Μήπως να δώσουμε τα μουσεία μας στους Ιάπωνες;

Πέτρος Παπασαραντόπουλος 29 Αυγ 2012

Στη διάρκεια του καλοκαιριού προσπάθησα, με πλήρη αποτυχία, να αποτοξινωθώ από το πολιτικό γίγνεσθαι. Στα πλαίσια αυτής της αποτοξίνωσης, αποφάσισα να επισκεφτώ την Αρχαία Ολυμπία, στα τέλη Ιουλίου. Καταγράφω τις εντυπώσεις μου.

.

Ο αρχαιολογικός χώρος εντυπωσιακός και υποβλητικός. Οι πληροφορίες αξιοσημείωτα επαρκείς. Εκατοντάδες ξένοι τουρίστες, κυρίως Αμερικανοί, από κρουαζιερόπλοια που είχαν συμπεριλάβει στο πρόγραμμά τους επίσκεψη στην Αρχαία Ολυμπία. Ατέλειωτες ουρές στα εισιτήρια, όπου ένας και μοναδικός υπάλληλος πάσχιζε να εξυπηρετήσει τους επισκέπτες που περίμεναν υπομονετικά στο λιοπύρι.

.

Επίσκεψη στο Αρχαιολογικό Μουσείο. Ρωτάω εάν υπάρχει κάποιος οδηγός ηλεκτρονικής ξενάγησης, όπως συμβαίνει σε όλα τα σοβαρά μουσεία του κόσμου, και εισπράττω αρνητική απάντηση. Στο καλά οργανωμένο, από άποψη εκθεμάτων, και εντυπωσιακό μουσείο, σε μια γωνιά μαζεμένοι οκτώ νεαροί φύλακες. Απολύτως αδιάφοροι για τους επισκέπτες, συζητούν υψηλόφωνα, σαν σε ρούγα της γειτονιάς, για τη βραδινή τους έξοδο. Μία νεαρή φύλακας εντοπίζει ένα μικρό σκουπίδι και το μεταφέρει με το πόδι της στην έξοδο, σα να είναι μπάλα ποδοσφαίρου. Το πωλητήριο αντικειμένων, βασική πηγή εσόδων σε όλα τα σοβαρά μουσεία του κόσμου, στεγαζόταν σε ένα χώρο 10 τετραγωνικών μέτρων, με ελάχιστα αντικείμενα προς πώληση. Δεν υπάρχει τίποτα σοβαρό να αγοράσουμε, σχολίασε ένα ζευγάρι Αμερικανών.

.

Φεύγοντας από το μουσείο, παρατήρησα ένα εξαιρετικά καλόγουστο κτίριο, με την ένδειξη πωλητήριο εκθεμάτων. Κλειστό, άδειο και κατασκονισμένο…

.

Σε ένα άλλο μουσείο, για τους Ολυμπιακούς Αγώνες στην αρχαιότητα, η κατάσταση ήταν ακόμα χειρότερη. Δέκα μεσήλικες φύλακες στην είσοδο, κουτσομπόλευαν και παραπονιόνταν για τις περικοπές μισθών. Όταν μπήκαν ξένοι τουρίστες, δεν ήξεραν ούτε λέξη αγγλικά για να τους εξηγήσουν το αντίτιμο του εισιτηρίου. Money, money, επαναλάμβαναν στερεότυπα. Το Μουσείο έκλεινε στις 2 το μεσημέρι, στην καρδιά της περιόδου. Στο μεταξύ, οι Αμερικανοί συνέχιζαν να έρχονται κατά εκατοντάδες…

.

Λίγες ημέρες αργότερα διάβασα την ακόλουθη είδηση: Η Αρχαιολογική Υπηρεσία Σάμου αρνείται να εγκρίνει την 1 ώρα υπερωρία που ζητούν τουριστικοί πράκτορες την ερχόμενη Δευτέρα το απόγευμα, για το Μουσείο Σάμου και τον αρχαιολογικό χώρο του Ναού της Ήρας, κατόπιν παράκλησης χιλιάδων Γερμανών τουριστών που φτάνουν στο νησί με το πρώτο γερμανικό κρουαζιερόπλοιο, παρά το γεγονός ότι οι Γερμανοί τουρίστες ζητούν να πληρώσουν οι ίδιοι το κόστος υπερωρίας των υπαλλήλων.

