Η σημερινή κυβέρνηση δεν μπορεί να διαχειριστεί τα προβλήματα της χώρας, όχι απλά εντός της Ευρώπης, αλλά ούτε εντός του πλανήτη. Χρέος, συμφωνία με τους δανειστές, παραμονή στο ευρώ, μεταναστευτικό, παιδεία, ανάπτυξη αποτελούν γι αυτήν πρωτόγνωρα και δυσεπίλυτα προβλήματα που απαιτούν πείρα, γνώση, ικανότητες διαπραγμάτευσης και διάθεση για οργανωμένη, σκληρή δουλειά, δηλαδή στοιχεία που δεν διαθέτει. Ιδεολογικές αγκυλώσεις, φυσική ανικανότητα και κυρίως έλλειψη στοιχειωδών γνώσεων την οδηγούν στην μια γκάφα πίσω από την άλλη και στην διατύπωση θεωριών συνομωσίας που προκαλούν την οργή ακόμα και των υποστηρικτών της. Η αποσυσπείρωση έχει ήδη αρχίσει. Ολοένα και μεγαλύτερο ακροατήριο αντιλαμβάνεται ότι ο ΣΥΡΙΖΑ δεν είχε πραγματικό σχέδιο για τα ζητήματα της διαπραγμάτευσης και στα υπόλοιπα είχε «σχέδιο» αλλά πολύ επιζήμιο για τη χώρα και την ευρωπαϊκή της προοπτική.
Αδυνατώντας να παρουσιάσει ένα σοβαρό, συνεκτικό και κοστολογημένο πρόγραμμα μεταρρυθμίσεων και να δει την πραγματικότητα στο φορολογικό, τη ρευστότητα, τις ιδιωτικοποιήσεις, τα εργασιακά και το ασφαλιστικό σέρνει εδώ και τρεις μήνες τη χώρα σε ένα γαϊτανάκι διαπραγματεύσεων με τρόπο που την απομονώνουν από ολόκληρο τον κόσμο και την καθιστούν ιδιαίτερα ευάλωτη διεθνώς. Ταυτόχρονα, η εσωτερική οικονομία καταστρέφεται, το κράτος κάνει στάση πληρωμών προς τους ιδιώτες και μετά βίας μπορεί ακόμα να πληρώνει μισθούς και συντάξεις. Η μεταφορά πόρων από ΟΤΑ, ΑΕΙ, ταμεία, νοσοκομεία κλπ. για την εξυπηρέτηση άμεσων αναγκών δημιουργούν εικόνα πτώχευσης και διάλυσης. Και ο κόσμος το βλέπει και ανησυχεί. Η κοινή γνώμη μεταστρέφεται. Η «αξιοπρέπεια» δεν τρώγεται, άσε που στην πραγματικότητα είναι απλός εξευτελισμός.
Στη Δικαιοσύνη φαίνεται ότι το μόνο σχέδιο ήταν η αποφυλάκιση του Σάββα Ξηρού για να ικανοποιηθούν μια χούφτα «δικαιωματιστές», αλλά ταυτόχρονα να εξοργιστούν οι μόνοι υποστηρικτές της χώρας, οι Αμερικάνοι. Και είναι απορίας άξιο πως ο πρωθυπουργός δεν μπόρεσε να επιβάλει μια αναβολή ολίγων μηνών στην αποφυλάκιση του ισοβίτη, μέχρι δηλαδή να ξεκαθαρίσει το ευρωπαϊκό τοπίο. Φαίνεται ότι οι συνιστώσες μπορούν να του επιβάλλουν πολιτικές ακόμα και αν αυτές είναι ιδιαίτερα επιζήμιες για τη χώρα.
Στη Δημόσια Διοίκηση φαίνεται πως το μόνο σχέδιο ήταν η κατάληψη των θέσεων ευθύνης από τα δικά τους παιδιά. Καμία μεταρρυθμιστική πολιτική δεν διαφαίνεται στον ορίζοντα καμιά βελτίωση της καθημερινότητας του πολίτη. Η έλλειψη ρευστότητας δεν αρκεί για να δικαιολογήσει την πλήρη απραξία. Οι διορισμοί που υποσχέθηκαν καθίστανται αδύνατοι, η πολιτική ανεξιθρησκία ήταν λόγια του αέρα, η προστασία των συντεχνιών εξοργίζει τους πολίτες, οι συνδικαλιστές ήδη αποστασιοποιούνται προ του κινδύνου να εκτεθούν. Η επαναφορά στον παλιό καλό καιρό απομακρύνεται.
