Μήπως μισούν τους εργαζόμενους;

Κώστας Κούρκουλος 13 Σεπ 2017

Θα ξεκινήσουμε με τα αυτονόητα: Η σύγχρονη Ελλάδα, λόγω της ιστορικής της καθυστέρησης, δεν διέθετε τις κοινωνικές πραγματικότητες της Δύσης. Όπως λοιπόν είχε επισημάνει η Μιμίκα Κρανάκη («Διαβάζοντας τον Φρόιντ», εκδόσεις «Εστία»), συνέπεια αυτής της απουσίας, είναι το εξής παράδοξο: Η εισαγωγή στη χώρα μας, δίκην «νεοαποικιακού ιδιώματος», εξωτικών εννοιών και γλωσσικών όρων, που δεν αντιστοιχούν σε εγχώριες πραγματικότητες. Και, ως χαρακτηριστική περίπτωση, είχε επισημάνει την «εισαγωγή» του μαρξιστικού όρου «βιομηχανικό προλεταριάτο», προτού αυτό υπάρξει, αφού δεν υπήρχε καν βιομηχανία.

Και αυτό έγινε γιατί η εγχώρια μαρξογενής αριστερά, προκειμένου να επιβεβαιωθεί η θεωρία, είχε ανάγκη από το βιομηχανικό προλεταριάτο, ως δήθεν «ιστορικό υποκείμενο». Ελλείψει λοιπόν τέτοιου «υποκειμένου», έπρεπε να εφευρεθεί το υποκατάστατό του.

Και το υποκατάστατο εφευρέθηκε. Είναι οι σιτιζόμενοι στο δημόσιο (στενό και ευρύτερο) οι οποίοι, στις φαντασιώσεις της δικής μας αριστεράς, έλαβαν τη θέση του υποκειμένου για την κοινωνική αλλαγή. Ενώ αυτό ήταν αδύνατον να συμβεί, κατά τον ίδιο τον Μαρξ. Διότι, όπως με σαφήνεια εξήγησε, η δημοσιοϋπαλληλική γραφειοκρατία είναι μία «τεχνητή κάστα» ή ακόμη χειρότερα, ένα «…φρικιαστικό παρασιτικό σώμα, που τυλίγεται σα δίχτυ στο σώμα της …κοινωνίας και φράζει όλους τους πόρους της». Το οποίο είναι αναγκαστικά ένα συντηρητικό κοινωνικό στρώμα, αφού γι’ αυτό «…η διατήρηση του καθεστώτος… είναι ζήτημα καθημερινού ψωμιού» («18η Μπρυμέρ του Λουδοβίκου Βοναπάρτη»).

Αυτό ακριβώς προσέδωσε στο πολιτικό μας θέατρο, παρανοϊκά χαρακτηριστικά. Διότι, προκειμένου η αριστερά να προστατεύσει τα συμφέροντα της κρατικής γραφειοκρατίας, την οποία, ελλείψει βιομηχανικού προλεταριάτου, υιοθέτησε ως υποκατάστατη κοινωνική της βάση, είναι αναγκασμένη να δίνει τον υπέρ πάντων αγώνα για να μην αλλάξει τίποτε στη χώρα. Έτσι επέβαλλε την συντήρηση – εδώ είναι η παράνοια – εν ονόματι της «προόδου» και της «αλλαγής»!!!

Είναι η συνθήκη που επέτρεψε να μεθοδευτεί η μεγαλύτερη πανουργία στην πρόσφατη ιστορία μας. Όταν, προκειμένου να μην αλλάξει τίποτε στη χώρα, η ριζοσπαστική αριστερά, σε συντονισμό με την ομόλογή της ακροδεξιά, πρότειναν το παρελθόν ως μέλλον, παγώνοντας τη χώρα στην ακινησία.

Έλα όμως που και αυτή η πραγματικότητα δεν είναι μονοδιάστατη, όπως την φαντάστηκαν. Διότι υπάρχουν και οι εργαζόμενοι του ιδιωτικού τομέα. Και όχι μόνον, αλλά προέκυψαν ακόμη και κάποιοι μεταλλωρύχοι!

Όλοι αυτοί λοιπόν οι παρείσακτοι, τους «χαλάνε τον ύπνο».  Αφού παρεμβάλλονται στην σχέση τους με την κρατική γραφειοκρατία.

Έτσι λοιπόν, επιδιώκοντας να ακυρώσουν με «μάγια» την ύπαρξή τους, σε πρώτη φάση, συκοφάντησαν τους εργαζόμενους στον ιδιωτικό τομέα, ως «πράκτορες των εργοδοτών».  Αυτό ξεκίνησε με αφορμή τις διαμαρτυρίες των εργαζομένων της Χαλυβουργίας, όταν η κυβέρνηση μεθόδευε το κλείσιμό της. Ακολούθως συκοφαντούν ως σύμμαχο των εργοδοτών, όποιον τολμάει να συναντηθεί με εργαζόμενους του ιδιωτικού τομέα, προκειμένου έτσι να τους στερήσουν την δυνατότητα να δείξουν έστω και την ύπαρξή τους. Αυτόν τον τίτλο του «συμμάχου της εργοδοσίας» απένειμαν πρόσφατα στον αρχηγό της αξιωματικής αντιπολίτευσης, επειδή άκουσε την άποψη των εργαζομένων της «Ελληνικός Χρυσός»!

Που πάει να πει πως οι απειλές του κ. Τσίπρα, ως αρχηγού της αξιωματικής αντιπολίτευσης, εναντίον οποιουδήποτε υποψήφιου επενδυτή ότι θα χάσει τα λεφτά του και θα πάει και φυλακή αν τολμήσει να επενδύσει στην Ελλάδα, όπως και το κυβερνητικό πάθος τους να κλείνουν τις επιχειρήσεις του ιδιωτικού τομέα, αυτή δηλαδή η απροκάλυπτη δολιοφθορά τους κατά της οικονομίας της χώρας, δεν ήταν καθόλου τυχαίες. Και ότι δεν είχε μόνον στόχο τις επενδύσεις, αλλά φαίνεται πως ήταν και μία βαθύτερη «φυσική επιλογή»: Να εξαφανίσουν από προσώπου γης τους εργαζόμενους του ιδιωτικού τομέα.

Σ’ αυτό τους πρόδωσε και η κατάρα «στα τσακίδια», που βγήκε από τον τομέα στρατηγικού σχεδιασμού της κυβέρνησης. Διότι οι κατάρες, ακόμη και ως εκδήλωση δεισιδαιμονίας, δεν μπορεί να απευθύνονται σε μία επένδυση που θέλουν απλώς να σταματήσει. Αυτή, άπαξ και σταμάτησε, σταμάτησε. Κάτι άλλο λοιπόν πρέπει να πάει «στα τσακίδια», που αποτελεί από μόνο του μία βαθύτερη πρόκληση: Και τέτοια, ανυπόφορη μάλιστα, πρόκληση είναι οι άνθρωποι που δουλεύουν κάτω από τη γη για το μεροκάματο. Διότι η ύπαρξή τους και μόνον, εκτός των όσων περιγράψαμε, είναι επί πλέον και ο μεγάλος εφιάλτης για κάθε επαγγελματία άεργο. Αφού σηματοδοτεί μιαν άλλη στάση ζωής. Είναι αυτό που δεν αντέχεται. «Στα τσακίδια» λοιπόν, όλοι οι μεταλλωρύχοι!