Μια ιδιαίτερα σοβαρή προσέγγιση στο θέμα των προσφύγων και μεταναστών, από έναν ειδικό γνώστη, τον κ. Μιλτιάδη Οικονομίδη, ο οποίος διετέλεσε μεταξύ άλλων εκπρόσωπος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στην Μόρια, αλλά επίσης συνετέλεσε ενεργά στις διαπραγματεύσεις για τη κοινή δήλωση Ευρωπαϊκής Ένωσης-Τουρκίας για τη μετανάστευση.
Απατώντας στις ερωτήσεις της «Μεταρρύθμισης» και του Αντώνη Τριφύλλη, ο κ. Οικονομίδης επισημαίνει πως τα βίαια και θλιβερά φαινόμενα που είδαμε στη Μόρια τις προηγούμενες ημέρες ήταν σε σημαντικό βαθμό αναμενόμενα, λόγω του τεράστιου αριθμού φιλοξευμένων και τις συνθήκες διαβίωσής τους.
Για τον ρόλο της ΕΕ αναφέρει πως τα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης ήταν μεν πρόθυμα να παράσχουν οικονομική και υλικοτεχνική στήριξη στην Ελλάδα, δεν ήταν όμως έτοιμα να δεχθούν μετανάστες σε αριθμούς που να μπορούν να ανακουφίσουν ουσιαστικά την Ελλάδα.
Αναφέρεται, επίσης και στις Ελληνικές αρχές οι οποίες όπως επισημαίνει θα πρέπει να δημιουργήσουν καλύτερες συνθήκες διαβίωσης και ελέγχου, να επιταχύνουν δραστικά τις διαδικασίες εξέτασης των αιτήσεων ασύλου και τις επιστροφές στην Τουρκία, να λειτουργήσουν αποτρεπτικά και προληπτικά ώστε να σταματήσουν οι ροές και να ελέγξουν καλύτερα το ρόλο και το έργο των μη κυβερνητικών οργανώσεων
Ολόκληρη η συνέντευξη
Έχετε ζήσει από κοντά την Μόρια, ως εκπρόσωπος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στη Λέσβο από το Μάιο του 2017 ως τον Αύγουστο του 2018. Με αφορμή τις εξελίξεις πιστεύετε ότι ήταν αναπόφευκτες; Ποια ήταν τα λάθη που διέπραξε η Ευρωπαϊκή Επιτροπή και η Ελληνική διοίκηση, ώστε να οδηγηθούμε στην σημερινή κατάσταση;
Νομίζω πως τα βίαια και θλιβερά φαινόμενα που είδαμε στη Μόρια τις προηγούμενες ημέρες ήταν σε σημαντικό βαθμό αναμενόμενα. Κατά τη γνώμη μου ήταν θέμα χρόνου πότε θα εκδηλωθούν. Βίαια γεγονότα μικρότερης έκτασης είχαν επανειλημμένα συμβεί στη Μόρια και στο παρελθόν, όταν στη Μόρια φιλοξενούνταν έξι, επτά ή οκτώ χιλιάδες αιτούντες άσυλο. Είναι φανερό ότι η κατάσταση επιδεινώθηκε δραματικά με πληθυσμό αιτούντων άσυλο στις δώδεκα, δεκατρείς ή και περισσότερες χιλιάδες. Επιπλέον, η απειλή και ο φόβος του κορωνοϊού επιβάρυναν την κατάσταση ακόμη περισσότερο, τόσο μεταξύ των αιτούντων άσυλο όσο και στους κατοίκους του νησιού. Κατά την εκτίμησή μου ήταν θέμα χρόνου πότε θα ανιχνεύονταν κρούσματα κορωνοϊού στη Μόρια λαμβάνοντας υπόψη μεταξύ άλλων τον συνολικό αριθμό των φιλοξενουμένων, τις συνθήκες διαβίωσης τους (δεκάδες άνθρωποι ζούσαν στον ίδιο οικίσκο ή την ίδια σκηνή), τη δυσκολία ελέγχου της κυκλοφορίας τους στον καταυλισμό, τους γύρω χώρους, τη Μυτιλήνη και τα γύρω χωριά, τις κακές υγειονομικές συνθήκες και την πρακτική δυσκολία λήψης μέτρων για τον κορωνοϊό. Η αναγκαία απομόνωση αυτών που ανιχνεύθηκαν με κορωνοϊό προκάλεσε άγχος και φόβο που πυροδότησαν τα θλιβερά βίαια γεγονότα.