Στην Παιδεία φαίνεται ότι το σχέδιο ήταν η αντιμεταρρύθμιση, η καταστροφή μικρού αλλά ιδιαίτερα ευαίσθητου μέρους του νόμου 4009/2011 και φυσικά των Πρότυπων Πειραματικών Σχολείων. Η διάλυση των Συμβουλίων Διοίκησης των ΑΕΙ οδηγεί τις ανώτατες σχολές στην απομόνωση από το παγκόσμιο εκπαιδευτικό γίγνεσθαι. Η επαναφορά της ψήφου των φοιτητών ως καθοριστικού παράγοντα ανάδειξης πρυτανικών αρχών και η κατάργηση της ηλεκτρονικής ψηφοφορίας δίνουν πρωτεύουσα θέση στη συναλλαγή και την κομματοκρατία και ανοίγουν το δρόμο στην επικράτηση των μειοψηφιών μέσω της βίας. Όλα αυτά μαζί με την ακύρωση των ΠΠΣ και την αποδιοργάνωση του Λυκείου, χωρίς καμία ολοκληρωμένη αντιπρόταση, μαρτυρούν ότι η κυβέρνηση έχει πρόβλημα με τη σύγχρονη εκπαίδευση και έχει αποφασίσει να την καταστρέψει. Η προ τριακονταετίας κυρίαρχη άποψη, στο χώρο της εναλλακτικής Αριστεράς, περί Παιδείας ως Ιδεολογικού Μηχανισμού του Αστικού Κράτους που αναπαράγει τις ταξικές ανισότητες φαίνεται να μετατρέπεται σε κυβερνητική πολιτική σε μια χώρα της ΕΕ το 2015. Αναμενόμενο, αλλά πάντα εξοργιστικό.
Στο Μεταναστευτικό, το άνοιγμα των συνόρων με ταυτόχρονη παντελή έλλειψη φροντίδας για τους πρόσφυγες και τους μετανάστες φαίνονται ότι αποτελούν σχέδιο εξαθλίωσης παρά συνδρομής. Η προστασία των ανθρώπινων δικαιωμάτων και η σωτηρία των κατατρεγμένων έχουν ως προαπαιτούμενο την ασφάλεια τόσο των γηγενών όσο και των ξένων. Και αυτή δεν επιτυγχάνεται με ευχολόγια συμπόνιας αλλά με δραστικές πολιτικές περίθαλψης και ενσωμάτωσης οι οποίες ως είναι φυσικό απουσιάζουν. Και είναι και πάλι απορίας άξιο πως ένα Αριστερό κόμμα δεν έχει ιδέα για το πώς θα διαχειριστεί στοιχειωδώς ένα ζήτημα για το οποίο επί πολλά χρόνια κατήγγειλε τις προηγούμενες κυβερνήσεις. Πως οι ανθρωπιστικές ρετσέτες έκρυβαν τόση αναλγησία, τόση ανευθυνότητα.
Η πραγματικότητα είναι πολύ σκληρή και θρυμματίζει πολύ εύκολα την όποια μετεκλογική ευφορία. Τα θέματα επιβίωσης, περίθαλψης και ασφάλειας είναι πολύ ψηλά στην ατζέντα των πολιτών που σήμερα βλέπουν ότι η αντιμνημονιακή ρητορική αδυνατεί να διευθετήσει. Το κλίμα αλλάζει με ταχύτατους ρυθμούς. Οι πολίτες μπορεί να είναι απελπισμένοι ή και ευκολόπιστοι αλλά ηλίθιοι δεν είναι. Καταλαβαίνουν ότι αυτό που περίμεναν ως Ελπίδα είναι πολύ χειρότερο από αυτό που έφυγε. Τους βάζει σε μονοπάτια επικίνδυνα, τους οδηγεί στην πλήρη ανασφάλεια ή ακόμα και στην καταστροφή. Και το μόνο εύκολο είναι να χρεώσουν όλα τα δεινά στην κυβέρνηση έστω και αν απεχθάνονται τους εταίρους ? δανειστές. Γιατί αυτοί είναι μακρυά, ενώ οι άλλοι δίπλα τους και μιλάνε δυστυχώς πολύ και άστοχα.
