Μήπως είμαστε κι εμείς Υπνοβάτες;

Κώστας Σοφούλης 02 Μαϊ 2015

Παρακολουθώντας τους δύο βασικούς πόλους της τωρινής πολιτικής μας έκφρασης (Κυβέρνηση και ΝΔ) να συγκλίνουν σε μια κοινή διαλεκτική συσχέτιση που, άσχετα από προθέσεις, οδηγεί στον ίδιο τελικά στόχο και καθώς απορώ πώς ο ενδιάμεσος χώρος, αυτός που θα ονομάζαμε σοσιαλδημοκρατία, αδυνατεί να αρθρώσει εναλλακτικό λόγο, διερωτώμαι μήπως κι εμείς σαν υπνοβάτες βαδίζουμε προς την χειρότερη εκδοχή για την μοίρα του τόπου μας. Εξηγούμαι.

Αμέσως μετά την προσφυγή της χώρας (2010) στους ευρωπαϊκούς εταίρους για στήριξη, για να μη  χρεοκοπήσει η χώρα άτακτα, η ΝΔ δια του Σαμαρά ξεκίνησαν τον γνωστό πλέον «αντιμνημονιακό» αγώνα. Ο τρόπος που εισέπραξε το κοινωνικό σώμα τις υστερικές αιτιάσεις ήταν τραυματικός: Στην ουσία, μια μεγάλη πολιτική παράταξη κατηγορούσε την κυβερνώσα ότι παραδόθηκε σε κάποιον «εχθρό», δηλαδή την Τρόικα. Η φυσιολογική αφήγηση, δηλαδή ότι επρόκειτο  για προσφυγή της χώρας στην υποστήριξη των ευρωπαίων εταίρων της, καλύφτηκε από τον κουρνιαχτό μιας συγκεκαλυμμένης αντιευρωπαϊκής υστερίας. Πάνω σε αυτή την υστερία έχτισε στη συνέχεια ο ΣΥΡΙΖΑ, οι ΑΝΕΛ και η Χρυσή Αυγή με απόλυτη σύμπτωση συμβόλων και συνθημάτων,  τον αντιευρωπαϊκό εθνικοκολαϊκισμό που, τελικά, εκφράστηκε πολιτικά με την αφύσικη κυβερνητική σύμπραξη δύο θεωρητικά αντιτιθέμενων ιδεολογικά κομμάτων, που βιώνουμε σήμερα.  Στη συνέχεια, η μεν ΝΔ, συνεπέστερη στις ιδεολογικές ρίζες της, έκανε την αναγκαία πολιτική στροφή και δέχτηκε να συνεργαστεί με το ΠΑΣΟΚ για να διαχειριστούν την κατάσταση, αλλά στην πράξη ποτέ δεν εγκατέλειψε την αντιευρωπαϊκή ρητορεία της για να μη δικαιώσει αναδρομικά το ΠΑΣΟΚ. Η αφήγησή της ήταν ότι μετέχει κατ’ ανάγκη σε μια προσπάθεια αντιμετώπισης κάποιου εξωτερικού αντιπάλου και όχι ότι συνδιαχειρίζεται  μια εταιρική συμφωνία που, ασφαλώς χωρούσε διορθώσεις και βελτιώσεις αλλά ήταν αναγκαία και επίκαιρη για την σωτηρία της χώρας. Το σκηνικό που στήθηκε ήταν σκηνικό μιας ανελέητης μάχης ενάντια σε κάποιον επίβουλο εχθρό. Τι εισέπραξε πάλι το κοινωνικό σώμα; Ξεκάθαρα ότι είχε να κάνει με μια «εθνική» σύγκρουση με κάποιους κακούς, έναν εξωτερικό «εχθρό» που αντί να βοηθήσουν τη χώρα να ορθοποδήσει,  απαιτούσαν για τα δικά τους ανομολόγητα συμφέροντα,  να επιβάλλουν κάποια «μέτρα» σε βάρος του Λαού της. Σε όλο αυτό το διάστημα των περίπου τριών ετών, δεν βγήκε στο προσκήνιο ούτε ένα προβεβλημένο στέλεχος της κεντροδεξιάς να μιλήσει ξεκάθαρα για το ισοζύγιο κοινών συμφερόντων Ελλάδας με το ευρωπαϊκό σύστημα και να ερμηνεύσει έστω τους στόχους των ευρωπαϊκών εταίρων όταν απαιτούν από την χώρα «μέτρα» σε αντιστάθμισμα της βοήθειάς τους. Ακόμη και η επίκληση της αναγκαιότητας μιας συμφωνίας παρουσιάζεται ως αναγκαίο κακό μάλλον παρά ως στρατηγική αναγκαιότητα. Αλλά και η κεντροαριστερά απέφυγε επιμελώς να εκτεθεί σε μια τέτοια έκφραση πραγματισμού φοβούμενη την κατακραυγή και αυτολογοκρινόμενη. Πολύ γρήγορα εδραιώθηκε το εξωφρενικό «κοινότοπο» ότι το μνημόνιο και η Τρόικα έφεραν την κρίση, αντί του πραγματικού ότι η κρίση έφερε την Τρόικα και τα μνημόνια. Αν ρωτήσουμε  σήμερα τον μέσο πολίτη, ανεξάρτητα κομματικής του τοποθέτησης, σε τι νομίζει ότι αποβλέπουν οι «ευρωπαίοι» (δεχόμενοι εκ προοιμίου την διάκρισή μας από αυτούς!) θα πάρει την ίδια περίπου απάντηση διατυπωμένη με διαφορετικές ενδεχομένως λέξεις ανάλογα προς την πολιτική του κλίση: «Θέλουν να μας εκβιάσουν για να τους ΔΩΣΟΥΜΕ κάτι δικό μας που εμείς το θέλουμε για τον εαυτό μας». Αν η συζήτηση πάει σε αναλυτικότερο βάθος, θα βγει όλος εκείνος ο βόρβορος της συνωμοσιολογίας που στηρίζει ψυχαναλυτικά την υποτιθέμενη εθνική ψευτοπεριφάνεια μας. Έτσι βολευόμαστε να ζητιανεύουμε, κραυγάζοντας ότι … απαιτούμε!

