Θυμάμαι εκεί γύρω στο τέλος της δεκαετίας του 80 αφού είχαμε κλείσει ένα πρώτο μεταδικτατορικό κύκλο ανατροπής του παλιού κόσμου και αναζήτησης ενός άλλου, έχοντας μάλιστα προεκτείνει την αναζήτηση και στις ζωές μας, διαπίστωσα ότι κανείς μας στις θεωρητικές του αναζητήσεις δεν χρησιμοποιούσε την έννοια της ηθικής.
Λογικό αφού ο νέος κόσμος που νομίζαμε πως χτίζαμε δεν είχε τίποτε κοινό με αυτόν που νομίζαμε πως γκρεμίζαμε. Μην ξεχνάμε ότι είχαμε μεγαλώσει με αφόρητο διδακτισμό και υποχρεωτική τήρηση κανόνων. Ήταν τα κατάλοιπα μιας Ελλάδας που λόγω της Χούντας είχε χάσει την επανάσταση των νέων όπως αυτή βιώθηκε στην υπόλοιπη Δύση κι έτρεχε να καλύψει το χαμένο έδαφος. Κι έτσι ανάκατα με διακηρύξεις για μια πιο δίκαιη Ελλάδα με ολίγη από σοσιαλισμό σε διάφορες εκδοχές προσπαθούσαμε να πετάξουμε από πάνω μας τον φοβικό μικροαστισμό που διαπερνούσε ολόκληρη την κοινωνία ασχέτως κοινωνικών τάξεων.
Μέσα στο πλαίσιο αυτό και με τη σιγουριά των θεωριών που ευαγγελίζονταν μια πιο ελεύθερη και δίκαιη κοινωνία η ηθική δεν ήταν δυνατόν να επιβληθεί από απέξω και από τα πάνω. Σε μια κοινωνία που αναδιαμορφωνόταν δεν υπήρχαν ηθικοί κανόνες που μπορούσαν να σταθούν. Τα πάντα επαναπροσδιοριζόντουσαν. Ακόμα και τα πιο ακραία.
Ετσι ακόμα και την ληστεία την αντιμετωπίζαμε σαν σύμπτωμα μιας άρρωστης κοινωνίας. Μας πήρε πολλά χρόνια να καταλάβουμε ότι η ουσία των Αθλίων του Βίκτωρος Ουγκώ ήταν στη μεταμόρφωση του Γιάννη Αγιάννη και όχι στην δικαιολογία της κλοπής του ψωμιού ή των ασημένιων κηροπηγίων.
Με τον πολιτικό γάμο πάντως δοκιμάστηκαν οι αντοχές πολλών από εμάς, ευτυχώς όμως οι πεθερές και οι μανάδες προσέφεραν μια καλή δικαιολογία. Βλέπετε η ιδεολογική συνέπεια ήταν το ζητούμενο και με τα πράγματα αυτά δεν έπαιζες τότε.
Περνώντας τα χρόνια και κοιτάζοντας πίσω συνειδητοποίησα ότι δεν ήταν η συνέπεια στις ιδέες που τελικά μετρούσε αλλά κάτι ευρύτερο ακόμη και από αυτή την έννοια της υπερκείμενης ηθικής και των κανόνων. Ήταν κάτι που το ένιωθες κι ας μην μπορούσαμε τότε ακόμα να το ονοματίσουμε. Ήταν το ήθος και όχι η ηθική που έκανε πολλούς να ξεχωρίζουν.
Χωρίς όμως να θεωρώ την ηθική σαν κάτι άχρηστο ή μη λειτουργικό.
Το ήθος συνοδεύεται από ευγένεια. Δεν συμβαδίζει με την έπαρση ή την κομπορρημοσύνη. Δεν προσβάλει. Δεν φοβάται τον διάλογο. Ακόμα κι όταν πρέπει να παλέψει για να κλείσει το δρόμο στην καταστροφική ευτέλεια και τον κυνισμό, θα το κάνει υπακούοντας σε κάποια όρια.
Η ηθική είναι συλλογική γι αυτό και πάντοτε υπάρχουν πρόθυμοι τιμητές. Το ήθος όμως είναι ατομική υπόθεση. Είναι εν τέλει είναι κάτι που λειτουργεί σαν εσωτερική φωνή προφυλάσσοντας σε από την ύβρη.
Ψιλά γράμματα θα πουν κάποιοι.
Δυστυχώς από την εποχή του νόμιμου αλλά όχι ηθικού μέχρι την προκλητική υπερηφάνεια της καταδίκης με 13-0 από το Ειδικό δικαστήριο και πρόσφατα της αγοράς λουλουδιών αξίας 6000 ευρώ ή ακριβών χαλιών 18000 ευρω για τα διάφορα γραφεία πολιτικών με λεφτά του Έλληνα φορολογουμένου καταλήγω στο συμπέρασμα ότι το ήθος ήταν και είναι δυσεύρετο.
Ωστόσο είναι κάτι που όταν το συναντάμε μας γεμίζει αισιοδοξία και να μας παρακινεί στην προσωπική μας αυτοβελτίωση.
Τυχερός όποιος έχει φίλους και φίλες με ήθος. Αναζητείστε τους δικούς σας. Αξίζει τον κόπο να αναστοχαστείτε με ποιούς μοιράζεστε τις σκέψεις και τους προβληματισμούς σας και να κάνετε μια διαφορετική αξιολόγηση.
Πιστέψτε με μόνο κερδισμένοι θα είστε.
Σχόλιο στην εκπομπή «Καθρέφτης» του Χρήστου Μιχαηλίδη στo Α΄Πρόγραμμα της ΕΡΤ