Οι δημοσκοπήσεις έχουν λατρευτεί και έχουν μισηθεί όσο τίποτα σ” αυτή τη χώρα. Οχι μόνο από τα μέσα ενημέρωσης, πολλά από τα οποία τις ερμηνεύουν κατά το δοκούν, αλλά και από τα κόμματα και το πολιτικό προσωπικό της χώρας. Αν οι δημοσκοπήσεις είναι ευνοϊκές, πρόσκαιρα έστω, για τα συμφέροντά μας, τις δοξάζουμε. Αν οι καμπύλες τους είναι αρνητικές σε ό,τι αφορά τις αποδόσεις μας, τότε τις απαξιώνουμε. Ξαφνικά ανακαλύπτουμε ότι πίσω από τις εταιρείες δημοσκοπήσεων βρίσκονται σκοτεινά συμφέροντα, σκοπιμότητες κ.ο.κ.
Σήμερα, η «Εφ.Συν.» δημοσιοποιεί μια έρευνα της Public Issue. Είναι μία από τις τέσσερις έρευνες που πραγματοποιούνται από την ίδια εταιρεία σε τακτά χρονικά διαστήματα (κάθε μήνα), με την ίδια ακριβώς μέθοδο. Και μετρά την εκτίμηση εκλογικής επιρροής των κομμάτων. Η σημερινή δημοσκόπηση είναι ευνοϊκή για τον ΣΥΡΙΖΑ. Δείχνει να προηγείται στην εκτίμηση επιρροής κατά 1,5% σε ό,τι αφορά το ενδεχόμενο εθνικών εκλογών. Πώς θα υποδεχτούν αυτή τη μέτρηση τα δύο κόμματα εξουσίας είναι περίπου προβλέψιμο. O ΣΥΡΙΖΑ θα πανηγυρίζει, η Ν.Δ. μέσω στελεχών της θα την αμφισβητεί. Συμβαίνει σχεδόν πάντα. Οπως συμβαίνει και όταν τα ποσοστά επιρροής είναι αντεστραμμένα, όταν προηγείται η Ν.Δ. δηλαδή.
Παρατήρησα τις τέσσερις μετρήσεις που έχει κάνει η συγκεκριμένη εταιρεία. Και έκανα μια σύγκριση των ποσοστών επιρροής στους μήνες αυτούς. Και των δύο κομμάτων εξουσίας και των υπόλοιπων. Νομίζω πως κανένα κόμμα απ” όλα δεν έχει σοβαρούς λόγους για να είναι ικανοποιημένο από τις αποδόσεις του. Η εικόνα που παρουσιάζουν δεν έχει αλλάξει ουσιαστικά σ” αυτούς τους μήνες. Σε γενικές γραμμές, οι επιρροές τους δεν έχουν υποστεί καμία αλλαγή. Τα δύο κόμματα εξουσίας διατηρούν σχεδόν αμετάβλητα τα ποσοστά, με τάσεις μάλιστα καθοδικές. Ο ΣΥΡΙΖΑ ξεκίνησε τον Ιανουάριο με 31,5% και ακολούθησε τους επόμενους μήνες την εξής πορεία: 30%, 28,5% και 29%.
Η Νέα Δημοκρατία, αντίστοιχα, ξεκίνησε με 28% και συνέχισε με 28,5%, 28% και 27,5%. Το ΠΑΣΟΚ είχε 6,5% και συνέχισε με 7%, 5,5% και 6%. Σχεδόν αμετάβλητα και εδώ. Οπως και στους ΑΝ.ΕΛΛ.Το 4,5% του Ιανουαρίου έγινε 6%, 5% και 4%. Ανάλογη αντοχή δείχνουν δυστυχώς και τα ποσοστά επιρροής της νεοναζιστικής οργάνωσης. Ξεκίνησε από 10%, πέρασε στο 8,5 %, στο 10,5% και 10%. Και η ΔΗΜΑΡ κινείται μεταξύ 3% και 3,5%, ενώ το ΚΚΕ έχει μικρή άνοδο. Το 6,5% έγινε τώρα 7%. Το Ποτάμι δεν το αναφέρουμε, επειδή δεν υπάρχουν προηγούμενες μετρήσεις ώστε να γίνει η σχετική σύγκριση.
Ολα αυτά μάς δείχνουν πως, ενώ όλα τριγύρω αλλάζουνε, τα γεγονότα που μεσολάβησαν αυτούς τους τέσσερις μήνες δεν επηρέασαν ουσιαστικά το εκλογικό σώμα. Τα δύο κόμματα εξουσίας διατηρούν σχεδόν αμετάβλητες τις επιρροές τους, ενώ κάτι ανάλογο συμβαίνει και με τους υπόλοιπους. Αν θυμηθούμε τι συνέβη αυτούς τους μήνες, θα παρατηρήσουμε πως δεν έγιναν λίγα. Νέα προγράμματα λιτότητας, επεισοδιακές ψηφοφορίες στη Βουλή, Μπαλτάκοι και άλλα πολλά. Κι όμως, ένα μεγάλο κομμάτι της κοινωνίας δεν επηρεάστηκε από τους χειρισμούς των κομμάτων, ενώ επίσης ένα μεγάλο κομμάτι παρέμεινε απαθές, χωρίς να προσελκύεται από τα υπάρχοντα κόμματα.
Λογικά, η αμετάβλητη αυτή κατάσταση (που δείχνει επίσης χαμηλά ποσοστά επιρροής αθροιστικά για τα δύο κόμματα εξουσίας) θα έπρεπε να προβληματίσει τα κόμματα. Ολα τα κόμματα, αλλά ιδιαίτερα εκείνα που έχουν αριστερό πρόσημο. Αν σ” αυτές τις εποχές των μνημονίων, της βαθιάς κρίσης, των πρωτοφανών ποσοστών ανεργίας, ανέχειας και φτώχειας, τα κόμματα της Αριστεράς δεν εισπράττουν τη δυσαρέσκεια, πότε άραγε θα την εισπράξουν;
Την απάντηση αυτή προφανώς και πρέπει να τη δώσουν τα ίδια τα κόμματα. Το γεγονός ότι δεν γίνονται ελκυστικά σ” αυτές τις δύσκολες ημέρες είναι ένα θέμα που θα έπρεπε να τα απασχολεί. Και αντί να πανηγυρίζουν για μικρές προσωρινές νίκες κάθε μήνα, θα έπρεπε να κάνουν μια γενναία αυτοκριτική που ενδεχομένως θα οδηγούσε και σε αλλαγή πλεύσης. Ουσιαστική και όχι επικοινωνιακή. Χρειάζεται να μιλήσουν όχι μ” εκείνους που έτσι κι αλλιώς είναι δεδομένοι, αλλά με αυτούς που έχουν απομακρυνθεί από αυτά, απέχουν, δεν βλέπουν διέξοδο στις προοπτικές τους. Φοβάμαι, όχι αβάσιμα, πως κάτι τέτοιο δεν θα το κάνουν. Θα συνεχίσουν να πορεύονται όπως το κάνουν ώς σήμερα. Και να επιχειρούν με επικοινωνιακά τερτίπια για να πείσουν πως είναι καλύτεροι των άλλων. Με τη μισή κοινωνία να εξακολουθεί να τους παρατηρεί από μακριά…