Με αυτόν το ξεκάθαρο και απλό τρόπο χτίστηκε πλέον η δεσπόζουσα αντιευρωπαϊκή ιδεολογία που διαπερνά όλα τα κοινωνικά μας στρώματα και ξεχωρίζει μεν κάποιες ορθολογούσες μειοψηφίες που φαντάζουν, όμως, σαν τις μύγες μέσα στο γάλα. Το δραματικό είναι ότι ακόμη και τα κόμματα που υποτίθεται ότι εκφράζουν αυτές τις μειοψηφίες (ΠΑΣΟΚ και Ποτάμι κυρίως) δεν τολμούν ανοιχτά να προβάλουν την ευρωπαϊκή τους αφήγηση. Αυτολογοκρίνονται επειδή φοβούνται να εκτεθούν στον χλευασμό των «πατριωτών». ‘Έτσι, κι αυτά με τον τρόπο τους ενισχύουν και εμπεδώνουν την δεσπόζουσα εθνικολαϊκιστική και βαρέως αντιευρωπαϊκή ιδεολογία των ημερών μας.

Όλη αυτή κατάσταση με κάνει να ξαναδιαβάζω με ιδιαίτερη προσοχή κείμενα του Χέρμαν Μπλόχ αλλά και του Κρίστοφερ Κλάρκ επειδή νομίζω ότι με βοηθούν να κατανοήσω καλλίτερα και πληρέστερα τις διεργασίες υπνοβασίας  του κοινωνικού σώματος (Μπλόχ) αλλά και των  ελίτ (Κλάρκ) που οδήγησαν τότε στο να ξημερώσει μια μέρα που ο Ναζισμός είχε γίνει αυτονόητη ιδεολογία και πίστη ενός ολόκληρου έθνους, ενώ οι απέξω, το ίδιο υπνοβάτες, προχωρούσαν καθημερινά και βαθύτερα στην μεγάλη παγίδα που οδήγησε στην μεγάλη σφαγή του δεύτερου παγκόσμιου πολέμου. Αναζητώ στα κείμενα αυτά κάποιο ερμηνευτικό σχήμα που θα με βοηθήσει κατ’ αντιστοιχία να καταλάβω τι συμβαίνει σήμερα στη χώρα μας.  Μπορεί η αναλογία να είναι υπερβολική, αλλά ο κοινωνικός μηχανισμός είναι ο ίδιος στην περίπτωσή μας. Το φαινόμενο είναι αναμφισβήτητα ανθρωπολογικό και δεν χωράει στα στενά πλαίσια της όποιας πολιτικής ή οικονομικής ανάλυσης. Εμείς, βέβαια, με τα ντενεκεδένια ντουφέκια μας δεν απειλούμε με κανένα μεγάλο πόλεμο,  αλλά με τη ψευδαίσθησή μας ότι κρατάμε φοβερά και τρομερά όπλα στα χέρια μας, κινδυνεύουμε από μέρα σε μέρα να κόψουμε τα δάκτυλά μας με τους ντενεκέδες μας και να πεθάνουμε σεσηπότες από τέτανο! Ανέμελοι  και αυτάρεσκοι προχωρούμε προς την εθνική και κοινωνική χρεωκοπία, απλώς και μόνο επειδή «χαρακτηριστικό της ανθρώπινης φύσης είναι ότι προτιμά τη μεγάλη συμφορά, που δεν αφήνει τίποτα όρθιο, από την προσωπική στενοχώρια» όπως λέει ο Γιόζεφ Ροτ στην «Κρύπτη των Καπουτσίνων».