Αναφορικά με το ρόλο της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στη διαχείριση του μεταναστευτικού, θα ήθελα να διευκρινίσω ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή ήταν παρούσα από την έναρξη της κρίσης προσφέροντας απλόχερα στην Ελλάδα οικονομική και υλικοτεχνική στήριξη καθώς και ανθρώπινο δυναμικό (αστυνομικούς, εμπειρογνώμονες διαφόρων ειδικοτήτων κ.ά.). Ο σχεδιασμός όμως και η εφαρμογή της συγκεκριμένης πολιτικής για τη διαχείριση των μεταναστευτικών ροών και των αιτήσεων ασύλου ήταν και είναι ευθύνη και υπόθεση αποκλειστικά της Ελληνικής διοίκησης. Η οποιαδήποτε βοήθεια της Ευρωπαϊκής Επιτροπής απέβλεπε να στηρίζει και να βοηθά τις Ελληνικές αρχές.
Κατά τη γνώμη μου οι κύριοι λόγοι που οδήγησαν στην κατάσταση που δημιουργήθηκε στη Μόρια είναι οι ακόλουθοι:
· Οι ροές ήταν πολύ μεγαλύτερες από αυτές που μπορούσε να διαχειριστεί αποτελεσματικά η Ελληνική διοίκηση (π.χ. απάντηση στα αιτήματα ασύλου σε πολύ σύντομο χρόνο, επιστροφές στην Τουρκία ή απευθείας επιστροφές στις χώρες προέλευσης σε μεγάλους αριθμούς ύστερα από την εξέταση των αιτήσεων ασύλου).
· Τα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης ήταν μεν πρόθυμα να παράσχουν οικονομική και υλικοτεχνική στήριξη στην Ελλάδα, δεν ήταν όμως έτοιμα να δεχθούν μετανάστες σε αριθμούς που να μπορούν να ανακουφίσουν ουσιαστικά την Ελλάδα (αλλά και τις άλλες χώρες υποδοχής όπως είναι η Ιταλία), ορισμένα δε δεν δέχονται καθόλου μετανάστες. Επιπλέον, ορισμένα κράτη μέλη δεν είναι έτοιμα να αλλάξουν την Ευρωπαϊκή νομοθεσία περί ασύλου που ακόμη και σήμερα προβλέπει ότι τα αιτήματα ασύλου εξετάζονται στην πρώτη χώρα υποδοχής των μεταναστών.
Συνέπεια των παραπάνω ήταν ότι ο αριθμός των εγκλωβισμένων μεταναστών στα νησιά μας - αλλά και την Ελλάδα γενικότερα - μεγαλώνει διαρκώς δημιουργώντας εκρηκτικές συνθήκες. Εν προκειμένω η αποσυμφόρηση των νησιών με τη μεταφορά μεταναστών στην ενδοχώρα είναι αναγκαία μεν αλλά δεν λύνει το πρόβλημα, απλά το μεταθέτει, ιδιαίτερα όταν γίνεται χωρίς να έχουν απαντηθεί ερωτήματα της μορφής πού θα πάνε οι μετανάστες που μεταφέρονται, τι θα κάνουν, πώς θα ζήσουν, αν μπορούν και υπό ποιες προϋποθέσεις να εργαστούν κλπ.
Αναφορικά με τις Ελληνικές αρχές, νομίζω ότι θα μπορούσαν μεταξύ άλλων:
· Να δημιουργήσουν καλύτερες συνθήκες διαβίωσης και ελέγχου για τους μετανάστες (αξιοποιώντας μεταξύ άλλων ταχύτερα και αποτελεσματικότερα τους κοινοτικούς πόρους που διατίθενται για το σκοπό αυτό). Προσωπικά πιστεύω ότι η πρωτοβουλία της κυβέρνησης να δημιουργήσει στα νησιά νέα και σύγχρονα κέντρα με τις αναγκαίες υποδομές θα πρέπει να στηριχθεί. Εκτιμώ ωστόσο ότι τα κέντρα αυτά δεν μπορεί να είναι κλειστά αλλά πρέπει να είναι καλά ελεγχόμενα ώστε να γνωρίζουμε π.χ. πού μένει ο κάθε μετανάστης, πού βρίσκεται τη συγκεκριμένη στιγμή κλπ.
· Να επιταχύνουν δραστικά τις διαδικασίες εξέτασης των αιτήσεων ασύλου και τις επιστροφές στην Τουρκία. Αντιλαμβάνομαι ότι τα παραπάνω ήταν από την πρώτη στιγμή στόχος της νέας κυβέρνησης.