.

Η χαριστική βολή ήταν τις ημέρες του δεκαπενταύγουστου, όταν επιχείρησα να επισκεφτώ τον ιστορικό Πύργο της Ουρανούπολης, σήμα κατατεθέν της περιοχής, για τον οποίο το ελληνικό κράτος δαπάνησε σημαντικά ποσά για αναστήλωση και μετατροπή του σε μικρό μουσείο. Λόγω γραφειοκρατικών εμπλοκών στην πρόσληψη εποχιακών υπαλλήλων, ο Πύργος της Ουρανούπολης παραμένει κλειστός από τον Μάιο του 2011.

.

Ανάλογη είναι η κατάσταση σε όλους σχεδόν τους αρχαιολογικούς χώρους. Όπως χαρακτηριστικά γράφει ο Μιχάλης Δουλγερίδης (ΤΑ ΝΕΑ 24 Αυγούστου), «ένας κλειστός μυκηναϊκός τάφος στην Ιθάκη, πριν από εβδομάδες, έγινε θέαμα για έξι αλλοδαπούς τουρίστες και δύο έλληνες περιηγητές, που περίμεναν “τον υπεύθυνο να επιστρέψει από προσωπική υπόθεση”. Ο -εξαιρετικός- αρχαιολογικός χώρος της Νικόπολης, στην Πρέβεζα, έμεινε κλειστός σε ημέρα αιχμής επειδή οι αρχαιοφύλακες είχαν σύσκεψη».

.

Συνδυάζοντας αυτά τα απαράδεκτα που συμβαίνουν με τα μουσεία μας και τους 250 αρχαιολογικούς χώρους που έχουμε στην Ελλάδα, θυμήθηκα τη ρηξικέλευθη πρόταση που είχε κάνει πριν από 21 χρόνια στην Ιταλία ο Ουμπέρτο Έκο, απηυδισμένος από παρόμοιες καταστάσεις στη χώρα του: Να δώσουμε τα μουσεία σε Ιάπωνες διαχειριστές, είχε προτείνει ο Έκο, προκαλώντας θύελλα αντιδράσεων.

.

.

Ο Έκο τεκμηριώνει την πρότασή του, (Τον Αύγουστο δεν υπάρχουν Ειδήσεις, Εκδόσεις Παρατηρητής, 1993) ως ακολούθως:

.

«Γι’ αυτό και ξαναθυμήθηκα την ιδέα του Μπαττίστι. Μια και ορισμένες δημόσιες υπηρεσίες παραχωρούνται σε ιδιώτες και γίνονται σκέψεις να πουληθούν κάποιες προβληματικές εταιρείες, γιατί να μη δώσουμε τα ιταλικά μουσεία να τα διαχειρίζονται οι Ιάπωνες; Τα έργα δε βγαίνουν έξω από το εθνικό έδαφος και παραμένουν ιδιοκτησία του κράτους, το οποίο χάνει εκείνες τις ελάχιστες εισπράξεις, αλλά εξοικονομεί εκατομμύρια από αμοιβές προσωπικού, συντήρησης και αποκατάστασης, και παράλληλα θα εισπράττει ένα ποσοστό.

.

Τα μουσεία θα λειτουργούν, θα διαθέτουν φύλακες και οδηγούς ευγενικούς και μορφωμένους (θαυμάσια δουλειά “part time” για φοιτητές και νεαρούς πτυχιούχους!), ο κόσμος θα πληρώνει ευχαρίστως το ισόποσο ενός εισιτηρίου για τον κινηματογράφο με σκοπό να περάσει ένα απόγευμα γεμάτο ανακαλύψεις (μια και τα μουσεία θα εκθέτουν κατά διαστήματα και τους θησαυρούς που κείτονται από αιώνες στα υπόγειά τους), περνώντας από τους διαδρόμους στις αίθουσες προβολής, στα καταστήματα και στα μπαρ-ρεστοράν. Κι ακόμη, τα παιδιά θα έχουν στη διάθεσή τους (όπως συμβαίνει σε πολλές χώρες) ένα εργαστήριο, στο οποίο, παίζοντας, θα μαθαίνουν τα μυστικά του χρώματος και της προοπτικής. Εξάλλου, τώρα πια υπάρχουν παντού εκείνες οι οθόνες που σου αφηγούνται τα πάντα σχετικά με τα διάφορα έργα και την ιστορία τους… Μια γιορτή και μια σωστή εμπορική δουλειά για όλους».