Τα πράγματα δείχνουν σήμερα περίπου αδιέξοδα. Ας τα αντικρύσουμε τουλάχιστο με θάρρος και νηφαλιότητα κι ύστερα, ας επιχειρήσουμε να σκεφτούμε κάποια πιο αισιόδοξη αντίληψη που θα μπορούσε ν’ αποτελέσει σημείο εκκίνησης μιας σύγχρονης ελληνικής σοσιαλδημοκρατικής αφήγησης. Μιας αντίληψης, δηλαδή, της δυναμικής των εξελίξεων, πρώτα, που χρειάζεται να έχουμε για να προχωρήσουμε στη συνέχεια στη διατύπωση μιας εναλλακτικής στρατηγικής.

Στην ουσία, ο διάχυτος αντιευρωπαϊσμός καλύπτει με τον μανδύα της ιδεολογίας έναν αβυσσαλέο συντηρητισμό.  Τον συντηρητισμό μιας φατριαστικής κοινωνίας, που δεν θέλει να μετακινηθεί από την ισορροπία των πελατειακών κατακτήσεών της. Είναι μια κοινωνία δραματικά κατακερματισμένη, χωρίς συνδετικό κρίκο «κοινού συμφέροντος», χωρίς κοινό όραμα και ορίζοντα πέρα από την διαχείριση μιας θλιβερής καθημερινότητας. Μια κοινωνία που οι ελίτ της τρέφονται από τις προσόδους που εξασφαλίζουν παίζοντας το ρόλο εκπροσώπου και ηγέτη διαφόρων φατριών (επαγγελματικών, πολιτικών, τοπικών ακόμη και εμπορίας ιδεολογικών αγορών) και σε ανταπόδοση φουσκώνουν τις σεχταριστικές και συντηρητικές προσδοκίες της πελατείας τους. Μιας πελατείας που, προκειμένου να χάσει τα κεκτημένα της, θρυμματίζει κάθε έννοια κοινωνικού και εθνικού συμφέροντος. Όλη αυτή η δυναμικού του συντηρητισμού και της καθυστέρησης εκκολάπτεται και τρέφεται κάτω από το κέλυφος του αντιευρωπαϊσμού. Γιαυτό και έχει μεγάλη σημασία να σπάσει αυτό το κέλυφος ως προϋπόθεση ανάδειξης μιας εναλλακτικής προοδευτικής και εκσυγχρονιστικής οπτικής. Μόνο αν διαρραγεί το θερμοκήπιο του αντιευρωπαϊσμού υπάρχει πιθανότητα να αποφύγουμε αυτό που εύστοχα επισήμανε από τις ίδιες αυτές στήλες ο Σιακαντάρης, όταν υποστήριξε ότι είναι η πρώτη φορά μετά την μεταπολίτευση που προβάλλεται τόσο έντονα η ροπή προς επαναβαλκανοποίηση. Γιατί η χωριστική από την ΕΕ ρητορεία οδηγεί αυτομάτως στο να κατακαθίσει η χώρα μας στα φυσικά γεωγραφικά της όρια: Τα βαλκάνια.  Τα Βαλκάνια είναι το περίφημο όριο της πολύτιμης και υπό πώληση (από τον ΣΥΡΙΖΑ)  γεωστρατηγικής μας θέσης.  Είναι ο μύθος της προνομιακής μας θέσης.

