Τελειώνοντας ο βιολογικός χρόνος συμπαρασύρει μαζί του και το συναισθηματικό φορτίο των γεγονότων.
Κάθε γενιά έχει τις μνήμες της . Αυτές αποτελούνται από αυτές που της έχουν κληροδοτηθεί από τη γενιά των παππούδων και των γονιών αλλά και αυτές που αποκτάει η ίδια ζώντας τα γεγονότα.
Πασχίζουμε να υπερασπιστούμε απέναντι στα παιδιά και τα εγγόνια μας γεγονότα που εμείς ζήσαμε ή μάθαμε απο τους ανιόντες σαν σημαντικά.
Η πραγματικότητα όμως είναι πως τα γεγονότα που πραγματικά μας καθορίζουν είναι αυτά που ζήσαμε.
Έτσι η γενιά μου (γεννημένος το 1955) σημαδεύτηκε από την δικτατορία και απο την αντίσταση ή την εναντίωση σε αυτήν από τους νέους ανθρώπους.
Θα ήταν 1978 όταν ρώτησα τον πατέρα μου, γεννημένο το 1899, τι πολιτική τοποθέτηση είχε κι αυτός μου απάντησε “Είμαι Βενιζελικός”. Τα έχασα. Δεν μπορούσα να τον καταλαβω.
Ο Ελευθέριος Βενιζέλος σημάδεψε την ζωή του τόπου εντελώς χοντρικά από το 1910 μέχρι το 1930.
Από το 1930 μέχριτο1978 που έγινε αυτή η συνομιλία είχαν περάσει 48 χρόνια.
Από πτώση της Χούντας το 1974 μέχρι σήμερα έχουν περάσει 39 χρόνια. Αν σε αυτά προσθέσουμε και τα 7 χρόνια της δικτατορίας έχουμε 46 χρόνια. Όσα χώριζαν εμένα από τις μνήμες του πατέρα μου.
Με άλλα λόγια όσοι είναι κάτω από 50 σήμερα αντικειμενικά αδυνατούν να συμμετέχουν στο συναισθηματικό φορτίο που μοιραζόμαστε οιμεγαλύτεροι, όπως κι εγώ δεν μπορούσα να συμμετέχω στην αφήγηση του πατέρα μου.
Η Χούντα όμως εκτός από την βίαιη κατάλυση της Δημοκρατίας πυροδότησε μια έντονη συναισθηματική αντίδραση η οποία στην αρχή στηρίχθηκε στην τραγωδία της Κύπρου. Η πορεία προς την Αμερικάνικη πρεσβεία τα πρώτα χρόνια της μεταπολίτευσης ήταν κατανοητή και αποδεκτή ακόμα και από αυτούς που δεν κατέβαιναν στην πορεία του Πολυτεχνείου.
Η μεγαλύτερη πανουργία της γενιάς μας ήταν η μύηση των νεώτερων γενεών στην πολιτική με αναφορές σε ένα ένδοξο παρελθόν που λογικά δεν τους αφορούσε το οποίο επιπλέον δεν προστατέψαμε από την υπερκατανάλωση.
Υιοθέτησαν έτσι οι νεώτεροι μια αντιληψη της πραγματικότητας αποκομμένης από τον έξω κόσμο και τις κοσμογονικές αλλαγές που συντελούνται, έχοντας σαν συνεκτικούς μύθους την προσπάθεια του λαού απέναντι σε εξωτερικούς εχθρούς, με βασικότερο τον ιμπεριαλισμό και το Πολυτεχνείο στον πυρήνα του καθαγιασμού της αντίληψης αυτής, λόγω των νεκρών του.
Το αφήγημα αυτό συντηρήθηκε ευλαβικά και αντί να διδαχθεί κριτικά, αποδίδοντας τον έπαινο όπου πρέπει αλλά και ομολογώντας την αλήθεια ότι δεν αντιστάθηκε όλος ο λαός.
Το αφήγημα αυτό χρησιμοποιήθηκε ξανά και ξανά, το είδαμε άλλωστε στα συνθήματα της πάνω και κάτω πλατείας αλλά και στην μαζική πλάνη του 2015.
Είναι όμως ισχυρό και ανανεώνεται συχνά πυκνά, με διάφορες αφορμές και προσφέρεται προς κατανάλωση στις επόμενες γενιές. Μερικες φορές μάλιστα, τους ωθούμε στο να κάνουν άλματα προς τα πίσω στο χρόνο.
Όταν είδα τους νεολαίους του ΣΥΡΙΖΑ να πηγαίνουν κάμπινγκ στο Βίτσι Γράμμο πέραν της γελοιότητος ένιωσα θλίψη για αυτά.
Αντί να κοιτάζουν μπροστά προσπαθούννα ορίσουν το μέλλον κοιτάζοντας πίσω.
Όπως όμως έκαναν και με εμάς που περάσαμε απο την Αριστερά οι παλιοί σύντροφοι. Η ένταξή μας πήρε χαρακτηριστικά προσκόλλησης σε ένα παρελθόν, χωρίς να μας δίνεται η ευκαιρία να το δούμε κριτικά.
Τη ίδια θλίψη νοιώθω όμως όταν ακούω νέα παιδιά απο το χώρο της ΝΔ ή του ΠΑΣΟΚ να φοράνε το λεκτικό ενδυμα των γεροντότερων που στην ουσία τους κρατάνε καθηλωμένους.
Γιατί ένας νέος που αναζητάει μια σύγχρονη προοπτική να πρέπει να ομνύει στον Ανδρέα Παπανδρέου ή στον Κωνσταντίνο Καραμανλή;
Άλλο ιστορική προσέγγιση και άλλο κατήχηση.
Κατά τη γνώμη μου το ζήτημα δεν είναι ιδεολογικό.
Είναι καθαρά πολιτισμικό.
Έχει να κάνει με το πως προετοιμάζουμε σαν κοινωνία τους νέους να πάνε παρακάτω ξεπερνώντας μας και γιατί όχι κριτικάροντάς μας.
Γιατί μόνο έτσι μπορούν να εντάξουν το παρελθόν σαν γνώση στην αντίληψη του κόσμου τους. Η άγνοια της ιστορίας από τους νέους οφείλεται στην στείρα και πομπώδη αναφορά στο παρελθόν.
Η Αριστερά χρησιμοποίησε τον ιδιο τρόπο.
Δεν χρειάζεται να οδηγηθούν σε πατροκτονία. Αρκεί να τους εφοδιάσουμε με τις δεξιότητες αλλά και τις αντιλήψεις που χρειάζονται για να ανοιχτούν στον κόσμο, που σήμερα δεν είναι η μικρή και έντιμος Ελλάς αλλά ολόκληρος ο πλανήτης.
Όσο για τις ένδοξες στιγμές τυχεροί θα είμαστε αν δεν μας κοιτάξουν με θλίψη ή θυμό και έχουν την ευγένεια να μην μας πουν κατάμουτρα “Μπαμπά, Παππού, μπράβο για ότι έκανες αλλά δεν αφορά τη δικη μου ζωή”.