Μικρό χρονικό μεγάλης τραγωδίας

Ξενοφών Γιαταγάνας 11 Ιουλ 2015

Το 1982 μπήκαμε στην ΕΟΚ χωρίς να σκεφτούμε τη διαρθρωτική προσπάθεια που απαιτούσε η συμμετοχή στο κλαμπ των 9 τότε πλουσιότερων χωρών της Ευρώπης. Μόνη σχεδόν επιδίωξη υπήρξε η απομύζηση των κοινοτικών πόρων συχνά με πλαστά δικαιολογητικά και προχειρογραμμένα προγράμματα, που κατευθύνονταν κυρίως σε μη παραγωγικές δραστηριότητες και έργα βιτρίνας χωρίς προστιθέμενη αξία.

Το 2002 μπήκαμε στην ευρωζώνη με μοναδική επιδίωξη τον φτηνό δανεισμό και το όνειρο της οικονομικής και κοινωνικής σύγκλισης, κυρίως στους μισθούς, δίχως όμως ίχνος πρόνοιας για την απαιτούμενη σύγκλιση στην ανταγωνιστικότητα των επιχειρήσεων και στην παραγωγικότητα της εργασίας.

Σε όλο αυτό το διάστημα στήθηκε εκ των πραγμάτων ένα πελατειακό, συντεχνιακό και κρατικοδίαιτο οικονομικό και κοινωνικό μοντέλο, στην επικράτηση και στην ισχυροποίηση του οποίου πρωτοποριακό ρόλο έπαιξε η αριστερά παρά την απουσία της από την πολιτική εξουσία.

Έτσι μπήκαμε στην κρίση του 2008 παντελώς απροετοίμαστοι, χωρίς κανένα πρόγραμμα ανάταξης της χώρας. Στις αρχές μάλιστα του 2010 το δημόσιο χρέος εκτινάχθηκε σε τέτοια επίπεδα, οι αγορές έκλεισαν και η χώρα βρέθηκε στην ανάγκη να αναζητήσει δανεισμό από την ΕΕ και το ΔΝΤ.

Το δανειακό πρόγραμμα που μας προτάθηκε, συνοδευόμενο φυσιολογικά από μέτρα δημοσιονομικής προσαρμογής και διαθρωτικών μεταρρυθμίσεων, το λεγόμενο μνημόνιο, μπορεί να μην έγινε αντικείμενο ενδελεχούς διαπραγμάτευσης (πώς θα μπορούσε άλλωστε αφού δεν υπήρχε καμία αντιπρόταση) και να μην ήταν απόλυτα συμβατό με τις ανάγκες της χώρας (αφού για πρώτη φορά ΕΕ και ΔΝΤ ασχολούνταν με τη διάσωση μιας ανεπτυγμένης οικονομίας με σκληρό νόμισμα), αποτελούσε όμως μια συνεκτική απόπειρα ανάταξης της χώρας.

Και τι έγινε τότε; Το ΠΑΣΟΚ, που βρέθηκε στην εξουσία, δήλωσε ότι το εφαρμόζει αναγκαστικά, χωρίς να το πιστεύει, κάποιοι, μάλιστα, δεν το είχαν καν διαβάσει. Η ΝΔ άρχισε διετή σφοδρό αντιμνημονιακό αγώνα, προτού προσχωρήσει τελικά στην εφαρμογή του, και αυτή όμως χωρίς να το πιστεύει πραγματικά. Μετά το 2012 και τα δύο κόμματα μαζί με μισή καρδιά, όπως φάνηκε ιδίως μετά τις ευρωεκλογές του 2014, οπότε η κυβέρνηση Σαμαρά ολίσθησε πάλι σε μια στείρα λαϊκιστική λογική, νομίζοντας ότι θα ανακόψει έτσι την άνοδο του ΣΥΡΙΖΑ.

Η αδυναμία αυτή των δύο παραδοσιακών κομμάτων της κεντροδεξιάς και της κεντροαριστεράς να συνεννοηθούν και να ακολουθήσουν μια συνεπή πολιτική προσαρμογής της χώρας, εξέθρεψε την αντιμνημονιακή δεξιά και αριστερά. Επικεφαλής του παρά φύση αυτού αντιμνημονιακού μετώπου τέθηκε φυσιολογικά ο ΣΥΡΙΖΑ ως η συνεπέστερη αντιμνημονιακή δύναμη, που είχε μάλιστα την πρόσθετη επίπλαστη εξυπνάδα να μην αμφισβητήσει τη θέση της χώρας στο ευρώ.

Θέλησε μάλιστα να μας πείσει ότι οργανώνει δημοψήφισμα κατά της πρότασης των εταίρων, που συνιστά όμως αναπόσπαστο μέρος της διαπραγμάτευσης εντός ευρώ. Ακόμα πιο εντυπωσιακό, η δεύτερη αυτή απάτη πέρασε πανηγυρικά και κινδύνευσε να οδηγήσει τη χώρα κυριολεκτικά στο χείλος του γκρεμού, στην καταστροφή, εκτός Ευρώπης, απομονωμένη και απροστάτευτη.

Πανικοβλημένος ο πρωθυπουργός προσπαθεί την τελευταία στιγμή να επαναπροσδιορίσει την πορεία των πραγμάτων. Είναι δύσκολο όμως να εξηγήσει γιατί τον Ιανουάριο αντιτάχθηκε λυσσαλέα σε μέτρα δύο δις ευρώ, γιατί τον Ιούνιο απέρριψε πρόταση 8 δις, και γιατί τώρα υποστηρίζει συμφωνία 13 δις. Πιο δύσκολο είναι να το εξηγήσει αυτό στο ίδιο του το κόμμα, γιατί η ευρωπαϊκή αντιπολίτευση τον στηρίζει, και ορθά, σε αυτή την ύστατη προσπάθεια. Ας ελπίσουμε ότι θα ευοδωθεί, γιατί, διαφορετικά, θα μαζέψουμε μόνο συντρίμμια.