Απέναντι σε αυτή την πορεία προς την εξαθλίωση, είναι καθήκον των δυνάμεων της προόδου και της δημοκρατίας να εγγράψουν  ΤΩΡΑ και επειγόντως  ψηλά στην πολιτική ατζέντα τους την καλλιέργεια του ευρωπαϊσμού για να επανέλθει η πολιτισμική ισορροπία. Μόνο που ο ευρωπαϊσμός αυτή τη φορά πρέπει να καλλιεργηθεί στην ορθή πολυδιάστατη βάση του και όχι στην ψευδή εικόνα που είχε καλλιεργηθεί μέχρι πρότινος, ως μια σχέση που στηρίζεται στην αέναη εξασφάλιση «βοήθειας» και επιδοτήσεων. Η Ευρώπη πρέπει να στηθεί στο σωστό αξιακό και πολιτισμικό βάθρο της, όπου στηρίζεται και η πολιτική της ταυτότητα στο εσωτερικό της και στη διεθνή σκηνή. Η ΕΕ δεν είναι απλώς ένα νέος «θείος Τρούμας (sic)» της εποχής της αμερικανικής βοήθειας που σαν αμερικανάκι μας έφερνε δώρα επειδή είμαστε ωραίοι ή επειδή κινδυνεύαμε να βουλιάξουμε πίσω από το «σιδηρούν παραπέτασμα».  Η ύπαρξη της ΕΕ, πρέπει να ξεκαθαριστεί, αποτελεί την εμπραγμάτωση του σύγχρονου προτύπου πολιτικής και πολιτειακής οργάνωσης που μπορεί να κατοχυρώσει εν τέλει τον ευρωπαϊκό πολιτισμό μέσα στα πλαίσια της παγκοσμιοποίησης.