.

.

Η ιδέα του Εουτζένιο Μπαττίστι, ενός μεγάλου ιστορικού της τέχνης στην Ιταλία, στην οποία αναφέρεται ο Έκο, είχε διατυπωθεί το 1967, με αφορμή την αδυναμία του ιταλικού κράτους να αντιμετωπίσει τα εκρηκτικά προβλήματα στη Βενετία. «Να πουλήσουμε τη Βενετία στους Αμερικάνους». Αφού η Βενετία βουλιάζει κι εμείς δεν είμαστε ικανοί να τη σώσουμε, ας την πουλήσουμε σε κείνους που ξέρουν να λύσουν το πρόβλημα.

.

 

.

Ο Ουμπέρτο Έκο προχωράει ένα ακόμα βήμα το συλλογισμό του:

.

«Μερικοί εκφράσανε την άποψη ότι θα άξιζε τον κόπο να δημιουργήσουμε στα μουσεία μας ακόμη κι εκείνα τα σημεία πωλήσεως “κακόγουστων” αντικειμένων, σαν αυτά που υπάρχουν, για παράδειγμα, στο Μητροπολιτικό Μουσείο της Νέας Υόρκης. Δεν πρόκειται όμως, καθόλου, για “κακόγουστα” αντικείμενα, ούτε για “αμερικάνικα κόλπα” μια και το ίδιο γίνεται στο Λούβρο ή τα μουσεία της Οξφόρδης.

.

Σε μια έρευνα που ξεκίνησε με πρωτοβουλία της IBM και με αντικείμενο τη διατήρηση και εκμετάλλευση της πολιτιστικής κληρονομιάς[i] είχαμε χαρακτηρίσει αυτές τις δραστηριότητες “καλλιεργημένο merchandising”. Το μουσείο πουλάει βιβλία (θαυμάσια σε ποιότητα), καλά σλάιντς, βοηθητικό διδακτικό υλικό. Τα αντίγραφα δεν είναι γύψινοι Δαβίδ ή Παναγίτσες σε γυαλί με χιόνι να πέφτει όταν τις κουνάς, αλλά διάφορα αντικείμενα φτιαγμένα με πολλή φροντίδα και πιστότητα κι όταν συνοδεύονται από κουτιά με puzzles, νομίζω πως παιδιά και ενήλικες μπορούν να ωφεληθούν διασκεδάζοντας, καθώς θα συνθέτουν ένα ολλανδικό τοπίο, ενώ ταυτόχρονα θ’ ακολουθούν τη λογική των χρωμάτων, των αποχρώσεων και του σχεδίου».

.

.

.

.

.

.

.

.

.

 

.

.

.

Μήπως πραγματικά αξίζει τον κόπο να συζητήσουμε σοβαρά αυτήν την ιδέα; Στην Ιταλία, φαίνεται ότι την έχουν βάλει σε εφαρμογή. Όπως επισημαίνει ο Δουλγερίδης, «Ο επιχειρηματίας Ντιέγκο Ντέλα Βάλε προσφέρει 25 εκατ. ευρώ για την αποκατάσταση του Κολοσσαίου. Και ο Δήμος της Βενετίας γεμίζει τη Γέφυρα των Στεναγμών με διαφημίσεις της Bulgari για να βγάλει τα έξοδα εξωραϊσμού.».

.

Ιδού πεδίο δόξης λαμπρό για τους εθνολαϊκιστές που είναι πάντα έτοιμοι να καταγγείλουν ένα νέο ξεπούλημα της πατρίδας και μια εθνική προδοσία.

.

.


.

.

[i]. Ο Έκο αναφέρεται στη μελέτη του Πολιτιστικά κοιτάσματα που κυκλοφόρη­σε από τις εκδόσεις Παρατηρητής, (Θεσσαλονίκη, 1992).

.

.

.