Η παραίτηση του Αλέξη Τσίπρα από την προεδρία του ΣΥΡΙΖΑ ήταν μια πράξη πολιτική και σαν τέτοια παρουσιάστηκε και από τον ίδιο. Οι λίγες προσωπικές και συναισθηματικές αναφορές, αναπόφευκτες σε τέτοιες περιπτώσεις, δεν διατάραξαν το πολιτικό σκεπτικό και τους λόγους της απόφασής του να κάνει «μερικά βήματα πίσω για να περάσει το νέο κύμα του ΣΥΡΙΖΑ». Άλλωστε, το ίδιο είχε κάνει και ο προκάτοχός του Αλέκος Αλαβάνος τον οποίο κατάπιε στη συνέχεια το «νέο κύμα» εκείνης της εποχής που είχε φέρει τον Τσίπρα στην ηγεσία της Αριστεράς. Ακόμα και τη στιγμή της αποχώρησής του, ο Αλέξης Τσίπρας επέλεξε, όπως είχε κάθε δικαίωμα, να επιμείνει στις απόψεις του και να υπερασπιστεί τις αποφάσεις που πήρε στη διάρκεια της 15χρονης παραμονής του στην αρχηγία του ΣΥΡΙΖΑ.
Οι παραιτήσεις στην πολιτική δεν είναι όλες οι ίδιες, όπως άλλωστε και οι λόγοι που οδηγούν σε αυτές. Ο Χαρίλαος Φλωράκης που και αυτός συμβουλευόταν το μαξιλάρι του, παραιτήθηκε πριν «να είναι ανήμπορος να εμποδίσει τις κότες να του τρώνε τα ψίχουλα από τη χούφτα του». Η Μαρία Δαμανάκη παραιτήθηκε το ίδιο βράδυ που ο Συνασπισμός έμεινε εκτός Βουλής, ο Κώστας Σημίτης παραιτήθηκε από την προεδρία του ΠΑΣΟΚ όταν θεώρησε ότι με τον τρόπο αυτό μπορούσε να συμβάλλει στη συνέχιση του εκσυγχρονιστικού εγχειρήματος, ενώ ο Κώστας Καραμανλής το έβαλε ουσιαστικά στα πόδια όταν συνειδητοποίησε ότι με την πολιτική του είχε ανοίξει οριστικά την πόρτα του ΔΝΤ και των μνημονίων για τη χώρα. Όλες αυτές οι παραιτήσεις, όπως και αυτές που ακολούθησαν έγιναν αντικείμενο σκληρής πολιτικής κριτικής από αντίπαλες και «φίλιες» κομματικές δυνάμεις.
Την ίδια κριτική αντιμετώπιση είχε και πρέπει να έχει η παραίτηση του Αλέξη Τσίπρα. Πολύ περισσότερο που η κριτική αυτή αφορά σε έναν πολιτικό που κάθε άλλο παρά «κρέμασε τα παπούτσια του», πράγμα που διευκρίνισε απολύτως και ο ίδιος στην ομιλία με την οποία συνόδευσε την παραίτησή του: «Είμαι και θα είμαι παρών στους κοινούς μας αγώνες». Επρόκειτο για έναν αποχαιρετισμό-πλατφόρμα για το μέλλον της Αριστεράς στον οποίο δεν παρέλειψε να πει για τους πολιτικούς του αντιπάλους ότι υπήρξαν συμπαραστάτες ξένων συμφερόντων («ισχυρές δυνάμεις έξω από την χώρα (που) έβρισκαν ισχυρούς συμπαραστάτες μέσα σε αυτήν»), επαναφέροντας με πιο κομψό τρόπο τον χαρακτηρισμό τους ως «γερμανοτσολιάδων».
Διαβάστε τη συνέχεια
Πηγή: www.athensvoice.gr