Τα κέρδη από τις διεξαγόμενες σήμερα διαπραγματεύσεις αναπόφευκτα θα είναι μηδαμινά σε σχέση με την ζημιά που το μέσον έχει κάνει. Η ουσία των όσων μέλλει να «επιτευχθούν» στις Βρυξέλλες με τις θεατρινίστικες διαπραγματεύσεις που έχει στήσει ο ΣΥΡΙΖΑ, είτε θα είναι ένα ακόμη πρόγραμμα βοήθειας (συμπαράστασης) της ΕΕ προς τη χώρα μας, είτε μια αποτυχία που θα οδηγήσει περίπου εκεί που είχαμε βρεθεί το 2009, δηλαδή στο όριο μιας άτακτης πτώχευσης. Το πώς θα ονομαστεί το πρόγραμμα, και αν θα θεωρηθεί συνέχεια του προηγουμένου είναι ζητήματα που απασχολούν όσους θεωρούν ότι ό μόνος τρόπος για να πετύχεις πολιτικά είναι να υφαρπάξεις την ψήφο των αφελών  παρακάμπτοντας τη λογική των πραγμάτων και παίζοντας ένα πειστικό θεατρικό παιχνίδι για να κερδίσεις τις εντυπώσεις. Στη πρώτη περίπτωση, που προφανώς εύχεται κάθε εχέφρων πολίτης, θα εκδηλωθεί στην πράξη άλλη μία πράξη αλληλεγγύης των εταίρων μας, δηλ. της ΕΕ. Στη δεύτερη περίπτωση, άντε να βρούμε τον αποδιοπομπαίο τράγο μιας τραγωδίας. Μήτε που θέλω να το σκεφτώ. Όμως, και στην μία και στην άλλη περίπτωση, η εδραίωση του αντιευρωπαϊσμού με τις όποιες συγκυριακές παραλλαγές του, θα είναι ολέθρια στην προοπτική της.

Το κλειδί για να καταλάβουμε σωστά τη σχέση μας με την ΕΕ στο παιχνίδι που παίζεται, είναι να ερμηνεύσουμε πραγματιστικά την έννοια της Ευρωπαϊκής αλληλεγγύης. Στην ουσία, ολόκληρο το οικοδόμημα της ΕΕ στηρίζεται σε τελευταία ανάλυση σε ένα σύστημα αλληλέγγυων σχέσεων που δικαιολογούν την ύπαρξη της Ένωσης. Είναι κατά πρώτον η «αλληλεγγύη» της ενιαίας αγοράς που εξασφαλίζει προνομιακή θέση στα μέλη της. Είναι κατά δεύτερον η αλληλεγγύη που δείχνουν οι ισχυρότεροι δανείζοντας την ισχύ τους στο κοινό πολιτικό ταμείο, όταν πρόκειται να διεκδικήσουμε τα συμφέροντα ή τον πολιτισμό μας στα διεθνή φόρα της παγκοσμιοποιημένης οικονομίας.  Για τους «φτωχότερους» η αλληλεγγύη εκδηλώνεται επιπρόσθετα με πολιτικές μεταβίβασης πόρων προκειμένου να εξισωθούν οι συνθήκες οικονομικής λειτουργίας. Είναι οι επιδοτήσεις και τα ποικίλα σχέδια τύπου ΕΣΠΑ. Σε περίπτωση κρίσης, όπως εν προκειμένω, η αλληλεγγύη εκδηλώνεται  με οικονομική στήριξη έναντι των κινδύνων που συνεπάγεται η έκθεση της αδύναμης χώρας στις ελεύθερες διεθνείς  χρηματαγορές. Η στήριξη αυτή, εν τούτοις, πρέπει να διέπεται και αυτή από τις αρχές της αλληλεγγύης ως δεσμού διπλής κατεύθυνσης. Αυτές είναι οι προαπαιτούμενες δεσμεύσεις που αναλαμβάνει η βοηθούμενη  χώρα για μέτρα που εξασφαλίζουν ότι θα εξαφανιστούν οι αιτίες της κρίσης και δεν θα επανεμφανιστούν ad perpetuum,  ώστε να μη επανέρχεται πάλι και πάλι η χώρα σε αίτημα βοηθείας.

