαγές στην οικονομία τους και στο πολιτικό σύστημα, ώστε να γεφυρώνονται προοδευτικά οι διαφορές και οι ανισότητες των χωρών και των κοινωνιών. Δεν υπάρχει δωρεάν γεύμα στην ΕΕ. Κανένας δεν ξέρει σήμερα ποιες είναι οι θέσεις του ΣΥΡΙΖΑ για την ΕΕ και την ευρωπαϊκή ολοκλήρωση και εάν αναθεωρεί όλες τις θεωρίες του που διαψεύστηκαν οικτρά, αφού αυτά τα τρία χρόνια της διακυβέρνησης της χώρας από τον ΣΥΡΙΖΑ, πολιτικό κόμμα πέρα από την ηγεσία του Μαξίμου, ουσιαστικά δεν υπάρχει.
Στο ερώτημα λοιπόν εάν ο ΣΥΡΙΖΑ μπορεί να μετεξελιχθεί σε ένα σοσιαλδημοκρατικό θέμα, η απάντηση είναι : Πρώτα πρέπει να απαντήσει ο ίδιος ο ΣΥΡΙΖΑ εάν θέλει και μετά να δοκιμάσει εάν μπορεί. Και αυτό θα γίνει ασφαλώς μετά τις εκλογές και την στρατηγική ήττα των Κυβερνητικών του επιλογών.