· Να λειτουργήσουν αποτρεπτικά και προληπτικά ώστε να μην έρθουν οι μετανάστες στην Ελλάδα καταπολεμώντας π.χ. τα οργανωμένα κυκλώματα διακινητών. Από τη στιγμή που ένας μετανάστης έρθει σε μια χώρα, είναι πολύ δύσκολο να επιστραφεί.
· Να ελέγξουν καλύτερα το ρόλο και το έργο των μη κυβερνητικών οργανώσεων ώστε αυτές να συνδράμουν θετικά, συντονισμένα και στοχευμένα στη συνολική εθνική και κοινοτική προσπάθεια για τη διαχείριση του μεταναστευτικού. Ας σημειωθεί πως πολλές από τις ΜΚΟ προσέφεραν και εξακολουθούν να προσφέρουν πολύ σημαντικό έργο. Καταλαβαίνω ότι η νέα κυβέρνηση έχει αναλάβει πρωτοβουλίες προς την κατεύθυνση αυτή.
Θα μπορούσε να είχε γίνει μια διαφορετική Συμφωνία Ευρωπαϊκής Ένωσης - Τουρκίας ώστε να αποφευχθεί η συγκέντρωση τόσων προσφύγων και μεταναστών;
Η Κοινή Δήλωση Ευρωπαϊκής Ένωσης – Τουρκίας του Μαρτίου του 2016 ήταν η καλύτερη δυνατή λαμβανομένων υπόψη των δεδομένων και των συνθηκών της εποχής εκείνης. Αξίζει να σημειωθεί ότι οι ροές την εποχή εκείνη προς τα Ελληνικά νησιά έφθαναν τις μερικές χιλιάδες την ημέρα και τα νησιά βούλιαζαν από τις αφίξεις μεταναστών που ήθελαν να πάνε κυρίως σε χώρες της Βόρειας Ευρώπης. Είναι φανερό ότι η Κοινή Δήλωση δεν ήταν μια «τέλεια» συμφωνία και είχε αδυναμίες - δεν υπάρχουν εξάλλου «τέλειες» συμφωνίες, κάθε συμφωνία αντικατοπτρίζει τον συσχετισμό δυνάμεων και προτεραιοτήτων τη συγκεκριμένη στιγμή. Ωστόσο, η Κοινή αυτή Δήλωση είχε σαν αποτέλεσμα την άμεση και δραστική μείωση των ροών από την Τουρκία στα Ελληνικά νησιά που από χιλιάδες την ημέρα έπεσαν στις δεκάδες, καθώς και την κατακόρυφη μείωση των νεκρών μεταναστών κατά τη διέλευση της θάλασσας. Αξίζει να σημειωθεί ότι η Κοινή Δήλωση δεν καλύπτει μόνο τον έλεγχο των μεταναστευτικών ροών αλλά και άλλα σημαντικά θέματα των σχέσεων Ευρωπαϊκής Ένωσης και Τουρκίας όπως τον εκσυγχρονισμό της τελωνειακής ένωσης, την προώθηση των ενταξιακών διαπραγματεύσεων της Τουρκίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση, την απελευθέρωση της βίζας για Τούρκους πολίτες για τα ταξίδια τους προς την Ευρώπη καθώς και οικονομική βοήθεια 3 δις ευρώ από την Ευρωπαϊκή Ένωση προς τους μετανάστες που βρίσκονται στην Τουρκία (και όχι στον Τουρκικό προϋπολογισμό παρά τις έντονες αντιρρήσεις της Τουρκίας). Με την Κοινή Δήλωση η Τουρκία δέχθηκε να ελέγξει τις μεταναστευτικές ροές παίρνοντας μια σειρά από πολιτικά και οικονομικά ανταλλάγματα.