Είναι προφανές ότι η αλληλεγγύη στηρίζεται σε κοινά συμφέροντα και όχι σε φιλανθρωπία. Η φιλανθρωπία αφορά τα δικαιώματα του ανθρώπου, που και αυτά καλύπτονται από τις Ευρωπαϊκές συνθήκες χωρίς να είναι κάτι λιγότερο σπουδαίο, αλλά δεν αφορά την ανάλυση του παρόντος. Υπό ομαλές συνθήκες, ποιο είναι το κοινό συμφέρον των χωρών της ΕΕ. Είναι φανερό, ότι η διατήρηση της ενότητας της Ένωσης αποτελεί το σημείο κοινής συμφωνίας, επειδή εκτιμάται από όλους (του μη βαλκανοποιημένους) ότι η ΕΕ αποτελεί βασικό παράγοντα πολλαπλασιασμού της ανταγωνιστικότητας όλων των μελών της στα πλαίσια του παγκοσμιοποιημένου ανταγωνισμού, οικονομικού, πολιτικο-ιδεολογικού και πολιτισμικού (μην το υποτιμούμε το τελευταίο). Μας συμφέρει να είμαστε ενωμένοι για να μπορούμε να συγκεντρώνουμε μεγαλύτερη ισχύ από όση θα είχε ο καθένας ξεχωριστά. Αυτή την «συμφέρουσα ενότητα» την εξασφαλίζουν τα κράτη της ΕΕ ανταποδίδοντας ένα μέρος της εθνικής κυριαρχίας τους που περνάει στα συλλογικά όργανα της Ένωσης. Είναι προφανές, ότι το κοινό νόμισμα λ.χ. προϋποθέτει κοινή νομισματική πολιτική, η διεθνής ανταγωνιστικότητα προϋποθέτει κοινές πολιτικές ενίσχυσης και υποστήριξή της κ.ο.κ. Αυτή είναι η πραγματικότητα.

Σε μια τέτοια πραγματικότητα, πού χωράει άραγε ο αντιευρωπαϊσμός;  Κατά την άποψή μου, μόνο όταν υπάρχει σχέδιο άλλης γεωπολιτικής αλλά και πολιτισμικής  μετάστασης, μπορεί να δικαιολογηθεί η «αμάχητα» με την Ευρώπη. Επί του παρόντος, ο ΣΥΡΙΖΑ δεν υποστηρίζει κάτι τέτοιο φανερά. Επομένως, ο αντιευρωπαϊσμός του αποτελεί πολιτική «ανηθικότητα» επειδή παραβιάζει την πραγματική έννοια της αλληλεγγύης (η αλληλεγγύη ως «καλό» προφανώς έχει και ηθικό περιεχόμενο για όσους την ασκούν και για όσους ευεργετούνται από αυτή). Και όταν ο αντιευρωπαϊσμός ασκείται για λόγους εσωτερικής ψηφοθηρίας, τότε ακόμη χειρότερα: Είναι τυχοδιωκτισμός.

Την πραγματική εικόνα για όσα συμβαίνουν αυτές τις μέρες, εύκολα θα μπορούσε να σχηματίσει κάποιος, με ένα απλό αναλυτικό τέχνασμα: Να παρακολουθήσει τα τεκταινόμενα όχι ως διαπάλη μεταξύ «δανειστών» και χρεωμένων, αλλά μεταξύ «εταίρων» της ΕΕ που ψάχνουν να βρουν τον τρόπο για να εκδηλώσουν την αλληλεγγύη τους στο πιο αδύναμο μέρος. Αυτή την αφήγηση επιβάλλει η πολιτική εντιμότητα αλλά και το μακροπρόθεσμο συμφέρον τους Λαού μας. Θα είναι εγκληματικό, αν εν ονόματι της ψηφοθηρίας ο Λαός μας πειστεί ότι πρέπει να βαλκανοποιηθεί. Δηλαδή να αποκτήσει αντίστοιχες αξίες και συμπεριφορές συμβατές με την βαλκανική ανθρωπολογία. Πόση ταπείνωση θα αισθάνονταν όσοι από εμάς αισθανόμαστε παιδιά του Διαφωτισμού!

Η απειλή της «αποευρωποίησης» είναι μεγάλη και σοβαρή. Κι εμείς βαδίζουμε στον ρυθμό των γεγονότων σαν υπνοβάτες. Οι προοδευτικές δυνάμεις οφείλουν να μιλήσουν επιτέλους με παρρησία και χωρίς αυτολογοκρισία για να ξυπνήσουμε εγκαίρως.