Η πρόσφατη απόφαση της βρετανικής δικαιοσύνης να επιβάλλει στην κυβέρνηση την κοινοβουλευτική οδό για την ενεργοποίηση του άρθρου 50 συνιστά πολιτική ήττα για την Τερέζα Μέι. H πρωθυπουργός υποστήριζε ότι μπορούσε να κινήσει τη διαδικασία εξόδου από την ΕΕ χωρίς την έγκριση της Βουλής.
Ποιος όμως είναι ο αντίκτυπος της δικαστικής απόφασης στο ίδιο το Brexit;
Στη Μεγάλη Βρετανία όλες οι περιφέρειες είναι μονoεδρικές. Από τους 650 βουλευτές, οι 480 υποστήριξαν την παραμονή της Μεγάλης Βρετανίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Την ίδια στιγμή όμως, περίπου 420 εκλογικές περιφέρειες ψήφισαν υπέρ του Brexit. Χαρακτηριστικό παράδειγμα, η έδρα του Εντ Μίλιμπαντ, πρώην αρχηγού των Εργατικών, και υπέρμαχου της συμμετοχής της Βουλής στη διαδικασία εξόδου της χώρας από την ΕΕ. Στις εθνικές εκλογές του 2015, κέρδισε την έδρα με 30 μονάδες διαφορά από το δεύτερο UKIP, αλλά στις 23 Ιουνίου το βόρειο Ντόνκαστερ ψήφισε Leave με ποσοστό 70%. Το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος σηματοδοτεί με δραματικό τρόπο την αδυναμία των βουλευτών να εναρμονιστούν με την κυρίαρχη λαϊκή άποψη στο ζήτημα της Ευρώπης. Κυρίως όμως, υπενθυμίζει τα προκαθορισμένα όρια μέσα στα οποία θα κινηθούν οι βουλευτές, όταν θα κληθούν να κρίνουν τους όρους του Brexit. Δεν υπάρχει απλώς η δεσμευτική εντολή της ψήφου σε εθνικό επίπεδο. Πώς είναι δυνατόν ένας βουλευτής να αγνοήσει την ετυμηγορία της εκλογικής του περιφέρειας, και να ψηφίσει ουσιαστικά την αναίρεση του Brexit;
Προς το παρόν, το δικαστήριο αλλάζει τον δρόμο της εξόδου, χωρίς να σταματάει την έξοδο καθεαυτή. Για να νομιμοποιηθεί ηθικά και πολιτικά η ανατροπή της απόφασης της 23ης Ιουνίου πρέπει να αλλάξουν όσα ισχύουν σήμερα. Μέχρι στιγμής τα μηνύματα της οικονομίας είναι συγκεχυμένα, και δεν συνιστούν την καταστροφή για την οποία μιλούσαν οι οπαδοί του Remain. Η λίρα έχει πέσει, αλλά η απασχόληση βρίσκεται σε επίπεδα ρεκόρ, οι μισθοί δεν έχουν επηρεαστεί, οι τιμές των σπιτιών παραμένουν ψηλές.
Οι υποστηρικτές του Remain εξακολουθούν να προειδοποιούν ότι το αποτέλεσμα του δημοψηφίσματος συνιστά μία εν δυνάμει καταστροφή η οποία θα λάβει χώρα όταν και εφόσον η χώρα εγκαταλείψει την ΕΕ με τη μορφή ενός hard Βrexit. Πριν λίγες μέρες ο υπουργός Οικονομικών έκανε λόγο για μαύρη τρύπα 59 δισ. λίρες στα δημόσια οικονομικά της χώρας την επόμενη πενταετία εξαιτίας του Brexit. Ανεξάρτητοι αναλυτές και ερευνητικά κέντρα υπολογίζουν ότι η συνολική ζημιά θα είναι πολύ μεγαλύτερη, περίπου 100 δις.
Ο Τόνι Μπλερ σε πρόσφατη παρέμβαση του ζήτησε τη διεξαγωγή εθνικών εκλογών ή δημοψηφίσματος, ώστε ο κόσμος να αποφασίσει για το Brexit όταν αυτό θα αποκτήσει, επιτέλους, ξεκάθαρη μορφή.
Από αυτήν την άποψη, η δικαστική απόφαση έχει μεγάλη σημασία για Remainers. Όχι μόνο γιατί τους επιτρέπει να κερδίσουν πολύτιμο χρόνο, αλλά γιατί ουσιαστικά καθιστά ξανά το Brexit διακύβευμα, είτε ενώπιον της βουλής, είτε με προσφυγή στις κάλπες, ενδεχόμενο το οποίο η Τερέζα Μέι εκ των πραγμάτων πλέον εξετάζει. Ανοίγει δηλαδή ένα παράθυρο στους βουλευτές ώστε να επιχειρηματολογήσουν και πάλι ενώπιον της κοινής γνώμης, αυτή τη φορά έχοντας στη διάθεση τους, τους συγκεκριμένους όρους της διαπραγμάτευσης.
Δύο είναι οι σημαντικές ημερομηνίες το επόμενο διάστημα. Την 1η Δεκεμβρίου έχουμε επαναληπτικές εκλογές στο Ρίτσμοντ, την εκλογική περιφέρεια του Ζακ Γκόλντσμιθ, πρώην υποψήφιου δήμαρχου του Λονδίνου. Ο συντηρητικός βουλευτής παραιτήθηκε και διεκδικεί πλέον την έδρα ως ανεξάρτητος, γιατί διαφωνεί με τα σχέδια επέκτασης του αεροδρομίου Χίθροου. Η δική του ιστορία είναι αντίστροφη από εκείνη του Μίλιμπαντ. Ο Γκόλντσμιθ είναι Brexiter, αλλά η εκλογική του περιφέρεια ψήφισε Remain. Οι Φιλελεύθεροι έχουν απευθύνει γενικό προσκλητήριο, ώστε η διαδικασία να εξελιχθεί σε άτυπο δημοψήφισμα κατά του Brexit. Οι Εργατικοί φλέρταραν με την ιδέα να μην διεκδικήσουν την έδρα, δημιουργώντας άτυπο εκλογικό συνασπισμό με τους Φιλελεύθερους, αλλά τελικά κατεβάζουν και εκείνοι υποψήφιο. Ο συμβολισμός ενός καλού αποτελέσματος για τις φιλοευρωπαϊκές δυνάμεις θα είναι ένα ακόμη πλήγμα για την κυβέρνηση.
Μία εβδομάδα περίπου αργότερα, αναμένεται η εκδίκαση της έφεσης κατά της απόφασης της δικαστηρίου. Αν δεν αλλάξει κάτι, τότε μένει να αποσαφηνιστεί πώς ακριβώς το κοινοβούλιο θα εμπλακεί στη διαδικασία. Αν αυτό γίνει με τη μορφή κατάθεσης νομοσχεδίου, θα έχουμε συζήτηση και στα δύο σώματα, κάτι που σημαίνει καθυστέρηση, ενδεχομένως ακόμη και για έναν χρόνο, αφού ο νόμος θα περάσει και από την ξεκάθαρα φιλοευρωπαϊκή Βουλή των Λόρδων, τα μη αιρετά μέλη της οποίας δεν έχουν τις εξαρτήσεις που δεσμεύουν τους βουλευτές με τις εκλογικές τους περιφέρειες.