Ήδη από τα πρώτα στάδια της εφαρμογής της Κοινής Δήλωσης, η Τουρκία ερμήνευσε μονομερώς ορισμένες διατάξεις της θεωρώντας ότι όποιος μετανάστης απομακρύνεται από τα Ελληνικά νησιά πρώτης υποδοχής προς την ενδοχώρα (π.χ. για ιατρικούς λόγους, για την αποσυμφόρηση των νησιών και καλύτερη κατανομή και διαμονή των μεταναστών στην Ελληνική επικράτεια) θα έχανε αυτόματα το δικαίωμα επιστροφής στην Τουρκία. Αξίζει να σημειωθεί ότι η Κοινή Δήλωση δεν κάνει καμμιά τέτοια μνεία. Η μονομερής αυτή ερμηνεία δεν αναιρέθηκε από την Ευρωπαϊκή Ένωση ή την Ελλάδα. Πιθανοί λόγοι για το γεγονός αυτό μπορεί να ήταν μεταξύ άλλων η υποεκτίμηση των συνεπειών του μέτρου, η υπέρμετρη αισιοδοξία ότι οι αποφάσεις των Ελληνικών αρχών στα αιτήματα ασύλου θα ήταν πολύ γρήγορες και οι επαναπροωθήσεις σε μεγάλους αριθμούς, και η δυσκολία να ξανανοίξει η συζήτηση με την Τουρκία για θέματα της Κοινής Δήλωσης (όλοι μας μπορούμε να καταλάβουμε ότι οι συζητήσεις με την Τουρκία για το θέμα αυτό δεν ήταν ποτέ εύκολες). Οι συνέπειες της μονομερούς αυτής ερμηνείας της Κοινής Δήλωσης από την Τουρκία, σε συνδυασμό με τις μεγάλες καθυστερήσεις για την οριστική λήψη αποφάσεων στα αιτήματα ασύλου και τις πολύ μικρές επιστροφές μεταναστών στην Τουρκία, ήταν δραματικές για τη συσσώρευση μεταναστών στα νησιά. Οι μετανάστες, πλέον, με την άφιξή τους στα Ελληνικά νησιά παράλληλα με το άσυλο επεδίωκαν να κριθούν «ευάλωτοι» (σύμφωνα με τις διατάξεις της Ελληνικής νομοθεσίας) για να μεταφερθούν στην ενδοχώρα και ως εκ τούτου να μην μπορούν να επιστραφούν στην Τουρκία. Το γεγονός αυτό δημιούργησε ποικίλα άλλα σοβαρά προβλήματα.
Στην περίπτωση του Έβρου η Πολιτεία ενήργησε συντονισμένα και αποφασιστικά. Γιατί δεν συνέβη το ίδιο και στα νησιά;
Η αντιμετώπιση των μεταναστευτικών ροών στη θάλασσα είναι πολύ πιο δύσκολη από ό,τι στην ξηρά. Σύμφωνα με το διεθνές δίκαιο η Ελλάδα – και κάθε χώρα που σέβεται το διεθνές δίκαιο - είναι υποχρεωμένη να περισυλλέξει και να διασώσει έναν μετανάστη που βρίσκεται στη θάλασσα. Μετά έχει υποχρέωση να εξετάσει τα αιτήματα ασύλου και να αποφασίσει σύμφωνα με τις διεθνείς συμφωνίες.
Για την αποτελεσματική αντιμετώπιση των ροών στη θάλασσα είναι απολύτως αναγκαία η συνεργασία των Τουρκικών αρχών. Το μεταναστευτικό ήταν πάντα ένα πολιτικό όπλο στα χέρια της Τουρκίας για τον εκβιασμό της Ελλάδας και της Ευρώπης.
Η διαδικασία είναι η ακόλουθη: Με τον εντοπισμό μιας βάρκας με μετανάστες στη θαλάσσια περιοχή μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας και πριν τη μεσαία γραμμή (προς την Τουρκία), οι Ελληνικές αρχές (το λιμενικό) βοηθούμενες από την FRONTEX (πλοία, ελικόπτερα, ραντάρ, άνθρωποι) ειδοποιούν όσο γίνεται γρηγορότερα τις Τουρκικές αρχές (λιμενικό, αστυνομία…) για να σταματήσουν και να επιστρέψουν τη βάρκα στην Τουρκία. Αν οι Τουρκικές αρχές δεν ανταποκριθούν ή για οποιοδήποτε λόγο καθυστερήσουν, είναι υπόθεση λίγης ώρας να βρεθεί η βάρκα στην Ελληνική θαλάσσια ζώνη οπότε και αναγκαστικά περισυλλέγεται από τις Ελληνικές αρχές. Το πρώτο ζητούμενο βέβαια είναι η Τουρκική αστυνομία να δράσει έγκαιρα ώστε να μην μπει μια βάρκα στη θάλασσα. Το δεύτερο κατά προτεραιότητα ζητούμενο είναι να μην περάσει η βάρκα τη διαχωριστική γραμμή στη θάλασσα μεταξύ Τουρκίας και Ελλάδας.