Γι’ αυτό και στα κυβερνητικά επιτελεία φαίνεται να ωριμάζει η ιδέα της διαφυγής μέσω μιας εκλογικής διαδικασίας, πράγμα απολύτως έντιμο. Ο ΣΥΡΙΖΑ δεν μπορεί να κυβερνήσει υπό το καθεστώς ενός τρίτου μνημόνιου και μιας νέας επιτήρησης και δημοσιονομικής προσαρμογής ίσως σκληρότερης λόγω και της σημερινής κατάστασης της χώρας. Και είναι απολύτως θεμιτό αυτό. Από την άλλη δεν έχει ούτε τα κότσια αλλά ούτε και την εντολή να διακινδυνεύσει μια έξοδο από το ευρώ με ολέθριες συνέπειες για την καθημερινότητα των πολιτών την οποία υποτίθεται ότι ήθελε να βελτιώσει. Συνεπώς, είναι πολύ λογικό να σκέφτεται να αποχωρήσει από την εξουσία συντεταγμένα μέσω εκλογών δηλώνοντας αδυναμία να υπηρετήσει πολιτικές που κανένα μα κανένα στέλεχος και μέλος του δεν πιστεύουν. Η εξουσία, σε δημοκρατικά πολιτεύματα, είναι γλυκιά όταν υπάρχει ρευστότητα, ασφάλεια και ευημερία. Λαϊκή αποδοχή. Ειδικά, για ένα αριστερό κόμμα, όταν μπορεί να κάνει large κοινωνική πολιτική. Αν είναι να έχει απέναντι τον κόσμο όλο, εντός και εκτός, η εξουσία μετατρέπεται σε βραχνά, σε άχθος. Σε επικίνδυνο άθλημα.
Το ζήτημα είναι ποιος θα τον διαδεχτεί. Οι νέες εκλογές είναι αδύνατον να αναδείξουν ισχυρή μονοκομματική κυβέρνηση. Η ΝΔ του κ. Σαμαρά και το ΠΑΣΟΚ του κ. Βενιζέλου ακόμα και αν κληθούν να συγκυβερνήσουν και πάλι θα έχουν ελάχιστη επί της ουσίας λαϊκή νομιμοποίηση. Οι συνταγές τους είναι δοκιμασμένες και εξόχως αποτυχημένες και η διαφαινόμενη αποτυχία του ΣΥΡΙΖΑ είναι αδύνατο να τις δικαιώσει. Οι ηγεσίες τους είναι βαθιά απαξιωμένες στη συνείδηση των πολιτών. Γι αυτό απαιτείται ένα πολύ ευρύτερο μέτωπο που φυσικά θα περιλαμβάνει και το ΠΟΤΑΜΙ. Αν τα παλιά κόμματα έχουν σήμερα ένα καθήκον είναι να αλλάξουν αμέσως τις ηγεσίες τους και να διαμορφώσουν τις πολιτικές τους πάνω στις απαιτήσεις των καιρών. Η χώρα έχει ανάγκη από μια φιλελεύθερη δεξιά και ένα προοδευτικό κέντρο. Από μια κυβέρνηση νέων αλλά και έμπειρων φιλελεύθερων και αριστερών πολιτικών με γνώσεις και οράματα. Δεν ψάχνουμε το ιδανικό, αλλά το σχήμα που μπορεί να μας ξελασπώσει τα επόμενα χρόνια. Μια κυβέρνηση αρίστων πολιτικών και όχι αρίστων αλλά αδαών. Κάποιοι πρέπει να μπουν στο περιθώριο, κάποιοι πρωτοκλασάτοι να κάτσουν στις πίσω θέσεις, να υποβαθμιστούν οι μικροκομματικές διαφορές και ο ορθολογισμός να γίνει η αιχμή του δόρατος.
Μια τέτοια πολιτική μεθόδευση είναι η τελευταία μας ευκαιρία να παρακολουθήσουμε την Ευρώπη που σε λίγα χρόνια θα έχει φύγει πολύ μπροστά. Να αντιμετωπίσουμε με γνώση το μεταναστευτικό που αναμένεται να είναι το πρόβλημα της επόμενης δεκαετίας. Να διαχειριστούμε με ασφάλεια τις γεωπολιτικές ανακατατάξεις στη γειτονιά μας προς δικό μας όφελος. Να κοιτάξουμε στα μάτια την Τουρκία που συνεχώς δυναμώνει και ρίχνει τη σκιά της στην περιοχή. Να προσελκύσουμε διεθνή κεφάλαια που θα συμβάλλουν στην ανάπτυξη και την ευημερία. Να εγκαταστήσουμε ένα πραγματικό κράτος δικαίου. Να αποδυναμώσουμε την επέλαση ακραίων ιδεολογιών μίσους και βίας. Και το σημαντικότερο να μπούμε σε ένα δρόμο αλλαγής της τριτοκοσμικής νοοτροπίας που μας καταδυναστεύει.
Η Ελλάδα σήμερα αναζητά την ευρωπαϊκή της ταυτότητα όσο ποτέ.