Οι σαφώς μειωμένες ροές τους τελευταίους μήνες δείχνουν ότι οι προσπάθειες των Ελληνικών αρχών για την καλύτερη φύλαξη των θαλασσίων συνόρων φέρνουν αποτελέσματα. Ωστόσο η κατάσταση αυτή εξαρτάται σε σημαντικό βαθμό από τη στάση της Τουρκίας και θα μπορούσε να ανατραπεί ανά πάσα στιγμή.
Υπάρχει κατά τη γνώμη σας προοπτική για αλλαγή πολιτικής; Γιατί δεν λειτουργεί η επαναπροώθηση μεταναστών στις χώρες προέλευσης;
Όπως ανακοίνωσε πρόσφατα ο αντιπρόεδρος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Μαργαρίτης Σχοινάς, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή πρόκειται να υποβάλλει στο Συμβούλιο Υπουργών στις αμέσως επόμενες ημέρες επί Γερμανικής Προεδρίας της Ευρωπαϊκής Ένωσης ολιστικό σχέδιο με προτάσεις για την καλύτερη αντιμετώπιση της μετανάστευσης και του ασύλου - το Σύμφωνο για τη Μετανάστευση και το Άσυλο. Το εν λόγω Σύμφωνο θα λαμβάνει υπόψη του τη συσσωρευμένη εμπειρία και τα δεδομένα της σημερινής πραγματικότητας. Ωστόσο οι προτάσεις αυτές θα πρέπει να εγκριθούν από τα κράτη μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης, πράγμα καθόλου προφανές δεδομένης της άρνησης ορισμένων κρατών μελών να συμβάλλουν εποικοδομητικά στην από κοινού αντιμετώπιση της μετανάστευσης και του ασύλου. Είμαι αισιόδοξος ότι οι προτάσεις αυτές θα πηγαίνουν στη σωστή κατεύθυνση και ότι θα εγκριθούν σύντομα από τα κράτη μέλη.
Η επαναπροώθηση μεταναστών στις χώρες προέλευσης είναι δύσκολη και χρονοβόρα υπόθεση. Χρειάζονται διεθνείς συμφωνίες με τις χώρες προέλευσης και αποτελεσματικά πολιτικά και οικονομικά ανταλλάγματα. Από όσο γνωρίζω είναι κι αυτό ένα θέμα που επανεξετάζει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
Αξίζει ίσως να σημειωθεί ότι η Ευρωπαϊκή Επιτροπή εφαρμόζει ήδη από χρόνια ένα πρόγραμμα εθελούσιας επιστροφής μεταναστών στις χώρες τους με συγκεκριμένα οικονομικά ανταλλάγματα (π.χ. εισιτήριο επιστροφής και κάποια χρήματα και βοήθεια για την επανεγκατάσταση τους).
ΟΜιλτιάδης Οικονομίδηςγεννήθηκε το 1952 στις Σέρρες. Διετέλεσε στέλεχος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής από το 1984 μέχρι και το 2018. Είναι απόφοιτος του Εθνικού Μετσοβίου Πολυτεχνείου και έχει κάνει μεταπτυχιακές σπουδές στη διοίκηση επιχειρήσεων. Μιλά Αγγλικά, Γαλλικά και Γερμανικά. Υπηρέτησε σε διάφορες θέσεις της Ευρωπαϊκής Επιτροπής. Μεταξύ άλλων εργάστηκε για το Κόσοβο μετά τη διάλυση της πρώην Γιουγκοσλαβίας, και την προώθηση των ενταξιακών διαπραγματεύσεων της Τουρκίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση. Για την Τουρκία ασχολήθηκε ιδιαίτερα με την τελωνειακή ένωση, τη μετανάστευση, την απελευθέρωση της βίζας για Τούρκους πολίτες, την τρομοκρατία και το οργανωμένο έγκλημα. Συνετέλεσε ενεργά στις διαπραγματεύσεις για τη κοινή δήλωση Ευρωπαϊκής Ένωσης-Τουρκίας για τη μετανάστευση. Από το Μάιο του 2017 ως τον Αύγουστο του 2018 ήταν ο εκπρόσωπος της Ευρωπαϊκής Επιτροπής στη Λέσβο με στό τη στήριξη των Ελληνικών αρχών στην εφαρμογή της κοινής δήλωσης Ευρωπαϊκής Ένωσης-Τουρκίας για τη μετανάστευση.